Γεννήθηκε στην Κομοτηνή. Σπούδασε πολιτικές επιστήμες στo Πάντειο Πανεπιστήμιο και κινηματογράφο και θέατρο στο Πανεπιστήμιο Syracuse της Πολιτείας της Νέας Υόρκης. Εχει σκηνοθετήσει πάνω από 120 ταινίες μυθοπλασίας και ντοκυμαντέρ («Μπλουζ με σφιγμένα δόντια», «Πρόσωπο με πρόσωπο» κ.ά.). Εχει δύο παιδιά. Ζει στο Παρίσι.

Εχω τόσο πληγωθεί από τα τραύματα που υπέστησαν τα παιδιά μου στην τρυφερή τους ηλικία, εξαιτίας της εξορίας μας, ώστε ντρέπομαι που η δική μου παιδική ηλικία ήταν γεμάτη από ψυχική υγεία. Ο πατέρας μου ήταν ένας άνθρωπος έντιμος, μορφωμένος, προοδευτικός. Συχνά έρχονταν φίλοι να τον συμβουλευτούν για διάφορα θέματα, σαν να ήταν ο «μάγος της φυλής». Και εκείνος, αλλά και η μητέρα μου – παρ’ όλο που ήταν πρόσφυγες του ’22 – δεν φοβούνταν κανέναν και τίποτε, και αυτό το μετέδωσαν σε μένα και στην αδελφή μου.

Οταν ήμουν έξι ετών, μου συνέβη κάτι συγκλονιστικό, που συνδέεται άμεσα με το επάγγελμα που διάλεξα. Βρίσκομαι στη γιαγιά μου, στις Σέρρες, και το σκάω να πάω στο θερινό σινεμά, να βάλω το μάτι μου σε κάποια τρύπα του τοίχου για να δω το έργο. Ηταν κινούμενα σχέδια, η ιστορία του λαγού και της χελώνας. Τελειώνει, και όπως πάω να φύγω ακουμπάει το χέρι μου σε ένα ηλεκτροφόρο σύρμα και τινάζομαι στον αέρα σαν πέστροφα! Το αποτέλεσμα; Πρώτον, επέζησα, δεύτερον, δεν χρειάστηκε ποτέ να μου κάνουν άλλα ηλεκτροσόκ και, τρίτον, έγινα σκηνοθέτης!

Ο άνθρωπος που άφησε το στίγμα του στη ζωή μου – αν και δεν τον γνώρισα ποτέ από κοντά – ήταν ο Κάρολος Κουν. Μου έμαθε αυτό που είχε πει ο Ηράκλειτος, ότι «φύσις κρύπτεσθαι φιλεί», δηλαδή ότι η πραγματική φύση είναι πίσω από αυτό που φαίνεται. Κάτι που σχετίζεται με αυτό που μου είπε ο Εντγκάρ Μορέν, ότι το σινεμά βεριτέ «ψάχνει αυτό που κρύβεται πίσω από αυτό που φαίνεται». Η αλήθεια είναι πάντα κρυμμένη.

Πάντοτε υπήρχαν στέκια για να συναντιούνται όσοι ήθελαν να διδαχτούν ή να διδάξουν, να «ακουμπήσουν» πάνω στους άλλους τις απόπειρες του ταλέντου τους. Το πατάρι του Λουμίδη, για εμάς τους αριστερόστροφους, έγινε απαραίτητο, πρώτον γιατί ήμασταν στον Εμφύλιο και τα συνήθη στέκια μας είχαν απαγορευτεί και, δεύτερον, γιατί ήταν πατάρι, κάτι σαν ιδιωτική λέσχη. Για να μπεις χρειαζόσουν κάποιο λογοτεχνικό «διαβατήριο» και το δικό μου ήταν τα «Σκαλοπάτια», η πρώτη ποιητική συλλογή μου.

