Τα μέτρα που ανακοίνωσε η κυβέρνηση πρέπει να εφαρμοστούν. Αν αποτύχουν, θα αναγκαστούμε (ακόμη και αν δεν φύγει τελείως το έδαφος κάτω από τα πόδια μας) να κόψουμε όχι πια με το μαχαίρι αλλά με τον μπαλτά. Η συζήτηση για «επεκτατική» δημοσιονομική πολιτική τη στιγμή που κάτι τέτοιο θα προκαλούσε ακαριαία αύξηση των επιτοκίων και πιστωτική ασφυξία δεν έχει νόημα. Τα μέτρα ωστόσο απαντούν στο άμεσο πρόβλημα, όχι στο μεσοπρόθεσμο. Το μεσοπρόθεσμο αναπτυξιακό πρόβλημά μας έχει εντοπισθεί εδώ και καιρό. Είναι η απώλεια ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας και η δυσλειτουργία του κράτους. Αυτά εννοούμε όταν λέμε για ανάγκη αλλαγής του «μοντέλου ανάπτυξης». Εχω τακτικού χαρακτήρα επιφυλάξεις με τη χρήση αυτής της ορολογίας. Μπορεί εύκολα να βουλιάξει στον ωκεανό της ελληνικής ασάφειας. Δεν έχουμε την πολυτέλεια της ασάφειας ούτε του ανοίγματος πολλών μετώπων.

Η απόλυτη προτεραιότητα είναι το κράτος. Ο ευρύτερος δημόσιος τομέας είναι μια ανελέητη μηχανή παραγωγής δαπανών που δεν μπορεί πλέον να συντηρηθεί. Ο περιορισμός του κόστους, η βελτίωση της λειτουργίας του και η κατάργηση πολλών ρυθμίσεων που απορρέουν από αυτό είναι αναγκαιότητα. Πρόσκαιρες λύσεις δεν αρκούν. Δε γίνεται να μένουν παγωμένες οι αποδοχές στο Δημόσιο για χρόνια ούτε να ανεβεί ο ΦΠΑ στο 30%. Μια βαθιά μεταρρύθμιση στον δημόσιο τομέα θα λύσει πολλά προβλήματα και στη σφαίρα του ελλείμματος ανταγωνιστικότητας της οικονομίας μας ή θα κάνει την επίλυσή τους ευκολότερη. Ο κ. Παπανδρέου έχει μιλήσει για μια τέτοια μεταρρύθμιση. Αν την αποσαφηνίσει και την κάνει σημαία του, μπορεί να βρει το οραματικό στοιχείο που σήμερα του λείπει: καλύτερο, φθηνότερο και εξυπηρετικότερο κράτος. Πάνω σε αυτό θα δικαιούται να πει στον ελληνικό λαό: Στηρίξτε με ή απολύστε με. Θα εντοπίσω πέντε κρίσιμες «περιοχές» που απαιτούν επέμβαση:

Η πρώτη ελπίζω ότι έχει πάρει ήδη τον δρόμο της. Οι επικεφαλής των υπουργείων, δημόσιων οργανισμών και δημόσιων επιχειρήσεων πρέπει να εντοπίσουν τις πιο οφθαλμοφανείς εστίες σπατάλης στον χώρο τους, να δώσουν ευρεία δημοσιότητα στα ευρήματά τους και να πράξουν ανάλογα. Ειδικά η δημοσιοποίηση πληροφοριών πρέπει να αποκτήσει δομή. Δεν καταλαβαίνω γιατί οι μέσες αποδοχές κατά κατηγορία εργαζομένων σε έναν δημόσιο οργανισμό ή οι ζημιές κάποιου βραχίονα μιας δημόσιας επιχείρησης πρέπει να γίνονται γνωστές μόνο μέσω διαρροής. Ούτε γιατί το κόστος κάποιας παρεχόμενης υπηρεσίας πρέπει να είναι terra incognita.

