ΤΗ ΣΗΜΑΣΙΑ της ανάληψης της ηγεσίας του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών από τον Αχμέτ Νταβούτογλου προσπαθεί να αποκωδικοποιήσει η Αθήνα μέσα στο κλίμα που έχει δημιουργήσει η σκανδαλολογία. Η περίπτωση Νταβούτογλου όμως δεν θα πρέπει να αντιμετωπιστεί αποσπασματικά. Εντάσσεται σε μια ευρύτερη προσπάθεια του πρωθυπουργού Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν να ελέγξει το πολιτικό σκηνικό στην Τουρκία, να βελτιώσει την οικονομική κατάσταση και να προωθήσει μεταρρυθμίσεις. Φυσικά, ο απώτερος σκοπός του είναι να μπουν οι βάσεις για άλλη μία εκλογική νίκη του κόμματός του το 2011. Για τον λόγο αυτόν ο τούρκος πρωθυπουργός τοποθέτησε ανθρώπους της εμπιστοσύνης του σε βασικά υπουργεία-κλειδιά. Πέραν του Εξωτερικών, ανέθεσε το υπουργείο Δικαιοσύνης στον Σαντουλάχ Εργκίν, διόρισε «τσάρο της Οικονομίας»
τον εκλεκτό των διεθνών αγορών και ως προχθές υπουργό Εξωτερικών Αλί Μπαμπατζάν και επανέφερε στο προσκήνιο τον Μπουλέντ Αρίντς ως υπουργό Επικρατείας – ουσιαστικά πρώτο αντιπρόεδρο της κυβέρνησης. Η περίπτωση Αρίντς παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον. Ο ισλαμιστής πολιτικός υπήρξε μέλος της τριανδρίας που μαζί με τον κ. Ερντογάν και τον πρόεδρο της Δημοκρατίας
Αμπντουλάχ Γκιουλ ηγήθηκαν της ανόδου του ΑΚΡ στην εξουσία το 2002. Οι σχέσεις του με τους στρατηγούς δεν είναι καλές, καθώς οι «πασάδες» τον θεωρούσαν ριζοσπαστικό ισλαμιστή. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο πρώην επικεφαλής του Γενικού Επιτελείου στρατηγός Γιασάρ Μπουγιούκανιτ είχε εκφράσει τη δυσφορία του στο πρόσωπό του. Τώρα ο κ. Αρίντς διαθέτει «υπεραρμοδιότητες», σύμφωνα με τον τουρκικό Τύπο: θα προΐσταται του Συμβουλίου της Επικρατείας και θα συμμετέχει στις συνεδριάσεις του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας.

Η κυβέρνηση θέλει να προωθήσει ένα πακέτο μεταρρυθμίσεων που θα ενισχύσουν τη θέση της στο εσωτερικό και την εικόνα της στο εξωτερικό. Ο Αλί Μπαμπατζάν μπορεί να διασφαλίσει ότι η Αγκυρα θα λάβει το δάνειο που επιθυμεί από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, κάτι που θα δώσει ανάσα και στις κοινωνικές τάξεις που στηρίζουν το ΑΚΡ. Η παρουσία του έμπιστου Εργκίν στο Δικαιοσύνης θεωρείται κρίσιμη καθώς ο Ερντογάν επιθυμεί, πρώτον, την αναθεώρηση του Συντάγματος (άρα και της δυνατότητας απαγόρευσης των πολιτικών κομμάτων), δεύτερον, την καθιέρωση του Συνηγόρου του Πολίτη και, τρίτον, την αλλαγή του νόμου για τα πολιτικά κόμματα (με κατάργηση του πλαφόν του 10% για είσοδο στην Εθνοσυνέλευση). Σταδιακά ο έλεγχος της Δικαιοσύνης θα περάσει λογικά σε αυτόν.

Ο τρόπος με τον οποίο ο κ. Ερντογάν έχει χτίσει την πολιτική ηγεμονία του στην Τουρκία χρήζει προσοχής. Μετά την ανάληψη της πρωθυπουργίας αξιοποίησε άριστα την ευρωπαϊκή προοπτική ως μέσο για να περιορίσει την επιρροή του κοσμικού κατεστημένου στην εσωτερική και εξωτερική πολιτική. Παράλληλα, η προοπτική αυτή του επέτρεψε να προσεταιριστεί μέρος του επιχειρηματικού κόσμου, αν και δεν δίστασε να φανεί αδίστακτος όταν ένιωσε ότι μέρη αυτού προσπάθησαν να αμφισβητήσουν τις επιλογές του (όπως ο Αϊντίν Ντογάν ).

