ΡΑΒΑΛΠΙΝΤΙ Τη δική του άποψη για τον πόλεμο με τους Ταλιμπάν, στον οποίο έχουν εμπλακεί οι κυβερνητικές δυνάμεις του Πακιστάν, έδωσε, σε συνομιλία του με δημοσιογράφο του αμερικανικού τηλεοπτικού δικτύου CΝΝ, ο εκπρόσωπος Τύπου των ενόπλων δυνάμεων της χώρας, υποστράτηγος Ατχάρ Αμπάς.

Είπε ότι τα όπλα των Ταλιμπάν που δρουν στην κοιλάδα του Σουάτ φθάνουν εκεί μέσω των συνόρων του Πακιστάν με το Αφγανιστάν- και τόνισε ότι ένα μέρος τους προέρχεται από το… ΝΑΤΟ και είναι προϊόν λαθρεμπορίου. Πρότεινε μάλιστα στις Ηνωμένες Πολιτείες «να σταματήσουν να ανησυχούν για τα πυρηνικά του Πακιστάν και να αρχίσουν να ανησυχούν για τα δικά τους όπλα που χάνουν στο Αφγανιστάν».

Σύμφωνα με έκθεση της αμερικανικής κυβέρνησης, που είδε το φως της δημοσιότητος τον προηγούμενο μήνα, το Πεντάγωνο δεν διαθέτει «πλήρη αρχεία» για το ένα τρίτο περίπου των 242.000

όπλων που οι ΗΠΑ προμήθευσαν στον αφγανικό στρατό, αλλά και για άλλα 135.000 όπλα που έχουν στείλει άλλες χώρες.

O υποστράτηγος Αμπάς είπε ακόμη ότι οι αντάρτες της κοιλάδας του Σουάτ χρηματοδοτούνται και εξοπλίζονται και από «μυστικές υπηρεσίες του εξωτερικού», αρνούμενος ωστόσο να διευκρινίσει αν υπονοεί τον «παραδοσιακό» αντίπαλο του Πακιστάν, την Ινδία. Ο ίδιος εκτιμά ότι το 10%-15% των Ταλιμπάν που μάχονται τις δυνάμεις του πακιστανικού στρατού είναι ξένοι μαχητές. «Καλά εκπαιδευμένοι Αραβες, Αφγανοί, αλλά και νέοι από την Κεντρική Ασία και τη Βόρεια Αφρική».

Οι πρόσφατες βομβιστικές επιθέσεις σε πόλεις του Πακιστάν αναμένεται πάντως, σύμφωνα με ανάλυση του Reuters, να ενισχύσουν την αποφασιστικότητα της κυβέρνησης της χώρας να εξουδετερώσει τους Ταλιμπάν και όχι να πλήξει τις εναντίον τους επιχειρήσεις στην κοιλάδα του Σουάτ, όπως στοχεύουν οι σχεδιαστές τους.

Από τα τέλη Απριλίου οι Ταλιμπάν θεωρούνται υπεύθυνοι για οκτώ βομβιστικές επιθέσεις σε πόλεις του Πακιστάν, τέσσερις από τις οποίες σημειώθηκαν την περασμένη Πέμπτη και άλλη μία, με δεκάδες νεκρούς, την Τετάρτη. Στόχος είναι να καμφθεί η αποφασιστικότητα της κυβέρνησης να πολεμήσει τους Ταλιμπάν και να μειωθεί η υποστήριξη της κοινής γνώμης στις σχετικές στρατιωτικές επιχειρήσεις.