Η δεύτερη, το άνοιγμα του «παιχνιδιού» σε κλάδους και επαγγέλματα. Οι διατυπώσεις, η χρονοτριβή, το κόστος για την έναρξη μιας επιχείρησης ή την αδειοδότηση μιας επένδυσης πρέπει να περιοριστούν στο ελάχιστο. Η διάχυτη εχθρότητα με την οποία αντιμετωπίζεται κάθε επενδυτική δραστηριότητα από όλες τις βαθμίδες της διοίκησης πρέπει να εξαλειφθεί. Μια τέτοια αλλαγή θα δημιουργήσει ευκαιρίες. Με τη βοήθεια κάποιας πιστωτικής χαλάρωσης θα υπάρξουν άνθρωποι που θα τις αξιοποιήσουν.

Η τρίτη, ο προβλεπόμενος από τα μέτρα δραστικός περιορισμός των προσλήψεων στο Δημόσιο πρέπει να τηρηθεί για χρόνια. Το κλείσιμο της «στρόφιγγας» των προσλήψεων στο κράτος θα έχει σημαντικές επιπτώσεις στο σύνολο της αγοράς εργασίας και θα αυξήσει την προσφορά επιχειρηματικού ταλέντου στην οικονομία. Πιστεύω ότι θα καταστήσει περιττή την αλλαγή της νομοθεσίας για τις συλλογικές συμβάσεις και τις απολύσεις στον ιδιωτικό τομέα. Το πρόβλημα της αγοράς εργασίας δεν είναι η γενικευμένη έλλειψη ευελιξίας, είναι ο κατακερματισμός της σε θυλάκους που υπόκεινται σε ριζικά διαφορετικά εργασιακά καθεστώτα. Το Δημόσιο είναι το επίκεντρο αυτού του κατακερματισμού και θέτει πρότυπα για όλους.

Η τέταρτη, η μεταρρύθμιση του Ασφαλιστικού με σαφή διαχωρισμό του «προνοιακού» και του ανταποδοτικού του πυλώνα.

Η πέμπτη και δυσκολότερη, ο μηχανισμός των κινήτρων που διέπει σήμερα τον δημόσιο τομέα δεν μπορεί να παραμείνει ως έχει. Αποδοχές και προαγωγές πρέπει να συνδεθούν με την παραγωγή μετρήσιμων αποτελεσμάτων. Χωρίς αυτό οι δυσλειτουργίες του κράτους θα διαιωνιστούν και ο έλεγχος του κόστους του θα ξαναχαθεί. Οι αντιστάσεις θα είναι μεγάλες αλλά χωρίς αλλαγή στο εργασιακό καθεστώς οι δημόσιοι υπάλληλοι θα βρίσκονται μόνιμα μπροστά στον κίνδυνο της χωρίς διακρίσεις καθήλωσης των αποδοχών τους. Ενα πιθανό όχημα για μια τέτοια αλλαγή θα ήταν η (συχνά προαναγγελλόμενη) υιοθέτηση του συστήματος του προϋπολογισμού προγραμμάτων σε αντικατάσταση του σημερινού συστήματος διαμόρφωσης του κρατικού προϋπολογισμού. Κάτι τέτοιο θα ήταν επανάσταση στα δημόσια οικονομικά μας. Μπορούν να γίνουν τέτοια πράγματα; Γιατί όχι; Εχουμε βρεθεί και άλλες φορές στο χείλος της αβύσσου. Και δεν πέσαμε μέσα. Στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του ΄90 η οικονομία ανέκαμψε με ατμομηχανή τις επενδύσεις, παρά τα υψηλά επιτόκια και την αποκλιμάκωση του δημόσιου ελλείμματος. Παράγοντας-κλειδί ήταν η εμπιστοσύνη. Η Ελλάδα έκανε κάτι και πήγαινε κάπου. Σήμερα η εκλογίκευση του κράτους θα αναπτερώσει την εμπιστοσύνη όσο τίποτε άλλο. Αν είμαστε τυχεροί και ανακάμψει η διεθνής οικονομία, θα τα καταφέρουμε και τώρα.

Ο κ. Χρυσάφης Ιορδάνογλου διδάσκει στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.