Οι διατροφικοί μύθοι κυκλοφορούν από στόμα σε στόμα και γιγαντώνονται. Η αναπαραγωγή μιας επιστημονικής είδησης η οποία δημοσιεύθηκε στον Τύπο εμπλουτίζεται με λίγη «σάλτσα» και καταλήγει να αποτελεί θέσφατο. Τόσο που, αν επιχειρήσει κανείς να αποκαταστήσει την αλήθεια, θα αντιμετωπιστεί ως… γραφικός. Δεν θα πειστεί εύκολα κάποιος ότι η σύσταση των διαιτολόγων για κατανάλωση 8-10 ποτηριών νερού ημερησίως δεν αφορά
όλους τους ανθρώπους. Μετά τον ανηλεή πόλεμο εναντίον της παχυσαρκίας ποιος θα πιστέψει ότι όσοι διατηρούν λίγο παραπάνω λίπος στο σώμα τους θα ζήσουν περισσότερα χρόνια από τους «κοκαλιάρηδες»; Μετά τη μάχη που έδωσαν επιστήμονες για να… μεταβιβάσουν τη γνώση για τις ευεργετικές ιδιότητες του κρασιού, είναι δύσκολο πια να διαδοθεί το
μήνυμα ότι πάνω από πέντε ποτηράκια την εβδομάδα αυξάνουν τη θνησιμότητα. «Το Βήμα» επιχειρεί σε συνεργασία με τον καθηγητή Προληπτικής Ιατρικής και Διατροφής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κρήτης κ. Αντ. Καφάτο να καταρρίψει ορισμένους δημοφιλείς διατροφικούς μύθους και να αποκαταστήσει την αλήθεια με βάση τις τελευταίες επιστημονικές μελέτες, οι οποίες βέβαια δεν αποκλείεται αύριο να αναιρεθούν από άλλες
1. Πρέπει να πίνουμε 8-10 ποτήρια νερό ημερησίως
ΑΛΗΘΕΙΑ: Η κατανάλωση νερού εξαρτάται από τις ανάγκες του κάθε ατόμου. Αν κάποιος εργάζεται κάτω από τον καυτό ήλιο ή αθλείται, πρέπει να πίνει πολύ νερό. Μικρότερη ποσότητα χρειάζεται ένας άνθρωπος που καταναλώνει μεγάλες ποσότητες φρούτων και λαχανικών ή σούπες. Ως πρόσφατα η σύσταση των διαιτολόγων αφορούσε κατανάλωση τουλάχιστον οκτώ ποτηριών νερού ημερησίως. Το 2008 όμως οι επιστήμονες Dan Νegoianu και Stanley Goldfarb σε δημοσίευσή τους στο επιστημονικό έντυπο «Journal of the Αmerican Society of Νephrology» κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι «δεν υπάρχει καθαρή ένδειξη για τα οφέλη της κατανάλωσης μεγάλων ποσοτήτων νερού».
2. Υπάρχουν τροφές οι οποίες αν συνδυαστούν παχαίνουν (π.χ., πρωτεΐνες με υδατάνθρακες)
ΑΛΗΘΕΙΑ: Πρόκειται για «τσαρλατανισμούς». Από την αρχαία Ελλάδα ως σήμερα οι τροφές συνδυάζονταν. Το πρόβλημα της παχυσαρκίας δεν έχει καμία σχέση με τους συνδυασμούς των τροφών. 3. Υπάρχουν τροφές που «καίνε» το λίπος (όπως ανανάς, λεμόνι κτλ.)
ΑΛΗΘΕΙΑ: Δεν υπάρχουν τροφές που παχαίνουν ή αδυνατίζουν. Για να χάσει ένας υπέρβαρος κιλά θα πρέπει οι θερμίδες που καταναλώνει να είναι λιγότερες από αυτές που χρειάζεται ο οργανισμός του.
4. Μετά τις 8 το βράδυ το φαγητό μετατρέπεται σε λίπος
ΑΛΗΘΕΙΑ: Σίγουρα δεν είναι καλό να κοιμηθεί κάποιος με γεμάτο στομάχι. Αυτό όμως έχει σχέση με τη διαδικασία της χώνεψης. Ενα ελαφρύ, ισορροπημένο δείπνο, όποια ώρα κι αν το φάει κάποιος, δεν μετατρέπεται σε λίπος.
5. Τα φρέσκα προϊόντα είναι πιο θρεπτικά από τα κατεψυγμένα
ΑΛΗΘΕΙΑ: Αν τα κατεψυγμένα έχουν παραμείνει για μεγάλο χρονικό διάστημα στην κατάψυξη, χάνουν μεγάλο ποσοστό της θρεπτικής τους αξίας. Αν πάλι είναι φρεσκοκατεψυγμένα, θεωρούνται ισάξια με τα φρέσκα. Ειδικά για τα κατεψυγμένα φρούτα και λαχανικά μπορεί να υπερτερούν όσων «φρέσκων» έχουν παραμείνει για καιρό στο ράφι του μανάβη ή έχουν παραχθεί πριν από πολλές ημέρες και εισαχθεί από το εξωτερικό.
