Μία εβδομάδα πριν από τις ευρωεκλογές τίποτε δεν έχει αλλάξει στο πολιτικό σκηνικό που έχει από μηνών διαμορφωθεί. Το ΠαΣοΚ αισιοδοξεί ότι τα πέτρινα χρόνια του, μία πενταετία και πλέον εκτός της εξουσίας, θα τελειώσουν, πιθανώς το προσεχές φθινόπωρο- εφόσον το αποτέλεσμα της κάλπης επιβεβαιώσει τις προβλέψεις των δημοσκόπων. Η Νέα Δημοκρατία, αγκυλωμένη και αδύναμη και τρομαγμένη από τις δημοσκοπήσεις, ελπίζει στον από μηχανής θεόν… Με προεξοφλούμενα τα αποτελέσματα, ο πολιτικός αγώνας μοιάζει ανιαρός και ας έχουν βρεθεί στην πρώτη γραμμή της μάχης οι δύο αρχηγοί των μεγάλων κομμάτων, αυτοπροσώπως.

Είτε διότι, αντιθέτως με ό,τι συμβαίνει στις βουλευτικές εκλογές (με τις θορυβώδεις εκστρατείες των υποψηφίων βουλευτών), οι ευρωεκλογές από τη φύση τους δεν προκαλούν σκληρούς ανταγωνισμούς· είτε διότι, όποιο κι αν είναι το αποτέλεσμα, την άλλη Δευτέρα η κυβέρνηση θα είναι η ίδια, η μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών δεν νοιάζεται ιδιαιτέρως για την αναμέτρηση. Για τους λόγους αυτούς τα κόμματα ανησυχούν στον βαθμό που τους απειλεί η συνειδητή αποχή.

Αλλωστε ο μέσος πολίτης δεν γνωρίζει το άμεσο διακύβευμα της προσεχούς Κυριακής. Τα δύο κόμματα που εναλλάσσονται στην εξουσία αρκούνται στην προβολή των παγίων χαρακτηριστικών τους (πρόοδοςσυντήρηση, σοσιαλισμός – νεοφιλελεύθεροι κλπ.) και αποφεύγουν να δηλώσουν με σαφήνεια πώς από την επομένη των εκλογών θα χειρισθούν τα προβλήματα της χώρας.

Ετσι, μένει να δούμε αν το αποτέλεσμα των εκλογών θα είναι δημοψηφισματικόν ή απλώς θα καταγράψει τις σημερινές τάσεις του εκλογικού σώματος.

Οπως έχουν διαμορφωθεί τα πολιτικά πράγματα, ο ψηφοφόρος της Κυριακής πρέπει να στηρίξει την επιλογή του τόσον στην πολιτική του παγία τοποθέτηση όσον και στην αξιοπιστία των ηγετών.

Και, φυσικά, στο μήνυμα που θέλει να στείλει.