Προς το παρόν η ελληνική αγορά υφίσταται και υποφέρει από τις συνέπειες μιας καθολικής κακής ψυχολογίας (μισθωτών και επιχειρηματιών). Δεν έχουμε σοβαρή παραγωγική και εξαγωγική δραστηριότητα στην Ελλάδα, ώστε να «αισθανθούμε» αμέσως τις σοβαρές επιπτώσεις από το οικονομικό ντόμινο που δημιουργεί η πτώση των εξαγωγών και της παραγωγής, όπως σε άλλες χώρες, π.χ. στη Γερμανία. Τα μεγάλα αυτά μειονεκτήματα της ελληνικής οικονομίας, προς το παρόν, αποτελούν πλεονέκτημα. Τουλάχιστον κατά την πρώτη φάση της κρίσης.
Τις μεγαλύτερες ή μικρότερες συνέπειες θα αρχίσουμε να τις μετράμε μετά τον Φεβρουάριο του 2009. Τότε τελειώνει και η παραδοσιακά «καλή» περίοδος στην αγορά, η οποία αρχίζει από τον Οκτώβριο. Στη διάρκεια αυτής της περιόδου πραγματοποιείται περίπου το 60% του τζίρου των εμπορικών επιχειρήσεων. Με το τέλος της περιόδου αυτής οι επιχειρήσεις θα «μετρήσουν» το ταμείο και τις υποχρεώσεις τους. Μετά τον Φεβρουάριο θα έχουμε επίσης και τις πρώτες σοβαρές ενδείξεις για το πώς θα κινηθεί και η μεγαλύτερη ελληνική «βιομηχανία», ο τουρισμός. Το σίγουρο είναι ότι θα υπάρχει μείωση. Πόση θα είναι, που θα σηματοδοτήσει και τις εξελίξεις στα οικονομικά των επιχειρήσεων, των τοπικών τουριστικών αγορών και στις θέσεις εργασίας, ακόμη δεν το γνωρίζουμε. Αν οι οικονομικές συνέπειες είναι μεγάλες, το ντόμινο των επιπτώσεων δεν θα είναι ευχάριστο και για το σύνολο της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας. Οι εξελίξεις στον τουρισμό, στην οικοδομική δραστηριότητα και στη ναυτιλία θα «σημαδέψουν» λιγότερο ή περισσότερο την ελληνική οικονομία, την πραγματική οικονομία, τους εργαζομένους.
Στην Ελλάδα και ανεξάρτητα από τις συνέπειες της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, έχουμε και τη δική μας σοβαρή κρίση την οποία από ό,τι φαίνεται αδυνατούμε να διαχειριστούμε. Από τις αρχές του έτους παρουσιάζεται σημαντική επιδείνωση τζίρου και κερδών, ιδιαίτερα των μικρών επιχειρήσεων, σε σχέση με τις άλλες χρονιές (στοιχεία ΕΣΥΕ). Η κάμψη της αγοραστικής δύναμης είναι σημαντική τα δύο τελευταία χρόνια σύμφωνα και με έρευνα του Ευρωπαρατηρητηρίου σχετικά με τις ΜΜΕ για την Ελλάδα (2007).
Μεγάλη συμβολή στη συρρίκνωση του διαθέσιμου για κατανάλωση εισοδήματος έχουν και οι υπερβολικές αυξήσεις ανελαστικών για τα νοικοκυριά δαπανών (ΔΕΚΟ, δημοτικών φορολογιών κτλ.) και η μη τιμαριθμοποίηση της φορολογικής κλίμακας.
Οι αυτοαπασχολούμενοι και οι πολύ μικρές επιχειρήσεις, λόγω και των πρόσφατων φορολογικών μέτρων, τις συνέπειες των οποίων θα «απολαύσουν» από τα μέσα του 2009, θα αντιμετωπίσουν σε ένα ποσοστό το φάσμα του «κλεισίματος» για τα επόμενα χρόνια. Περίπου 130.000 και πλέον επιχειρήσεις αυτής της κατηγορίας στην Ελλάδα έχουν «κέρδη» που κινούνται στα όρια της φτώχειας, σύμφωνα και με διαπιστώσεις της ΕΕ. Πόσες από αυτές θα διασωθούν; Κανείς δεν μπορεί προς το παρόν να απαντήσει υπεύθυνα.
Το δυστύχημα είναι ότι η ελληνική πολιτεία εμφανίζεται ανέτοιμη και αδύναμη να αντιμετωπίσει τις συνέπειες της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης το 2009.
Σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες λαμβάνονται μέτρα για την ενίσχυση: της πραγματικής οικονομίας, των μικρών επιχειρήσεων και του κράτους πρόνοιας. Δίνονται και επιδόματα στους ασθενέστερους οικονομικά, για να αγοράσουν τα απαραίτητα, τουλάχιστον στις γιορτές των Χριστουγέννων. Στην Ελλάδα ακολουθούμε αντίθετη πορεία:
1. Φοροεπιδρομή στις πολύ μικρές επιχειρήσεις.
2. «Αποψίλωση» του οικογενειακού εισοδήματος με την κρατική ακρίβεια (ΔΕΚΟ, ΔΕΗ, δημοτικά τέλη).
3. Συνεχιζόμενη αποσταθεροποίηση του Συστήματος Κοινωνικής Ασφάλισης των Αυτοαπασχολουμένων, του ελάχιστου αυτού «δικτύου» ασφαλείας που πρέπει να έχει κάποιος για να ρισκάρει, να επιχειρήσει, να δημιουργήσει θέσεις εργασίας.
Το 2009 δεν θα είναι ευχάριστο για κανέναν. Δεν διαφαίνεται, δε, να υπάρχει και η απαραίτητη κρατική επάρκεια, για να βοηθήσει να αποφευχθούν τα χειρότερα. Και τα χειρότερα θα είναι αν η οικονομική κρίση μετατραπεί και σε έντονα κοινωνική.