Ενας περίπατος στη Διονυσίου Αρεοπαγίτου τον «γεμίζει» Ελλάδα. Η- νιοστή- επίσκεψη σε δημόσια υπηρεσία τον θλίβει, όπως και οι μεταφορικές δυσκολίες, που κάθε φορά πρέπει να ξεπεραστούν για να ταξιδέψει στην… ιδιαίτερη πατρίδα του, την Κάλυμνο, ειδικά κατά τους χειμερινούς μήνες. Βρίσκει την Αθήνα «όμορφη πόλη», αλλά τους συνομηλίκους του γηγενείς, «ράθυμους και με έναν φραπέ στο χέρι». Απορεί που το ελληνικό κράτος εγκαταλείπει την αρχιτεκτονική κληρονομιά των νεοκλασικών, στην τύχη τους.

Ο Νικόδημος Κινίουα, εργαζόμενος σε μπαρ και ταυτόχρονα αρχισυντάκτης του μεταναστευτικού περιοδικού «Αsante», κατάγεται από την Κένυα, αλλά όλη σχεδόν την τριαντατριάχρονη ζωή του την έχει περάσει στην Ελλάδα. Ενας Αφρικανός που μεγάλωσε σαν Ελληνας σε ελληνικό νησί και μετά ήρθε στην πρωτεύουσα να σταδιοδρομήσει, όπως χιλιάδες άλλοι νέοι.

Με τη διαφορά ότι ο Νικόδημος δεν λογίζεται- ακόμη τουλάχιστονέλληνας πολίτης. « Το «αγκάθι» που πληγώνει. Κάθε δύο χρόνια στην ουρά για την ανανέωση των χαρτιών νομιμοποίησης». Παρ΄ όλα αυτά αντικρίζει μια χώρα «όμορφη, γεμάτη φως και θάλασσα». Το κρατικό «σκάφος» όμως «είναι βυθισμένο στο τέλμα της διαφθοράς». Δικά του λόγια, που όπως και τα δικά του μάτια αποτυπώνουν εν πολλοίς όσα και οι Ελληνες βλέπουν και εισπράττουν πότε με αισθήματα χαράς και ικανοποίησης και πότε λύπης και οργής.

Ο Νικόδημος ζει στη Νέα Ζωή στο Περιστέρι. Καθημερινά τρέχει μερικά χιλιόμετρα στο πάρκο της γειτονιάς. Η συνήθειά του αυτή αντιμετωπίζεται σκωπτικά από τους συνομηλίκους του. « Αράζουν στις καφετέριες, με τον φραπέ στο χέρι και ένα τάβλι ανοιγμένο μπροστά τους. O αθλητισμός μοιάζει άγνωστη λέξη για αυτές τις παρέες.Ωρες ώρες αναρωτιέμαι αν και πότε εργάζονται ορισμένοι από αυτούς».

Για τις καθημερινές του μετακινήσεις χρησιμοποιεί το μετρό. «Μέσα στα βαγόνια,παρακολουθεί κανείς την κοινωνική διαστρωμάτωση και τις αντιλήψεις του Ελληνα,αλλά και την εντύπωση που προκαλεί το διαφορετικό. Πριν από λίγες ημέρες, πρωί πρωί,ένας βαριεστημένος μεσήλικας μου άνοιξε κουβέντα: Τσαγκαροδευτέρα΄΄μου είπε.“Πώς πάει κανείς στο γραφείο΄΄. Μα γιατί, ωραίο είναι να εργάζεσαι και να κοπιάζεις για τα προς το ζην΄΄του απάντησα με χαμόγελο. Με κοίταξε για δύο δευτερόλεπτα και κούνησε το κεφάλι.“Πάει,χάλασες που ήρθες εδώ΄΄ μού αντιγύρισε».

Οταν θέλει να ξεφύγει από τις καθημερινές έγνοιες, περπατά στη Διονυσίου Αρεοπαγίτου και επισκέπτεται το Μουσείο Ακρόπολης. «Πρέπει να έχω πάει πάνω από 30 φορές.Θεωρώ ότι η ανέγερση και τα εγκαίνιά του ήταν το σημαντικότερο γεγονός των τελευταίων ετών.Εκεί μέσα βιώνεις τη σημασία των μνημείων». Την ίδια ώρα ο Νικόδημος εκπλήσσεται «από την εγκατάλειψη των νεοκλασικών στην Πλάκα».

O νεαρός μετανάστης από την Κένυα επιστρέφει όσο πιο συχνά μπορεί στην Κάλυμνο. «Την νιώθω πατρίδα μου. Στο Καντούνι η ματιά χάνεται στην άπλα του Αιγαίου». Οταν, βέβαια, μπορεί κανείς να ταξιδέψει προς αυτά τα νησιά. «Στη λεγόμενη άγονη γραμμή, ειδικά μετά τον Νοέμβριο,“ξεχνούν΄΄ τη σύνδεση με την κυρίως Ελλάδα». Πρότυπα Ελλήνων ο Νικόδημος θεωρεί τον χορογράφο Δημήτρη Παπαϊωάννου, τον Δημήτρη Χορν, τη Μελίνα Μερκούρη, τον Δημήτρη Μητρόπουλο και τον φυσικό Δημήτρη Νανόπουλο. «Τον είχα συναντήσει τυχαία στη Σταδίου,τον χαιρέτησα, στάθηκε και μιλήσαμε για δέκα λεπτά, περίπου. Μου είπε και ένα ωραίο ανέκδοτο». Οση ώρα μιλούσε ο Νικόδημος με τον καθηγητή, τους προσπερνούσαν διάφοροι. «Δεν στάθηκε κάποιος άλλος να τον χαιρετήσει ή να του απευθύνει τον λόγο. Αναρωτιέμαι αν ο Νανόπουλος είναι άγνωστος στους Ελληνες και ειδικά στους νέους».

Οι «καλοί άνθρωποι», οι νέοι και οι γυναίκες
Ο Νικόδημος μεγάλωσε στην Κάλυμνο. «Ζεστοί, πρόσχαροι,φιλόξενοι άνθρωποι,συμπυκνώνουν την εικόνα που έχω για τον καλό άνθρωπο και Ελληνα». Τη σχημάτισε στη γειτονιά που μεγάλωσε και τον ακολουθεί πάντα, λέει. Οι αντίθετες εντυπώσεις «προκαλούνται από όσους στέκονται στο χρώμα του δέρματός μου ή στην καταγωγή μου. Υπάρχει ένας λανθάνων ρατσισμός,όχι μόνο απέναντι στον ξένο. Στην Ελλάδα πολίτες δεύτερης κατηγορίας είναι και τα άτομα με αναπηρία ή οι γυναίκες».

Αλλαγή κεφαλαίου. Οι Ελληνίδες «είναι πανέμορφες,και μάλλον δεν είναι τυχαία η αρχετυπική απεικόνιση του κάλλους τους στην “Αφροδίτη της Μήλου”» . Καθυστερούν, όμως, να χειραφετηθούν…

«Οι νέοι στην Ελλάδα, αγόρια και κορίτσια, παραμένουν προσκολλημένοι στην οικογενειακή εστία, ακόμη και σε ηλικίες που δεν είναι πλέον “αγόρια και κορίτσια”, αλλά άνδρες και γυναίκες. Αντιλαμβάνομαι ότι αυτό συμβαίνει και για οικονομικούς λόγους,αλλά σε αρκετές περιπτώσεις ξεπερνιούνται και τα πιο “ελαστικά” όρια».