Είναι καλοκαίρι του 1943 και σε μια ορεινή περιοχή των γαλλοϊταλικών συνόρων η Εσθήρ, μια εβραιοπούλα που βρίσκεται στην εφηβεία της, μαζί με τη μητέρα της και τους εβραίους του χωριού Σεν Μαρτέν, προσπαθούν να περάσουν τα σύνορα της κατεχόμενης Γαλλίας και να μεταβούν στην Ιταλία προκειμένου να αποφύγουν τα Ες Ες. Αργότερα, όταν πλέον έχει τελειώσει ο πόλεμος, η Εσθήρ- πάντοτε μαζί με τη μητέρα της- διασχίζει τη Γαλλία και επιβιβάζεται στο υπερφορτωμένο με πρόσφυγες πλοίο «Sette Fratelli» που θα τους μεταφέρει στην Παλαιστίνη. Μόλις φθάνει εκεί συναντά μια συνομήλική της Παλαιστίνια ονόματι Νετζμά και το μόνο που ανταλλάσσουν, εκτός από τα φευγαλέα βλέμματα, είναι τα ονόματά τους. Από τότε δεν θα ξανασυναντηθούν. Η Νετζμά θα καταλήξει το καλοκαίρι του 1948 σε ένα στρατόπεδο προσφύγων, το Νour Chams Refugee Camp.
Αυτό είναι σε γενικές γραμμές το αφηγηματικό πλαίσιο του μυθιστορήματος Περιπλανώμενο αστέρι:η ιστορία δύο κοριτσιών που η μοίρα τούς έταξε να βρεθούν σε δύο διαφορετικά και εχθρικά μεταξύ τους στρατόπεδα. Αλλά βέβαια η διπλή ιστορία είναι η αφορμή. Ο Λε Κλεζιό επιχειρεί να απαντήσει στο αδυσώπητο ερώτημα: Πώς ζουν την Ιστορία τα θύματά της; Και σ΄ αυτό είναι αναγκαίο να προσθέσουμε και το συναφές: Πώς το βίωμα αυτό σφραγίζει τη συνείδησή τους και διαμορφώνει τον ψυχισμό τους; Και ακόμη: Το παραπάνω βίωμα μέσω της διπλής εστίασης στην Εβραία και στην Παλαιστίνια τι μας λέει για την ανθρώπινη μοίρα;
Η αναμέτρηση με τη μοίρα, που ένας μεγάλος γάλλος συγγραφέας του 20ού αιώνα, ο Αντρέ Μαλρό, στο αριστούργημά τουΗ ανθρώπινη μοίρα την έθεσε προπολεμικά ως αμείλικτο ηθικό και μεταφυσικό ζήτημα, ορίζει το περιεχόμενο της ζωής χωρίς το οποίο η ιστορική διαδικασία χάνει το νόημά της. Ζήτημα βαθύτατα ανθρωπολογικό, συστατικό της ίδιας της ζωής, που όταν το θέτουν τα μεγάλα θύματα του πολέμου και των πάσης φύσεως διωγμών, δηλαδή εδώ οι δύο νεαρές γυναίκες, γίνεται ακόμη οξύτερο. Αποκτά τη δύναμη της αθωότητας που πληγώνεται αναίτια, της ακυρωμένης ζωής, της ανάγκης που την καθιστά δυσβάσταχτη το σιδερένιο χέρι της μοίρας.
Ετσι, λοιπόν, η μνήμη είναι μια αναγκαιότητα, όπως είναι και η λήθη, αν θέλουμε να κατανοήσουμε τα ανθρώπινα και να συμφιλιωθούμε με τη ζωή και τον θάνατο και να αντισταθούμε στη μοίρα.
Το θέμα στοΠεριπλανώμενο αστέριτο διαπραγματεύεται ένας συγγραφέας που σαφώς έχει διαμορφωθεί στο πνεύμα της δεκαετίας του ΄60. Επομένως θα έλεγε κανείς πως το αντιμετωπίζει με τη ματιά μιας άλλης εποχής αλλά, αν δεχθούμε ότι όλα παλιώνουν τόσο γρήγορα, η λογοτεχνία χάνει το νόημά της. Οι καλοί μυθιστοριογράφοι, όπως ο Λε Κλεζιό, έχουν ως προϋπόθεση ένα ανθρωπολογικό πεδίο. Επιπλέον ο συγγραφέας αυτός ανήκει στη μακρά παράδοση των γάλλων πεζογράφων που οι θεματολογικές αναζητήσεις τους είναι παράλληλες με τις μορφολογικές. Λ.χ., εδώ χρησιμοποιεί και την πρωτοπρόσωπη και την τριτοπρόσωπη αφήγηση. Ας προσθέσουμε και την ποιητική των τοπίων, που είναι φυσικό να την αξιοποιεί έχοντας μακρά και γόνιμη θητεία στην ταξιδιογραφία. Το αποτέλεσμα είναι ένα πολύ καλό μυθιστόρημα με εξαίρετους χαρακτήρες, με ατμόσφαιρα και αποχρώσεις, με αίσθηση του πρόσκαιρου και του παντοτινού.
