ΠΑΡΙΣΙ. Αν υπάρχει ένα αδιαμφισβήτητο δεδομένο στη Γαλλία, αυτό δεν είναι άλλο από την πατρότητα της κωμωδίας της: η ιδέα και μόνον ότι ο Κορνήλιος (1606-1684) ενδέχεται να είναι ο συγγραφέας ενός μεγάλου τμήματος της εργογραφίας με την υπογραφή του Μολιέρου (1622-1673) μοιάζει ανυπόφορη. Και όμως αυτή η θέση, εκφρασμένη ήδη το 1919 από τον Πιερ Λούις, ποιητή και φανατικό οπαδό του συγγραφέα τουΣιντ,ακουμπά σε μια σειρά ερωτήματα: Γιατί ο Μολιέρος δεν άφησε κανένα χειρόγραφο, ούτε καν πρόχειρο, αλλά ούτε οποιαδήποτε μορφή αλληλογραφίας; Γιατί ο ΖανΜπατίστ Ποκελέν επέλεξε το ψευδώνυμο Μολιέρος το 1644 αφού είχε περάσει μεγάλο χρονικό διάστημα στη Ρουέν, όπου ζούσε ο Κορνήλιος, και μάλιστα χωρίς να δώσει ποτέ εξηγήσεις; Γιατί ποτέ δεν τον είδε κανένας να γράφει; Γιατί είχε τόσα μυστικά; Πώς ο συγγραφέας τουΤαρτούφουκατάφερε να γράψει τόσο πολλά έργα, τριάντα τρία επισήμως, ενώ την ίδια στιγμή είχε αναλάβει τόσες ευθύνες ως διευθυντής του θιάσου, ως ηθοποιός, ως διοργανωτής εκδηλώσεων της επιλογής του Λουδοβίκου ΙΔΔ ; Και, κυρίως, γιατί τόσες διαφορές ύφους ανάμεσα στις κωμωδίες του Μολιέρου ή ακόμη και ανάμεσα στις σκηνές της ίδιας κωμωδίας;

Τα περισσότερα από αυτά τα ερωτήματα έχουν εκφρασθεί από τον συγγραφέα Ντενί Μπουασιέ στο έργο τουΗ υπόθεση Μολιέρου,που κυκλοφόρησε το 2004.

«Ο Κορνήλιος είναι πανταχού παρών στις καθοριστικές στιγμές της καριέρας του Μολιέρου, όπως επισημαίνουν οι επίσημοι βιογράφοι του»θυμίζει, πεπεισμένος ότι οι δύο άνδρες είχαν αναπτύξει μεταξύ τους ένα μυστικό συμβόλαιο. Από την άλλη πλευρά, οι «μολιεριστές», με βασικό εκπρόσωπο τον Ζορζ Φορεστιέ, διευθυντή του Κέντρου Μελέτης της Ιστορίας του Θεάτρου στο Ρaris ΙV, μιλάνε για «πραγματική φάρσα» και ετοιμάζουν την αντεπίθεσή τους: τα Απαντατου Μολιέρου θα επανακυκλοφορήσουν από την Ρleiade την άνοιξη του 2010, υπό την επιμέλεια του κ. Φορεστιέ. Η νέα έκδοση είναι μεικτή καθώς περιλαμβάνει όλη την εργογραφία του γάλλου κωμωδιογράφου αλλά και μια πλήρη ιστοσελίδα στο Διαδίκτυο με τον τίτλο «Μολιέρος 21».

Ωστόσο ο φάκελος «ΚορνήλιοςΜολιέρος» μοιάζει ανεξάντλητος. Ετσι το 2003 ο καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Γκρενόμπλ Ντομινίκ Λαμπέ, ειδικός στην ανάλυση του λόγου, κατέγραψε με λεπτομερή τρόπο τα κοινά γλωσσικά στοιχεία στα έργα τους. Και ο πόλεμος καλά κρατεί: στον αντίποδα οι πανεπιστημιακοί Ζαν-Πολ Γκουζόν και ΖανΖακ Λεφρέρ δημοσίευσαν το έργο τουςΕπίτρεψέ μου μια αμφιβολία… Το αίνιγμα Κορνήλιος- Μολιέρος(εκδόσεις Fayard), όπου ξαναπιάνουν ένα προς ένα τα επιχειρήματα του Πιερ Λουί τεκμηριώνοντας την πιθανότητα ότι ο Μολιέρος στηρίχθηκε από τον διάσημο πρεσβύτερό του.

