Ο Φρίτσοφ Νάνσεν είναι εθνικός ήρωας της Νορβηγίας και θεωρείται πατέρας των αρκτικών εξερευνήσεων. Ο ίδιος δεν διέθετε το τυχοδιωκτικό πνεύμα που χαρακτήριζε τους περισσότερους εξερευνητές
της χρυσής εποχής των αρκτικών αποστολών. Ηταν χαρισματικός συγγραφέας, περιζήτητος ομιλητής, εξαιρετικός ζωολόγος και ικανός φωτογράφος, και εξαίρετος διπλωμάτης. Ο Νάνσεν ήταν δραστήριος
και πολυπράγμων, αλλά αυτό που του πρόσφερε τις μεγαλύτερες συγκινήσεις ήταν το βασανιστικό ταξίδι με το «Φραμ», μεταξύ των ετών 1893 και 1896. Η αποστολή του βασίστηκε σε μια εξωπραγματική ιδέα
η οποία περιγράφεται σε ένα εντυπωσιακό άρθρο στο τεύχος Ιανουαρίου του «Νational Geographic». Ούτε λίγο ούτε πολύ, αποφάσισε να αποκλειστεί στους πάγους της Αρκτικής.

Το 1879, όταν το αμερικανικό πλοίο «USS Ζανέτ» αποκλείστηκε στους πάγους πάνω από τη Σιβηρία, περιπλανήθηκε για 21 μήνες στην Αρκτική ώσπου τελικά διαλύθηκε από την πίεση των πάγων, το 1881. Επειτα από τρία χρόνια αντικείμενα του πλοίου ξεβράστηκαν στις ακτές της Γροιλανδίας. Οταν διάβασε σχετικά με τα αντικείμενα αυτά, ο Φρίτσοφ Νάνσεν αποφάσισε να εκμεταλλευτεί το ισχυρό ανατολικό ρεύμα της Αρκτικής.

Το σχέδιό του προέβλεπε το πλοίο που θα ναυπηγούσε να εγκλωβιζόταν στον Αρκτικό Ωκεανό και μετά να μεταφερόταν από τους πάγους στον Βόρειο Πόλο.

Μια και το πλοίο έπρεπε να είναι πολύ ανθεκτικό, το 1891 ο Νάνσεν προσέλαβε τον Κόλιν Αρτσερ, έναν ικανότατο ναυπηγό ο οποίος σχεδίασε ένα ασυνήθιστα καμπύλο σκαρί με στρογγυλεμένη καρίνα. Ηταν έτσι φτιαγμένο ώστε το πλήρωμα να μπορεί να μαζεύει την προπέλα και το πηδάλιο αν κινδύνευαν να συνθλιβούν από τους πάγους. Το αμπάρι ενισχύθηκε με πολύ γερά ξύλα. Για θερμομόνωση, ο Νάνσεν επένδυσε το σκαρί με χοντρό κετσέ, τρίχες ελαφιού, φελλό και πίσσα. Για να αντέξουν αυτός και οι άντρες του το σκοτάδι της ατελείωτης πολικής νύχτας, εγκατέστησαν μια ανεμογεννήτρια που παρήγε ενέργεια για ηλεκτρικές λάμπες. Κάτω από το κατάστρωμα υπήρχε ένα άνετο σαλόνι και μια βιβλιοθήκη με 600 βιβλία.

Με πλήρωμα 13 ατόμων και προμήθειες για πέντε χρόνια, το πλοίο με το όνομα «Φραμ» απέπλευσε το καλοκαίρι του 1893 με προορισμό τα νησιά της Νέας Σιβηρίας. Οπως περίμενε, το «Φραμ» εγκλωβίστηκε στους πάγους τον Σεπτέμβριο. Οι πιέσεις που δεχόταν ήταν ισχυρές και ο θόρυβος από τα συνεχή χτυπήματα και τα γδαρσίματα τρομακτικός. Το «Φραμ» όμως άντεξε και βγήκε αλώβητο από την επίθεση του πάγου. Το πλοίο συνέχισε το ταξίδι του προς τον Βόρειο Πόλο, διανύοντας μόλις λίγα χιλιόμετρα την ημέρα. Οι άνδρες έβγαζαν τη δική τους εφημερίδα, έκαναν αγώνες σκι και πραγματοποιούσαν επιστημονικές μετρήσεις. Στις αρχές της δεύτερης χρονιάς όμως διαπίστωσαν ότι οι πάγοι δεν θα οδηγούσαν ποτέ το «Φραμ» στον Βόρειο Πόλο. Ετσι ο Νάνσεν αποφάσισε να συνεχίσει με έλκηθρο και σκυλιά. Επέλεξε έναν από τους συνεργάτες του, τον Γιάλμαρ Γιούχανσεν , και τον Μάρτιο του 1895 ξεκινούσαν για τον Βορρά με τα σκι τους, τρία έλκηθρα φορτωμένα με δύο καγιάκ και 28 σκυλιά. Σύντομα όμως αντιμετώπισαν σοβαρά προβλήματα που τους καθυστερούσαν. Οταν άρχισαν να τελειώνουν οι προμήθειες, αποφάσισαν να σκοτώσουν τα πιο αδύναμα σκυλιά για να ταΐσουν τα υπόλοιπα. Ως τον Απρίλιο είχαν φτάσει όσο πιο βόρεια μπορούσαν- 86 14΄ Β. Αν και υπολείπονταν άλλα 364 χιλιόμετρα ως τον Βόρειο Πόλο, είχαν ήδη φτάσει κοντύτερα από οποιονδήποτε άλλο.