ΤΟΝ ΑΝΑΚΑΛΥΠΤΟΥΜΕ ΜΕ ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΗ
Ως τις 9 Οκτωβρίου 2008 ο συγγραφέας Ζαν-Μαρί Γκυστάβ Λε Κλεζιό ήταν σχεδόν άγνωστος στο διεθνές κοινό. Παρά την εκτίμηση που είχε στη Γαλλία, στον αγγλόφωνο κόσμο όσα βιβλία του είχαν μεταφραστεί πέρασαν απαρατήρητα.Ακόμη και στην Ελλάδα,που κατά παράδοση παρακολουθεί στενά τη γαλλική λογοτεχνία και τη διακίνηση των ιδεών στη χώρα του Βολταίρου,ο Λε Κλεζιό προτού τιμηθεί με το σημαντικότερο διεθνές λογοτεχνικό βραβείο παρέμενε στο περιθώριο- κι ας είχε αρχίσει το έργο του να μεταφράζεται από πολύ νωρίς,από το 1981 ακόμη,όταν εκδόθηκε στα ελληνικά για πρώτη φορά η συλλογή διηγημάτων του Μόντο και άλλα διηγήματα από τις εκδόσεις Χατζηνικολή.Το ίδιο συνέβη και με τα άλλα του βιβλία,ώσπου από τον Οκτώβριο του 2008 και μετά όλο και περισσότερα πεζογραφήματά του μεταφράζονται από γνωστούς εκδότες. Επιπλέον τα βιβλία του που εκδόθηκαν παλαιότερα και είχαν σχεδόν λησμονηθεί,ακόμη και στη Γαλλία,ξανάρχονται στο προσκήνιο του ενδιαφέροντος. Σε αυτά ανήκει και το σημαντικότερο για πολλούς μυθιστόρημά του Περιπλανώμενο αστέρι, που μεταφράζεται στα ελληνικά δεκαοκτώ ολόκληρα χρόνια μετά την πρώτη του έκδοση στη Γαλλία από τον Gallimard. Με βάση τα δεδομένα της αγοράς, όπως τουλάχιστον διαμορφώνονται τα τελευταία χρόνια,όπου η ζωή ενός σύγχρονου μυθιστορήματος δεν ξεπερνά τα δύο-τρία χρόνια, πρόκειται για «παλιό» βιβλίο.Εν τούτοις,η καλή λογοτεχνία,αν βοηθούν και οι συμπτώσεις, έχει τη δύναμη να διαψεύδει τέτοιους κανόνες,όπως και τις αντίστοιχες στατιστικές. Και καλό είναι να θυμάται κανείς τον αφορισμό του Εζρα Πάουντ,όπως τον διατυπώνει στην Αλφαβήτα της ανάγνωσης: «Η λογοτεχνία είναι ειδήσεις που παραμένουν ειδήσεις».Οταν το άλλο σημαντικό βιβλίο του Λε Κλεζιό,η Ερημος, εκδόθηκε το 1993 από τον Καστανιώτη,πέρασε απαρατήρητο.Τώρα,έχοντας στις περγαμηνές του και το Νομπέλ,ο Λε Κλεζιό μπορεί, αν όχι να εκτιμηθεί σωστά,να διαβαστεί πιο προσεκτικά και στη χώρα μας.Είναι άδικο να πιστεύουμε ότι υπερτιμήθηκε όταν το βραβείο δόθηκε σε συγγραφείς εμφανώς κατώτερους από αυτόν.Αλλωστε δύσκολα θα έβρισκε κανείς σήμερα αναστήματα αντίστοιχα των προπολεμικών συγγραφέων,αφού η λογοτεχνία δεν έχει πλέον στη ζωή των λαών τη θέση που είχε κατά το παρελθόν.Στο κάτω κάτω τα έργα έχουν τη δική τους ζωή και ακολουθούν τον δικό τους μοναχικό δρόμο- και η πορεία αυτή δεν είναι κατά κανόνα ευθύγραμμη.
Η Εσθήρ και η Νετζμά
Είναι καλοκαίρι του 1943 και σε μια ορεινή περιοχή των γαλλοϊταλικών συνόρων η Εσθήρ, μια εβραιοπούλα που βρίσκεται στην εφηβεία της, μαζί με τη μητέρα της και τους εβραίους του χωριού Σεν Μαρτέν, προσπαθούν να περάσουν τα σύνορα της κατεχόμενης Γαλλίας και να μεταβούν στην Ιταλία προκειμένου να αποφύγουν τα Ες Ες. Αργότερα, όταν πλέον έχει τελειώσει ο πόλεμος, η Εσθήρ- πάντοτε μαζί με τη μητέρα της- διασχίζει τη Γαλλία και επιβιβάζεται στο υπερφορτωμένο με πρόσφυγες πλοίο «Sette Fratelli» που θα τους μεταφέρει στην Παλαιστίνη.
Είναι καλοκαίρι του 1943 και σε μια ορεινή περιοχή των γαλλοϊταλικών συνόρων η Εσθήρ, μια εβραιοπούλα που βρίσκεται στην εφηβεία της, μαζί με τη μητέρα της και τους εβραίους του χωριού Σεν Μαρτέν, προσπαθούν να περάσουν τα σύνορα της κατεχόμενης Γαλλίας και να μεταβούν στην Ιταλία προκειμένου να αποφύγουν τα Ες Ες. Αργότερα, όταν πλέον έχει τελειώσει ο πόλεμος, η Εσθήρ- πάντοτε μαζί με τη μητέρα της- διασχίζει τη Γαλλία και επιβιβάζεται στο υπερφορτωμένο με πρόσφυγες πλοίο «Sette Fratelli» που θα τους μεταφέρει στην Παλαιστίνη.
Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.