Βεβαίως τα κατεψυγμένα δεν μπορούν να συναγωνιστούν τη γεύση των φρέσκων προϊόντων, ενώ η επεξεργασία τους- όταν δεν είναι σωστή- αλλοιώνει τα συστατικά τους.
6. Δεν πρέπει να καταναλώνουμε πάνω από τρία αβγά την εβδομάδα
ΑΛΗΘΕΙΑ: Τα παιδιά (κατά την προσχολική ηλικία) πρέπει να καταναλώνουν ένα αβγό την ημέρα.
Αλλωστε η χοληστερόλη που περιέχουν βοηθά στη δημιουργία των κυττάρων. Στα μεγαλύτερα παιδιά και στους ενηλίκους οι οποίοι δεν έχουν γενετική υπερλιπιδαιμία συστήνεται η κατανάλωση ως τεσσάρων αβγών την εβδομάδα. Αν όμως έχουν γενετική υπερλιπιδαιμία, δύο την εβδομάδα είναι αρκετά- ή και περισσότερα αν αφαιρεθούν οι κρόκοι.
7. Το μαγείρεμα καταστρέφει τις θρεπτικές ουσίες των τροφίμων
ΑΛΗΘΕΙΑ: Ορισμένες ουσίες των λαχανικών είναι υδροδιαλυτές και διασπώνται με το μαγείρεμα σε νερό, όπως π.χ. η βιταμίνη C και το φυλλικό οξύ, τα οποία περιέχονται στα πράσινα λαχανικά. Η απώλεια βιταμινών και άλλων πολύτιμων στοιχείων μπορεί να περιοριστεί αν τα λαχανικά βυθίζονται ολόκληρα σε νερό που βράζει και σερβίρονται αμέσως. Υπάρχουν ωστόσο άλλα θρεπτικά συστατικά τα οποία δεν χάνονται με το μαγείρεμα, όπως το λυκοπένιο στις ντομάτες, το οποίο «ενισχύεται» με τον βρασμό.
8. Δύο ποτηράκια κρασί την ημέρα κάνουν καλό στην υγεία
ΑΛΗΘΕΙΑ: Περισσότερα από πέντε ποτηράκια την εβδομάδα αυξάνουν τη θνησιμότητα από καρκίνο του ήπατος και του οισοφάγου. Αυτά είναι τα τελευταία δεδομένα που προέκυψαν από μεταανάλυση μελετών οι οποίες έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια για τις επιπτώσεις του κρασιού. Μέχρι πρότινος οι ειδικοί θεωρούσαν ότι ως δύο ποτηράκια την ημέρα είναι ευεργετικά για την υγεία. Τις ωφέλιμες ουσίες του κρασιού περιέχουν και άλλες τροφές, π.χ. σταφύλια, ελαιόλαδο και ελιές.
9. Τα θαλασσινά και τα σαλιγκάρια έχουν χοληστερόλη και πρέπει να αποφεύγονται
ΑΛΗΘΕΙΑ: Τα θαλασσινά, παρ΄ ότι περιέχουν υψηλή χοληστερόλη, έχουν πολύ χαμηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά. Ετσι δεν επηρεάζουν τη χοληστερόλη του σώματος.
Μάλιστα τα ω-3 λιπαρά που περιέχουν σε αφθονία ελαττώνουν τις λιποπρωτεΐνες και άρα τον κίνδυνο εμφράγματος. Τρία γεύματα, ψητών ή βραστών, θαλασσινών και ψαριών την εβδομάδα (300-400 γραμμαρίων συνολικά) είναι αρκετά.
Αντιστοίχως και τα σαλιγκάρια έχουν υψηλή διατροφική αξία και είναι πλούσια σε ω-3 λιπαρά, τα οποία είναι ευεργετικά για την καρδιά και τα αγγεία.
10. Η λήψη συμπληρωμάτων διατροφής και βιταμινών κάνει καλό
ΑΛΗΘΕΙΑ: Η λήψη τους δεν βελτιώνει την υγεία ούτε μειώνει τη θνησιμότητα. Οποιοι ακολουθούν τη μεσογειακή διατροφή το πιθανότερο είναι ότι δεν τα χρειάζονται. Σε παθολογικές καταστάσεις (αναιμίες, οστεοπόρωση, υποσιτισμός κτλ.) μπορεί η χορήγησή τους να βοηθήσει αλλά υπό την επίβλεψη ενός ειδικού γιατρού. Σε μακροχρόνια έρευνα (Φινλανδία) βρέθηκε ότι μεγάλη δόση βκαροτίνης σε ανθρώπους αυξημένου κινδύνου για καρκίνο (π.χ., σε καπνιστές) αυξάνει τη θνησιμότητα.
11. Το σωματικό λίπος κάνει κακό
ΑΛΗΘΕΙΑ::Το συμπέρασμα αυτό ήρθε να ανατρέψει μια πρόσφατη έρευνα που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο «Αmerican Geriatrics Society» και κατέδειξε ότι η θνησιμότητα «παχουλών» ηλικιωμένων (70-75 ετών) είναι μικρότερη σε σύγκριση με εκείνη των «κοκαλιάρηδων» συνομηλίκων τους, ακόμη και όσων είχαν φυσιολογικό βάρος!