Μάλλινα και γούνινα ρούχα προστάτευαν τους άνδρες όταν έκαναν δουλειές στο κρύο. Ενα από τα ταλέντα του Νάνσεν ήταν η φωτογραφία. Η συγκεκριμένη τραβήχτηκε τον Οκτώβριο του 1894, όταν η μέση θερμοκρασία ήταν-22 C

OΝάνσεν είχε υποσχεθεί στη γυναίκα του ότι θα επέστρεφε ζωντανός οπότε, σκεπτόμενος με σύνεση, άλλαξε την πορεία της αποστολής και κατευθύνθηκαν στο αρχιπέλαγος της Γης του Φραγκίσκου Ιωσήφ, που βρισκόταν περίπου 1.000 χιλιόμετρα νοτιότερα. Τις εβδομάδες και τους μήνες που ακολούθησαν αναγκάστηκαν να σκοτώσουν και τα σκυλιά που τους είχαν απομείνει. Ως το καλοκαίρι του 1895 ο Νάνσεν και ο Γιόχανσεν αναζητούσαν μάταια τα νησιά της Γης του Φραγκίσκου Ιωσήφ.

Τελικά, στις 6 Αυγούστου έφτασαν σε ένα νησί και η τύχη τους άλλαξε. Αρχισαν να ανακτούν τις δυνάμεις τους τρώγοντας κρέας από το κυνήγι πολικών αρκούδων και θαλάσσιων ίππων. Συνέχισαν το ταξίδι τους προς Νότο μέσα στο παγωμένο αρχιπέλαγος και στις 26 Αυγούστου συνειδητοποίησαν ότι θα έπρεπε να περάσουν ακόμη έναν αδυσώπητο αρκτικό χειμώνα μακριά από τα σπίτια τους. Χρησιμοποιώντας ένα σπασμένο πέδιλο έλκηθρου για φτυάρι, ο Νάνσεν και ο Γιόχανσεν έφτιαξαν ένα υποτυπώδες κατάλυμα. Εκεί πέρασαν τους επόμενους εννέα μήνες μοιραζόμενοι έναν υπνόσακο και τρώγοντας ζωμό πολικής αρκούδας και αρκουδίσιο κρέας μαγειρεμένο σε λίπος θαλάσσιου ίππου.

Την άνοιξη, όταν οι πάγοι άρχισαν να λιώνουν, ο Νάνσεν και ο Γιόχανσεν αποφάσισαν να συνεχίσουν το ταξίδι προς Νότο. Οταν ένας θαλάσσιος ίππος διέλυσε το καγιάκ του Νάνσεν, αναγκάστηκαν να σταματήσουν στο νησί Νόρθμπρουκ. Εκεί συνέλαβαν το παράτολμο σχέδιο να διασχίσουν την ανοιχτή θάλασσα ως τη Σπιτσβέργη. Στις 17 Ιουνίου όμως ο Νάνσεν άκουσε έναν οικείο ήχο κάπου μέσα από τους πάγους: το γάβγισμα ενός σκύλου. Φόρεσε τα πέδιλα του σκι και πήγε να το συναντήσει μέσα στο ανώμαλο έδαφος. «Ξαφνικά νόμισα ότι άκουσα και μια ανθρώπινη φωνή» έγραψε ο Νάνσεν. «Η καρδιά μου άρχισε να χτυπά δυνατά και το αίμα να ανεβαίνει στο κεφάλι μου… Ούρλιαξα με όση δύναμη είχα στα πνευμόνια μου». Κάπου στο βάθοςήταν πια βέβαιος- διέκρινε μια ανθρώπινη φιγούρα. Πλησίασε, και τότε οι δύο άντρες έζησαν κάτι ανάλογο με τη συνάντηση του Στάνλεϊ με τον Λίβινγκστον στα βάθη της Αφρικής.

« Είσαι ο Νάνσεν,έτσι δεν είναι; » ρώτησε ο άνδρας στα αγγλικά παρατηρώντας προσεκτικά το ανθρώπινο ερείπιο που στεκόταν μπροστά του.

« Ναι,εγώ είμαι!Δόξα τω Θεώ! Χαίρομαι που σε βλέπω! ».

Ο άνθρωπος που έσωσε τον Νάνσεν ήταν ένας διακεκριμένος βρετανός εξερευνητής, ονόματι Φρέντρικ Τζορτζ Τζάκσον, που προσκάλεσε τους δύο άντρες στην καλύβα του όπου παρέμειναν περιμένοντας το πλοίο «Γουίντγουορντ»- είχε φύγει ήδη τον προηγούμενο χρόνο για ανεφοδιασμό – προκειμένου να τους μεταφέρει στην πατρίδα.

Οταν ο Νάνσεν και ο Γιόχανσεν επέστρεψαν στη Νορβηγία το καλοκαίρι του 1896, έγιναν δεκτοί ως ήρωες. Επειτα από μία εβδομάδα έφτασαν και άλλα καλά νέα. Το «Φραμ», υπό τη διοίκηση του πλοιάρχου Οτο Σβέρντρουπ, κατάφερε να ελευθερωθεί από τους πάγους. Επέστρεψε τον ίδιο μήνα.