Μια νεαρή μητέρα απεκδύεται κάθε βράδυ τον ρόλο της, ακριβώς όπως αποχωρίζεται και τα ρούχα της, όταν ανεβαίνει στην πίστα του καμπαρέ όπου εργάζεται. Για τις επόμενες ώρες θα ενσαρκώνει τις φαντασιώσεις των θαμώνων. Μόλις ξημερώσει, θα επιστρέψει και πάλι στην κόρη της και στην «κανονική ζωή».

Τα βράδια οδηγεί ένα μικρό αμάξι και διανύει περισσότερα από 100 χιλιόμετρα για να φθάσει στην οδό Πειραιώς από το σπίτι της στην επαρχία, όπου ζει τα τελευταία εννέα χρόνια μεγαλώνοντας την κόρη της. Κατεβαίνει στο καμαρίνι της και μακιγιάρεται. Φοράει ακριβά κοστούμια πάνω από τολμηρά, αισθησιακά νεγκλιζέ και δένει τα πορφυρά κορδόνια στις πανύψηλες μπότες της. Για το τέλος κρατά τη μάσκα, το αγαπημένο της φετίχ. Αναρριχάται στους μαγικούς στύλους του «Club Τessera» και ακροβατεί χορεύοντας – στο τέλος γυμνή – για το κοινό της. H Χάνα γεννήθηκε στη Βουδαπέστη. Μεγάλωσε μέσα στο παντοπωλείο της μητέρας της: «Ηταν το μόνο μαγαζί στην περιοχή. Στην κομμουνιστική Ουγγαρία η ζωή μας ήταν τακτοποιημένη. Το κράτος παρείχε στην οικογένειά μου σπίτι με ελάχιστο νοίκι» λέει καθώς ιχνογραφεί τη μάσκα της catwoman γύρω από τα αμυγδαλωτά μάτια της. Στο σχολείο αρίστευε και κέρδισε υποτροφία για ένα κολέγιο. «Ημουν φτωχόπαιδο, αλλά έξυπνη σαν τον διάολο. Ο πατέρας μου είναι μισός Ρομά. Στίγμα στη σχολική κοινωνία» μας λέει. «Το δήθεν καλό αυτό σχολείο με πήγε τόσο πίσω, που το κουβαλούσα για πολλά χρόνια στη ζωή μου. Τώρα προσέχω την ψυχική ισορροπία της κόρης μου, για να μην αισθανθεί απόρριψη σε μια τόσο ευαίσθητη ηλικία».

Στο καμαρίνι η Χάνα διαβάζει το «Κορίτσι με το τατουάζ». «Χάνα, άσ’ το βιβλίο. Βγαίνεις σε πέντε λεπτά» της λέει ο Τάκης, ο ιδιοκτήτης. Θα φορέσει τα κατακόκκινα πούπουλα και πάνω στα εικοσάποντα τακούνια θα αρχίσει να στροβιλίζεται χαμογελαστή από καναπέ σε καναπέ, αναμένοντας το ποσοστό της από τα κεράσματα. Με φωνάζει. Τα χέρια του θαυμαστή της είναι τυλιγμένα γύρω από το φλογερό, ημίγυμνο κορμί της. «Μην ντρέπεσαι» μου λέει και συνεχίζει να μου αφηγείται την ιστορία της: «Η μητέρα μου ήταν σχεδόν τυφλή και ο πατέρας μου έχασε την ακοή του στο εργοστάσιο. Εκανα διάφορες δουλειές παράλληλα με το νυχτερινό λύκειο, γιατί αλλιώς θα χάναμε το σπίτι. Μια φιλενάδα τότε με πήρε να “χορέψουμε” σε ένα λούμπεν μαγαζί της Βουδαπέστης. Ενα βράδυ μού ζητήθηκε να βγάλω το σουτιέν. Ημουν 17 χρόνων. Σκέφτηκα τις γυναίκες που κάνουν ηλιοθεραπεία μισόγυμνες στην πλαζ και γδύθηκα. Συνέχισα με go-godance στην πολυσύχναστη ντισκοτέκ “HalliGalli”. Κάναμε πρόβες με χορογράφο. Στα 18 μου πίστεψα έναν παλιάνθρωπο που με έσπρωξε βαθιά μέσα στη νύχτα. Με έπεισε να παρατήσω τις σπουδές λέγοντάς μου ότι η νύχτα θα μου έφερνε περιουσία για μια ολόκληρη ζωή. Δεν είναι αλήθεια αυτό. Αν δεν σπουδάσεις, χάνεις ευκαιρίες. Και το μόνο μου μέλημα πια είναι το παιδί μου να μη χάσει αυτές τις ευκαιρίες» λέει. Μια βραδιά την ανακάλυψε ένας κυνηγός ταλέντων και την πήρε στο φημισμένο κλαμπ «Reve’s» στην Αμβέρσα. «Ηταν η καλύτερη δεκαετία της ζωής μου. Είχαμε πελάτες τον πρίγκιπα του Μονακό, τον Ζαν Κλοντ βαν Νταμ, την Κέισι Τζόνσον. Επαιζαν σπουδαίοι djs από όλον τον κόσμο, χόρευαν χορευτές του Τζορτζ Μάικλ. Εκεί έμαθα τα πάντα. Το κυριότερο; Πώς να κάνω τον κόσμο να νιώθει ωραία! Οπως και ότι η ευτυχία είναι απλή όταν ξέρεις να την προσφέρεις». Στη συνέχεια ξεκίνησε τις τουρνέ: «Δύο εβδομάδες στο Βέλγιο, μετά στη Βραζιλία, στο Λας Βέγκας, λίγες ημέρες στο σπίτι στην Ουγγαρία και μετά στην Ελλάδα, όπου γνώρισα τον άνδρα μου. Δούλευε στο μπαρ του μαγαζιού. Στην Ελλάδα με συνέλαβαν να δουλεύω παράνομα. Τότε η Ουγγαρία δεν ήταν μέλος της ΕΕ και αν σε έδιωχνε μια χώρα-μέλος δεν μπορούσες να μπεις σε καμία άλλη. Παντρευτήκαμε με τον Χ. και αποκτήσαμε μια κόρη».