Δεν μπορώ να πω ότι δεν πιστεύω στην τύχη όταν είμαι ακόμη ζωντανός ύστερα από όσα έζησα. Μου έχουν ανοίξει φάκελο διάφορες πολιτικές αστυνομίες, ενώ δύο φορές κόντεψα να πέσω θύμα πολιτικής δολοφονίας. Η ζωή μου είναι γεμάτη από απίστευτες συμπτώσεις. Κάποτε θα γράψω για αυτές.

Ενας ανήσυχος άνθρωπος – ιδιαίτερα ένας σκηνοθέτης, δηλαδή ένας ποιητής – δεν θα αποφύγει την ταραχώδη ερωτική ζωή και τις συγκινήσεις. Συχνά βέβαια η ψύχραιμη ιδιοσυγκρασία είναι πιο αποδοτική, τουλάχιστον σε πνευματικότητα. Ο έρωτας είναι η κορύφωση της συναισθηματικής υγείας. Αλλά μπορεί να είναι και διαστροφή, αρρώστια.

Για ένα πράγμα μόνο έχω μετανιώσει. Που θεώρησα ότι ο έλληνας πατέρας πρέπει να είναι αυστηρός με τον γιο του. Με παρέσυραν, βλέπετε, οι αμερικανικές συνήθειες.

Αρχισα τα ταξίδια για να αφήνω πίσω μου τη μοναξιά της εξορίας. Κέρδισα πολλά από αυτά, γνώρισα τον κόσμο όπως είναι και όχι όπως μας τον διαφημίζουν. Ο Οδυσσέας πάντα επιστρέφει σοφότερος ύστερα από ένα μακρινό φιλοσοφικό ταξίδι. Στις φυλακές και στα καμπαρέ των μαύρων, όταν γύριζα τις ταινίες μου για τα μπλουζ, έμαθα πολλά. Ημουν και εγώ εξόριστος και μπορούσα να καταλάβω τι σημαίνει να νιώθεις εξόριστος στον τόπο σου. Μόνο που ο «τόπος» ανήκει σε αυτούς που έχουν «ευγένεια ψυχής» και σε κανέναν άλλον.

Το παρελθόν μου – ίσως επειδή είναι συνδεδεμένο με σοβαρά γεγονότα – με κυνηγάει, δεν με αφήνει ήσυχο. Περισσότερο και από κάποιον που έχει κάνει ανεπανόρθωτο έγκλημα – ενώ εγώ δεν έχω πειράξει ούτε μύγα στη ζωή μου.

Αισθάνομαι μόνιμα εξόριστος. Στη Γαλλία με βλέπουν σαν Ελληνα, στην Ελλάδα σαν να κατατάχτηκα στη Λεγεώνα των Ξένων! Είμαι πολίτης του κόσμου, αλλά πατρίδα μου είναι η γλώσσα μου. Αν κάτι μου λείπει από την Ελλάδα, είναι η Ελλάδα που έφτιαξα με τα χέρια μου, όση ήταν, και που μου την πήραν και την ξεπούλησαν όσο όσο.

Είμαι ευχαριστημένος που γεννήθηκα Ελληνας. Αλλά λυπάμαι που μόνο τη μουσική του Μίκη έχουμε να εξαγάγουμε σήμερα. Θα ήθελα να είχαμε κάτι ακόμη. Μια αρχή, σαν αυτή που καθοδηγεί τις πράξεις μου, κάτι σαν τη Δημοκρατία. Την οποία είχαμε – στα αρχαία χρόνια – και τη χάσαμε. Αυτή έμαθε τον κόσμο να ξεχωρίζει τι είναι ποίηση και τι δεν είναι. Τι είναι πολιτική και τι δεν είναι. Τι είναι υπουργός Πολιτισμού και τι δεν είναι. Και θα τον μάθαινε σήμερα τι είναι κινηματογράφος και τι δεν είναι. Θα μπορούσα να πω «είμαι μαρξιστής – πεσιμιστής». Αλλά η λέξη δημοκράτης λέει όλα όσα είμαι. Και η Δημοκρατία ήταν πάντοτε έννοια επαναστατική.

Δημοσιεύτηκε στο BHMAMEN, τεύχος 48, σελ. 96-97, Μάρτιος 2010.