Αισθανόμενος ισχυρός, δεν δίστασε να προκαλέσει τους αντιπάλους του προτείνοντας τον κ. Γκιουλ ως πρόεδρο της Δημοκρατίας. Η σύγκρουσή του με τη Δικαιοσύνη και η παρ΄ ολίγον απαγόρευση του ΑΚΡ τον οδήγησε σε μια ανίερη συμφωνία με τους στρατηγούς για λόγους επιβίωσης. Αναγκάστηκε να βρει ένα modus operandi μαζί τους στο Κουρδικό, αλλά εξασφάλισε την ανοχή τους στην εξάρθρωση της Εργκενεκόν. Τώρα φαίνεται ότι «βάζει πόδι» και στο άντρο του υπουργείου Εξωτερικών. Αν τα πράγματα πάνε καλά, ίσως μετά το 2011 επικεντρώσει την προσοχή του στην άλωση του τελευταίου προπυργίου των κεμαλιστών, του Γενικού Επιτελείουμε ό,τι θα μπορούσε να σημαίνει αυτό για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις.

Η «πολιτική των μηδενικών προβλημάτων με τους γείτονες»
Η ΑΠΟΦΑΣΗ του κ. Ερντογάν να τοποθετήσει σε έναν από τους πυλώνες του κεμαλικού κατεστημένου άνθρωπο της απολύτου εμπιστοσύνης του, τον Αχμέτ Νταβούτογλου, εξέπληξε αρκετούς. Ωστόσο ο πρώην πρωθυπουργικός σύμβουλος θεωρείται ο καταλληλότερος για να προωθήσει τον μείζονα στόχο της Αγκυρας: την ανάδειξή της ως περιφερειακής δύναμης, η οποία μπορεί να φανεί χρήσιμη στις Ηνωμένες Πολιτείες στην προσπάθειά τους να αξιοποιήσουν το τουρκικό μοντέλο του μετριοπαθούς Ισλάμ ως γέφυρας για να βελτιωθούν οι σχέσεις της Δύσης με τον μουσουλμανικό κόσμο.

Σύμφωνα με πληροφορίες του «Βήματος», ο ρόλος που διαδραμάτιζε ήδη από το 2002 ο κ. Νταβούτογλου στη διαμόρφωση της εξωτερικής πολιτικής του κ. Ερντογάν είχε επισημανθεί εγκαίρως από υπηρεσιακούς παράγοντες του υπουργείου Εξωτερικών, μάλιστα υπήρξαν και εισηγήσεις για άνοιγμα άτυπων διαύλων με τον εμπνευστή της «ρυθμικής διπλωματίας» προτού ακόμη αναλάβει κάποιο θεσμικό ρόλο. Ο διορισμός Νταβούτογλου έλαβε εκτεταμένη κάλυψη στα ελληνικά μέσα ενημέρωσης, ιδιαίτερα όσον αφορά τις θέσεις του για τα ελληνοτουρκικά και το Κυπριακό. Η επίσκεψή του στα Κατεχόμενα- κίνηση παραδοσιακή για όλους τους νεοδιοριζόμενους υπουργούς Εξωτερικών- άγγιξε ευαίσθητες χορδές. Ανθρωποι που έχουν μελετήσει όμως εκτενώς τις θέσεις Νταβούτογλου, όπως αυτές έχουν διατυπωθεί και στο βιβλίο του «Στρατηγικό βάθος», σημειώνουν ότι «όσα γράφει για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις δεν θα μπορούσαν να απέχουν δραματικά από τα βασικά αξιώματα που επί χρόνια προωθεί το διπλωματικό κατεστημένο». Εμπειροι περί τα τουρκικά διπλωμάτες συμπληρώνουν ότι «η θεωρία Νταβούτογλου ταιριάζει γάντι με τις αντιλήψεις τόσο του υπουργείου Εξωτερικών όσο και των στρατηγών. Ωστόσοπρέπει να αποφύγουμε βιαστικά συμπεράσματα προτού δούμε τα πρώτα δείγματα γραφής του και το πώς εννοεί την “πολιτική των μηδενικών προβλημάτων με τους γείτονες”» την οποία αναφέρει στο βιβλίο του.