Η Μαρία η… Ινδιάνα είναι Ελληνίδα. Αθηναία γέννημα θρέμμα, ζει με τα τέσσερα παιδιά της στους Αγίους Αναργύρους. Τα δικά της Χριστούγεννα, όπως και τις περισσότερες ημέρες των γιορτών, θα τα περάσει στους κεντρικούς δρόμους της Αθήνας. «Το επώνυμό μου δεν έχει σημασία» λέει δείχνοντάς μας την ινδιάνικη στολή της, το πρόσωπο της δουλειάς της. Μαζί με τους δύο φίλους και συνεργάτες της από το Περού αποτελούν τη μουσική μπάντα που οι Αθηναίοι απολαμβάνουν αυτές τις ημέρες στον πεζόδρομο της Ερμού να παίζει μουσική από τις μακρινές Ανδεις. «Είχα πάει πριν από μερικά χρόνια στο Περού και με μάγεψε αυτή η μουσική» λέει. «Εκεί γνώρισα και τους δύο φίλους μου,τον Χουάν και τον Μιγκέλ,που με έμαθαν κι εμένα να παίζω τα περίεργα όργανά τους».

Ολες τις ημέρες των εορτών η Μαρία θα είναι στους δρόμους της πόλης και όπως λέει «θα παίζω μουσική όσο περισσότερη ώρα μπορώ». Είναι η χαρά της- αυτό φαίνεται- και μαζί η δουλειά της, το μεροκάματο. Κατά τα λοιπά «τα βράδια θα τα περνάω με την οικογένειά μου,κοντά στα παιδιά μου. Ο σύζυγός μου έχει πεθάνει».

Η Μαρία προέρχεται από οικογένεια μουσικών και ήθελε να ασχοληθεί επαγγελματικά με το τραγούδι, αλλά οι υποχρεώσεις της ζωής δεν της το επέτρεψαν. «Τώρα που τα παιδιά μου μεγάλωσαν μπορώ πιο εύκολα να ασχοληθώ με αυτό που πάντα αγαπούσα» εξηγεί.

Είναι η τέταρτη χρονιά που κάνει Χριστούγεννα στον δρόμο, παίζοντας μουσική. Ως τώρα «είναι τα χειρότερα από άποψη εισπράξεων» λέει. «Τα εφετινά Χριστούγεννα είναι πάρα πολύ δύσκολα τα πράγματα.Δεν έχει δουλειά καθόλου.Υπάρχει μεγάλη κρίση,ο κόσμος δεν κατεβαίνει στα μαγαζιά, αλλά και αυτοί που κατεβαίνουν κοιτάνε να κάνουν τις δουλειές τους όσο πιο γρήγορα γίνεται και ύστερα να φύγουν.Η δικιά μας η δουλειά θέλει άλλο κλίμα,να μπορεί κάποιος να κάνει τον περίπατό του,να κάτσει λίγο να ακούσει τη μουσική και αν του αρέσει να δώσει ό,τι έχει ευχαρίστηση». Αλλά αυτά τα Χριστούγεννα οι άνθρωποι είναι διαφορετικοί. Δεν έχουν διάθεση για χαλαρούς περιπάτους, δεν υπάρχει χρόνος και διάθεση να «κατεβάσουν» λίγο τους ρυθμούς, να σταματήσουν και να αφεθούν. Οι συνεργάτες της Μαρίας δεν σταματούν να παίζουν μουσική ούτε όση ώρα εκείνη μας μιλάει. Σε λίγο όμως είναι ώρα για διάλειμμα και μας πλησιάζουν. «Μου αρέσει πολύ η Ελλάδα.Είμαι εδώ τρία χρόνια και αν μπορούσα να κερδίζω λίγα χρήματα θα έμενα για πάντα» λέει ο Μιγκέλ, ενώ ο Χουάν παρακολουθεί χαμογελώντας. Οταν το διάλειμμα τελειώνει ξαναπαίρνουν τα όργανά τους και αρχίζουν να ταξιδεύουν τους περαστικούς στην ονειρική μουσική των Ανδεων. Η Μαρία είναι πια δίπλα τους και τους συνοδεύει παίζοντας ένα ζευγάρι περουβιανικές καριόκες.