Το 2009 πιστεύω ότι θα είναι η χρονιά που θα σημαδέψει τη διεθνή κοινότητα, θέτοντας τις βάσεις για τη δημιουργία ενός νέου οικονομικού μοντέλου σε παγκόσμια κλίμακα. Πράγματι, αν το 2008 ήταν το έτος ορόσημο, το οποίο κατέδειξε μέσα από την κρίση το τέλος ενός εικοσιπενταετούς οικονομικού κύκλου, το νέο έτος εκτιμώ ότι θα αποτελέσει το ξεκίνημα μιας νέας περιόδου για τη διεθνή οικονομία, όπου η πολιτική και οι θεσμοί, η συνεννόηση και οι ισορροπίες θα διαδραματίζουν σημαντικότερο ρόλο στην παγκόσμια ανάπτυξη.

Η ουσιαστική αδυναμία του προηγούμενου συστήματος, το οποίο οδήγησε αναμφίβολα στην αύξηση της παγκόσμιας ευημερίας αλλά εν τέλει και στη σημερινή διεθνή κρίση η οποία τείνει να ακυρώσει μεγάλο μέρος της ανάπτυξης που σημειώθηκε, υπήρξε πιστεύω η έλλειψη ενός θεσμικού υποβάθρου σε διεθνές επίπεδο, η έλλειψη μιας στοιχειώδους οικονομικής διακυβέρνησης για τις αγορές χρήματος και κεφαλαίων διεθνώς. Αυτή η θεσμική ανεπάρκεια είναι που επέτρεψε να δημιουργηθεί η διεθνής «κερδοσκοπία», η οποία αναπτύχθηκε ως αποτέλεσμα της πολύ άνετης χρηματοδότησης από τις αμερικανικές και διεθνείς τράπεζες των επενδύσεων πάνω στα παράγωγα χρηματοοικονομικά προϊόντα (τα λεγόμενα σήμερα τοξικά), τα οποία διαμορφώθηκαν για να διαιωνίσουν τις υψηλές αποδόσεις που επιζητούσαν τα νέα κεφάλαια που πολλαπλασιάστηκαν σε Ανατολή και Δύση μετά την είσοδο στην παγκόσμια οικονομία της Κίνας, της Ινδίας και άλλων μεγάλων αγορών.

Το ζητούμενο λοιπόν σήμερα είναι το πολιτικό πλαίσιο για τη διαχείριση αυτής της μεγάλης κρίσης που ξέσπασε με την κατάρρευση του συστήματος της διεθνούς «κερδοσκοπίας» επί των χρηματοοικονομικών επενδύσεων, καθώς και το νέο μοντέλο που θα εξασφαλίζει τη συνεχή και ισόρροπη ανάπτυξη. Χωρίς τον κίνδυνο να γυρίζουν οι οικονομίες χρόνια πίσω από τέτοιου μεγέθους κρίσεις, με σοβαρές επιπτώσεις στην κοινωνία. Αυτή πιστεύω ότι είναι για την παγκόσμια οικονομία η πρόκληση του 2009.

Ηπαρούσα κρίση, η οποία έπληξε καίρια το χρηματοπιστωτικό σύστημα στις Ηνωμένες Πολιτείες αλλά και στην Ευρώπη, έχει και θα συνεχίσει να έχει για ένα χρονικό διάστημα ουσιαστικές συνέπειες σε όλο το φάσμα της οικονομικής δραστηριότητας. Η μειωμένη ρευστότητα, η έλλειψη εμπιστοσύνης στο διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα, η αναστολή επενδύσεων, οι απώλειες πολύ σημαντικών κεφαλαίων από την παγκόσμια αγορά και οι χαμηλές προσδοκίες θα πιέσουν τις οικονομίες σε χαμηλότερα επίπεδα από τα σημερινά. Αναπόφευκτα οι δυσμενείς αυτές αλλαγές θα καταγραφούν και στην κοινωνία. Εκτός από την πολιτική συνεννόηση, λοιπόν, σε διεθνές επίπεδο και τις υπερεθνικές λύσεις για την αντιμετώπιση της κρίσης (που εκφράζονται ήδη από τις πρωτοβουλίες των ηγετών όλων των μεγάλων χωρών), πρωταρχικό μέλημα αποτελεί τη χρονιά αυτή και ο περιορισμός των επιπτώσεων στην κοινωνία. Τα μέτρα που λαμβάνονται διεθνώς για την ενίσχυση της ρευστότητας των τραπεζών κινούνται προς αυτή τη κατεύθυνση. Κυρίως για να μην περικοπούν οι δανειοδοτήσεις, να μην πληγούν οι επιχειρήσεις και να μη μειωθούν οι θέσεις εργασίας. Χρειάζονται ωστόσο και πρόσθετα μέτρα που θα διατηρήσουν σε ικανοποιητικά επίπεδα τα εισοδήματα και την αγοραστική ζήτηση. Πέρα από την ενίσχυση των φτωχότερων εισοδηματικά στρωμάτων, τα οποία χρειάζονται άμεση κρατική βοήθεια, σημαντική προτεραιότητα αποτελεί η υποστήριξη της μεσαίας τάξης. Η αύξηση των δημοσίων επενδύσεων για μεγάλα και για περιφερειακά έργα που έχουν πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα στο εθνικό εισόδημα είναι μια κρίσιμη επιλογή. Οπως επίσης τα κίνητρα σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις, οι οποίες θα δραστηριοποιηθούν σε νέους ελπιδοφόρους τομείς όπως είναι το περιβάλλον, η «πράσινη» οικονομία, σε συνδυασμό με τις νέες απαιτήσεις που δημιουργούνται στον τομέα της ενέργειας.

Τα ζητήματα αυτά βρίσκονται ήδη στην κορυφή της ατζέντας των συζητήσεων στις τελευταίες Διασκέψεις Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Χρειάζονται όμως επιτάχυνση. Είναι θέματα που αφορούν την πολιτική, η οποία καλείται τώρα να επαναπροσδιορίσει στόχους και να αναλάβει ευθύνες για να ξεπεράσουμε γρήγορα την κρίση και να δημιουργήσουμε μια ασφαλέστερη οικονομική προοπτική για το μέλλον. Να δημιουργήσουμε καινούργιες προϋποθέσεις, με γνώμονα την αύξηση πάντα των εισοδημάτων και της απασχόλησης, χωρίς μεγάλες ανισότητες και επικίνδυνες ανισορροπίες στο σύστημα ανάπτυξης. Στην κατεύθυνση αυτή κρίσιμο ζήτημα θεωρώ επίσης το θέμα των «επενδύσεων» στην τεχνολογία και την Παιδεία, όπου η πολιτεία πρέπει να έχει πάντα τον πρώτο λόγο. Η νέα εποχή μετά την κρίση, αλλά και η διατήρηση της μεσαίας τάξης, η οποία θα δοκιμάσει ενδεχομένως τις αντοχές της λόγω της κρίσης αυτής, θα είναι συνυφασμένη με την ποιότητα του ανθρώπινου δυναμικού, τη γνώση και την κατάρτιση. Ας δούμε λοιπόν την κρίση και ως ευκαιρία.