Η Κρήτη αντιμετωπιζόταν πάντα διαφορετικά από την υπόλοιπη ελληνική κοινωνία. Ηταν η ισχυρή, αυστηρή και ταυτόχρονα εύπορη κοινωνία που έμοιαζε, ή τουλάχιστον αυτό ήθελε ο συλλογικός μύθος, να «μην τη σκιάζει φοβέρα καμιά». Κάποτε, στην εξοικείωση με τα όπλα που έπρεπε να έχει και να χρησιμοποιεί κάθε πραγματικά κρητική οικογένεια, αλλά και στα πάσης φύσεως αδικήματα, έδειχνε «φοβερή» η ίδια. Σήμερα μοιάζει τρομαγμένη από το έγκλημα όσο και η υπόλοιπη ελληνική κοινωνία και ταυτόχρονα δεν εμπιστεύεται κανέναν ότι είναι ικανός να τη βοηθήσει, ούτε την Αστυνομία ούτε τη Δικαιοσύνη. Αυτό είναι το συμπέρασμα δημοσκοπικής έρευνας που διενεργήθηκε σε δείγμα 1.011 νοικοκυριών της Κρήτης, υπό την εποπτεία του διευθυντή του εργαστηρίου Ανάλυσης Δεδομένων του Πολυτεχνείου Κρήτης καθηγητή κ. Κ. Ζοπουνίδη και του διδάκτορα του Παντείου Πανεπιστημίου και καθηγητή του Τμήματος Κοινωνικής Εργασίας του ΤΕΙ Κρήτης κ. Γ. Παπακωνσταντή.

Οπως προκύπτει από την ανάλυση των δεδομένων της έρευνας, οι Κρητικοί σε συντριπτικό ποσοστό, το οποίο προσεγγίζει το 90%, διατυπώνουν τη θέση ότι από παραβατικής άποψης το 2008 ήταν μια από τις χειρότερες χρονιές των τελευταίων δεκαετιών, με τον δείκτη εγκληματικότητας να παρουσιάζει ραγδαία αύξηση. «Οι πολίτες δέχονται επιθέσεις από παντού» υποστηρίζει ο ειδικός σε θέματα πολιτικών ασφάλειας κ. Παπακωνσταντής. «Εκτός από την απειλή της ανεργίας, των απολύσεων, της απώλειας εισοδήματος, βιώνουν το έγκλημα ως αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητάς τους». Είναι χαρακτηριστικό ότι ποσοστό 38% δηλώνει ότι αισθάνεται ανασφάλεια όταν κυκλοφορεί στους δρόμους, ενώ ποσοστό 40,6% εκφράζει φόβους ότι ανά πάσα στιγμή μπορεί να πέσει θύμα κλοπής, ληστείας ή άσκησης βίας.

Αλλά η Αστυνομία δεν μπορεί να τους σώσει. Ενας στους δύο θεωρεί ότι η ασκούμενη αντιεγκληματική πολιτική αντικατοπτρίζει τις… εγγενείς αδυναμίες της ελληνικής δημόσιας διοίκησης: την προχειρότητα, τη χαμηλή παραγωγικότητα και την αναποτελεσματικότητα. Σε ερώτηση σχετική με το εάν η πολιτεία ακολουθεί «συγκεκριμένη πολιτική» στον τομέα της δημόσιας ασφάλειας και της καταπολέμησης του εγκλήματος, οι πολίτες απάντησαν «όχι» ή «μάλλον όχι» σε ποσοστό 49,3%. Ετσι, η εμπιστοσύνη στην Αστυνομία φαίνεται να κλονίζεται ανεπανόρθωτα. Κατά τη γνώμη των πολιτών η Αστυνομία δεν μπορεί να αντιμετωπίσει επαρκώς την έξαρση της εγκληματικότητας για τρεις κυρίως λόγους: γιατί λόγω ανεπάρκειας αδυνατεί να κάνει καλά τη δουλειά της (19,7%), γιατί δεν την αφήνουν οι πολιτικοί παράγοντες να ασκήσει απερίσπαστη το έργο της (26,8%) και γιατί η διαφθορά στις τάξεις των διωκτικών αρχών έχει διαβρώσει όλα τα επίπεδα διοίκησης (21%).

Ερωτήματα από τα Ζωνιανά

ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ τα οποία εξακολουθούν να παραμένουν αναπάντητα προκάλεσε η αιφνίδια ενέργεια της κυρίας Μαρίας Λαζαρίδη, από τα Χανιά, να παραιτηθεί από την παράσταση πολιτικής αγωγής εις βάρος των κατηγορούμενων συντοπιτών της, οι οποίοι δικάζονται για την απόπειρα ανθρωποκτονίας του συζύγου της, ειδικού φρουρού Ευστάθιου Λαζαρίδη, κατά τη διάρκεια ενέδρας σε αστυνομικές δυνάμεις στα Ζωνιανά τον Νοέμβριο του 2007.

Η νεαρή γυναίκα, μητέρα ενός κοριτσιού (την ημέρα τραυματισμού του πατέρα του ήταν μόλις σαράντα ημερών), κατά την έναρξη της δίκης και διά του πληρεξουσίου δικηγόρου της δήλωσε παράσταση πολιτικής αγωγής, όπως κάθε παράγοντας της δίκης και κάθε μέλος του δικαστηρίου και του ακροατηρίου περίμενε ότι θα συμβεί. Κατά τη δεύτερη όμως ημέρα συνεδρίασης του δικαστηρίου- δίχως να έχει προηγηθεί κάτι το οποίο να έχει γίνει γνωστό και να εξηγεί τη στάση της- εμφανίστηκε αυτοπροσώπως στους δικαστές και αιφνιδίασε τους πάντες, δηλώνοντας ότι παραιτείται από την πολιτική αγωγή.