Τα χαράματα η Χάνα σχολάει. Πίσω στο σπίτι, προλαβαίνει να πάει στο σχολείο την κόρη της. Κοιμάται τρεις-τέσσερις ώρες, μαγειρεύει και μετά βοηθά το παιδί της στα μαθήματα. Συχνά παίζουν και χορεύουν, και άλλοτε βρίσκει χρόνο να διασκεδάσουν μαζί έξω από το σπίτι, κάνοντας, για παράδειγμα, πατινάζ ή πηγαίνοντας βόλτα στο λούνα παρκ. Παραδέχεται ότι είναι τυχερή που η γιαγιά φροντίζει την κόρη της όταν εκείνη δουλεύει. «Είναι απόλυτα λογικό να ενοχλείται το ταίρι σου όταν σε αγγίζουν άλλοι» λέει. «Τελικά όμως όλα εξαρτώνται από το πώς αισθάνεσαι και, αν μπορείς, τελικά το αντέχεις. Αν δεν μπορείς να αντέξεις κάτι, μην το ακολουθείς εξαρχής. Δεν είναι σωστό που μεγαλώνουμε τα παιδιά με ντροπή και όχι με αγάπη για το σώμα τους. Πήγαμε στο Νέο Μουσείο της Ακρόπολης με την κόρη μου και είδαμε τα γυμνά αγάλματα, διαβάζουμε βιβλία με ιθαγενείς της Αφρικής και προσπαθώ να της εξηγήσω ότι η ίδια η φύση μάς χάρισε το σώμα μας».

Τη ρωτώ τι δουλειά λέει στην κόρη της ότι κάνει. «Δεν ντρέπομαι για τη δουλειά μου. Στριπ σημαίνει γδύνομαι και τιζ πειράζω. Στο Χόλιγουντ έχουν γυριστεί αριστουργήματα για το επάγγελμά μου. Αλλά η κόρη μου δεν είναι ακόμη στην κατάλληλη ηλικία για να καταλάβει. Ζει, ευτυχώς, στον κόσμο της Σταχτοπούτας και της Χιονάτης. Ξέρει βέβαια ότι είμαι χορεύτρια, αλλά περιμένω να πάει γύρω στα 12 για να της πω τα πάντα. Τώρα προέχει να την προστατέψω από τους πονηρούς ανθρώπους. Ολους αυτούς που ορίζουν τι είναι καθωσπρέπει και τι πρόστυχο. Κάποτε είχα διλήμματα σχετικά με τη δουλειά μου, ώσπου ένας συνταξιούχος ναυτικός, πολυταξιδεμένος, μου είπε κάποτε μια ιστορία. Για έναν ανήθικο ναυπηγό που τα έπαιρνε για να χορηγεί άδειες σε καράβια τα οποία δεν έπρεπε να ταξιδεύουν. Εως ότου κάποιο βυθίστηκε και άρχισαν τη νύχτα να τον επισκέπτονται οι φωνές των πνιγμένων. Και εδώ σε ρωτώ: Ποιος είναι ο ανήθικος; Εγώ κάνω μια δύσκολη περφόρμανς κάθε άλλο παρά χυδαία. Οι φιγούρες μου είναι ακροβατικές, όχι πορνογραφικές. Μπορεί να ξεγυμνώνομαι, αλλά δεν ανοίγω τα πόδια» μου λέει τη στιγμή που μπαίνει στο δωμάτιο η εννιάχρονη κόρη της. Εχει έρθει για να χορέψουν μαζί τις ρομποτικές φιγούρες του Μάικλ Τζάκσον, να ψήσουν μπισκότα και ύστερα να πάνε μια βόλτα στην παραλία. Στην κοινωνία που την περιβάλλει, στη γειτόνισσα και στη δασκάλα τι έχει πει; «Οι πάντες γνωρίζουν το επάγγελμά μου. Δεν ζω στο ψέμα». Πολλές φορές το βράδυ, στο μαγαζί, η Χάνα παίζει τον ρόλο της ψυχοθεραπεύτριας. Εχει ώριμη σκέψη, έχει φάει τη νύχτα με το κουτάλι στα μεγαλύτερα κλαμπ του κόσμου. Οι περισσότεροι πελάτες της είναι παντρεμένοι και έχουν παιδιά. Η Χάνα ακούει τα μυστικά τους. «Λένε ότι έχουν προβλήματα στο σπίτι» μου λέει. «“Μα πότε έκανες το τραπέζι στη σύντροφό σου; Πότε της πήρες ένα φόρεμα; Πότε άκουσες το παιδί σου χωρίς επικριτικό ύφος; ” τους ρωτάω». «I’m Your Private Dancer», η φωνή της Tίνα Τέρνερ ακούγεται από τα μικρόφωνα. «O λόγος που κάνω στριπτίζ είναι καθαρά οικονομικός. Πλέον, ελάχιστοι το αντιμετωπίζουν ως τέχνη. Εγώ όμως έτσι το ξέρω. Οταν μια σέξι κοπέλα δεν γνωρίζει να χορεύει στον στύλο, αλλά μόνο γδύνεται, κάνει βόλτες και ανεβαίνει στο κορμί του άνδρα, αυτό δεν είναι τέχνη».

Δημοσιεύθηκε στο BHMagazino, τεύχος 485, σελ. 36-39, 31/01/2010.