«Πρόκειται για την αποκατάσταση του πνεύματος του Κορνήλιου,ο οποίος έγραφε σε έμμετρο στίχο με μια απίστευτη ταχύτητα αλλά ουδέποτε αναγνωρίστηκε το μυστικό και μυστηριώδες ταμπεραμέντο του»αντιλέγει ο κ. Μπουασιέ.

«Ας τελειώνουμε με αυτόν τον μύθο» προσθέτει.

«Σήμερα,περισσότερο από ποτέ,είμαι σίγουρος ότι έχει δίκιο» αναγνωρίζει από την πλευρά του ο σκηνοθέτης Ζαν-Λοράν Κοσέ. «Υπάρχει υλικό για έρευνα»σχολιάζει ο Μπερνάρ Πιβό. Αλλά ο Ντενί Μπουασιέ επιμένει και ετοιμάζει την έκδοση ενός βιβλίου με τίτλο «Ο Μολιέρος, γελωτοποιός του βασιλιά και ψευδώνυμο του Κορνήλιου». Αν και προς το παρόν η Σορβόννη δεν θέλει ούτε να τ΄ ακούει όλα αυτά, ο Μπουασιέ εκφράζει την άποψη ότι επί μία εικοσαετία ο Κορνήλιος, με τη μάσκα του Μολιέρου, ειρωνευόταν τα κακώς κείμενα της εποχής και της κοινωνίας του. Καθώς όμως ο Λουδοβίκος ΙΔΔστήριξε τον ίδιο και τις κωμωδίες του, εκείνος, ο Κορνήλιος, άφησε ελεύθερο το πνεύμα του και δημιούργησε τα κατοπινά του έργα.

Συνοψίζοντας θα μπορούσε να πει κανείς ότι το ερώτημα «ο Μολιέρος είναι το κορυφαίο δημιούργημα του Κορνήλιου;», που έθεσε σε άρθρο του στο περιοδικό «Κομέντια» ο Πιερ Λουίς, άνοιξε μια συζήτηση που ουδέποτε είχε ανακινηθεί την εποχή του Μολιέρου. Ουδείς εκ των συγχρόνων του διανοήθηκε να αμφισβητήσει την πατρότητα των έργων του: ότι ο Κορνήλιος κρυβόταν πίσω από την πολεμική κατά τουΣχολείου γυναικών, επιχείρημα που αντέκρουσε αργότερα ο Μπουαλό τονίζοντας τον λεκτικό πλούτο και την ευκολία του γάλλου κωμωδιογράφου στη ρίμα. Αργότερα, τη δεκαετία του ΄50, ο συγγραφέας Ενρί Πουλάιγ την ξαναθυμήθηκε, ενώ το 1990 ένας βέλγος δικηγόρος (Ιππόλυτος Γούτερς) την ξανάφερε στην επιφάνεια. Το 2003 ο Ντομινίκ Λαμπ ανακοίνωσε ότι έλυσε το μεγάλο αυτό λογοτεχνικό αίνιγμα με νέα στατιστικά στοιχεία. Ακόμη και σήμερα, πάντως, τα επιχειρήματα και οι μέθοδοι του Λαμπ συνεχίζουν να προκαλούν. Το 2004 ο Ντενίς Μπουασιέ επανέφερε το θέμα με το έργο τουΗ υπόθεση Μολιέρου.

Τέλος, μόλις πέρυσι, το 2008, ο Φρανκ Φεράν με το βιβλίο τουΗ απαγορευμένη ιστορίαΑποκαλύψεις για την ιστορία της Γαλλίας(από τις εκδόσεις Τallandier) τάσσεται υπέρ της πατρότητας του Κορνήλιου.