«Oπως στο Χόλιγουντ έτσι και στη Γουόλ Στριτ,τα κέρδη έρχονται μέσα σεμεγάλα πακέτα και όλοι πιστεύουν ότι δικαιούνται μερίδιο από τα πακέτα αυτά». Με τα λόγια αυτά ο ειδικός σε θέματα αποζημιώσεων των επιχειρηματικών στελεχών Γκρεφ Κρίσταλ επιχείρησε να περιγράψει τον παραλογισμό ενός συστήματος αμοιβών των κορυφαίων επιχειρηματικών στελεχών των ΗΠΑ- αλλά και της Ευρώπης και της Ασίας- που μόνο με το σύστημα αμοιβών των κινηματογραφικών σταρ μπορεί να συγκριθεί. Την πενταετία από το 2003 ως και το 2007 οι πέντε μεγαλύτερες χρηματοοικονομικές επιχειρήσεις της Γουόλ Στριτ εμφάνισαν αθροιστικά καθαρά κέρδη 93 δισ. δολαρίων. Από αυτά τα 3,1 δισ. δολάρια τα μοίρασαν στα μεγαλοστελέχη τους. Είναι πολύ υψηλό το ποσοστό (3,33%) που μοιράστηκαν μια χούφτα άνθρωποι. Πρόκειται για περίπου το τριπλάσιο του τιμήματος που κατέβαλε προ μηνών η JΡ Μorgan Chase για να εξαγοράσει τη χρεοκοπημένη εξαιτίας της κατάρρευσης του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού οικοδομήματος Βear Stearns.
Π αραδοσιακά οι επενδυτικές τράπεζες της Γουόλ Στριτ διέθεταν στα στελέχη και τους υπαλλήλους τους πολύ υψηλό ποσοστό κερδών – άγγιζε το 50%! Και αυτό επειδή στις τράπεζες αυτές απασχολούνταν «συνεργάτες», δηλαδή άνθρωποι που επένδυαν και ρίσκαραν δικά τους κεφάλαια. Ολα αυτά, όμως, αποτελούν παρελθόν. Μετά τη μετατροπή των δύο επενδυτικών τραπεζών της Γουόλ Στριτ (της Μorgan Stanley και της Goldman Sachs) σε εμπορικές τράπεζες, ο κλάδος της επενδυτικής τραπεζικής ουσιαστικά εξέλιπεή έστω έπεσε σε χειμερία νάρκη, διότι είναι ενστικτώδης η ροπή του ανθρώπου προς τον κίνδυνο. Βέβαιον είναι ότι η ύφεση, η κατάρρευση των ισολογισμών επιχειρηματικών κολοσσών και η οικονομική καταστροφή εκατομμυρίων μετόχων έχουν σημάνει τον τερματισμό μιας μακράς περιόδου ταχύτατης εισοδηματικής «Νόμος είναι το δίκιο του μετόχου». Αυτό είναι το δόγμα που επικράτησε τις δεκαετίες του χρηματιστηριακού πυρετού. Με την κατάρρευση των λεγόμενων «χρηματιστηριακών αξιών» δεν υπάρχει μεγαλύτερη πρόκληση για τους μετόχους από την… επιβράβευση όσων λόγω αξιώματος φέρουν μοιραία την ευθύνη για την κατάρρευση των εταιρικών ισολογισμών. Η επιχειρηματική λογική που καλλιεργήθηκε επί σειρά ετών ήθελε τον νικητή να τα παίρνει όλα. Τώρα η Γουόλ Στριτ, αλλά και το Σίτι του Λονδίνου και τα άλλα χρηματοοικονομικά και επιχειρηματικά κέντρα του πλανήτη γέμισαν από χαμένους. Και το πρώτο που υποχρεώνει η οργή των μετόχων τους χαμένους να κάνουν είναι να πάψουν να συμπεριφέρονται σαν νικητές. Δεν θα πρέπει να εκπλήσσει, λοιπόν, η πτώση των απανταχού μεγαλοστελεχών από τα ψηλά στα χαμηλά.
Σ ύμφωνα με τις κρατούσες περί του επιχειρείν αντιλήψεις, η αγορά βρίσκει πάντα τις σωστές τιμές.
Και αν ο μάνατζερ είναι ένας απλός διαχειριστής των κεφαλαίων των μετόχων λογικό είναι η «αξία» και η ανταμοιβή του μάνατζερ να κυμαίνεται κατά τρόπον ευθέως ανάλογο με την πορεία της μετοχής της εταιρείας στην κεφαλαιαγορά και δευτερευόντως με την πορεία της κερδοφορίας της επιχείρησης. Αμ δε! Τα golden boys τα θέλουν όλα δικά τους. Το ότι ο Τζον Θέιν της Μerrill Lynch παραιτήθηκε των αξιώσεών του για μπόνους δεν λέει τίποτε. Αρχικώς επέμενε ότι δικαιούται να λάβει το μπόνους των 10 εκατ. δολαρίων επειδή… συνεισέφερε στην επιτυχή πώληση της (πτωχευμένης) τράπεζας στην Βank of Αmerica! Σημειωτέον ότι ο μάνατζερ είχε ήδη «αποζημιωθεί» με 86 εκατ. δολάρια για τις υπηρεσίες που προσέφερε για έναν μόλις μήνα στη Μerrill Lynch- τόσο πρόλαβε να εργαστεί ως διευθύνων σύμβουλος προτού μεταπηδήσει στην προεδρία του… χρηματιστηρίου της Νέας Υόρκης!
Oμοίως ο Αλαν Μάλαλι της Ford, ερωτηθείς ενώπιον του αμερικανικού Κογκρέσου αν σκέπτεται να μη διεκδικήσει ολόκληρο τον μισθό των 21 εκατ. δολαρίων που έχει συμφωνήσει να λάβει εφέτος απάντησε ανερυθρίαστα: «Νομίζω ότι είμαι ΟΚ όπως είμαι» ! Και οι μεγαλομάνατζερ της ΑΙG σχεδίαζαν να λάβουν μπόνους από τα χρήματα των φορολογουμένων που έλαβε ο ασφαλιστικός κολοσσός για να διασωθεί. Ευλόγως αναρωτιέται κανείς σε ποιο πλανήτη ζουν οι άνθρωποι. Είτε από ταπεινή ευήθεια ορμώμενοι είτε από εξέχουσα αλαζονεία, οι μάνατζερ έχουν γίνει απολύτως αποκρουστικοί. Είναι ακριβής η εκτίμηση του γενικού γραμματέα του βρετανικού συνδικάτου Unite Ντέρεκ Σίμσον ο οποίος, αναφερόμενος στους τραπεζίτες του Σίτι είπε ότι «εκείνο που επιδιώκουν τώρα είναι να μοιραστούν τις ζημιές τους,όμως όταν αποκόμιζαν κέρδη και μπόνους δεν είχαν καμία διάθεση μοιρασιάς».
Και γιατί να έχουν; Προσφάτως οι «Τimes» του Λονδίνου σημείωναν ότι πολλοί «θεσμικοί μέτοχοι» εκφράζουν τον φόβο ότι οι έλεγχοι τους οποίους θέλει να επιβάλει η εποπτεύουσα του κλάδου των Χρηματοοικονομικών Υπηρεσιών αρχή (FSΑ) στα «πακέτα» αμοιβών των στελεχών ενδεχομένως θα… «τρομάξουν τα μεγάλα ταλέντα»! Και εν τέλει «θα πλήξουν το Σίτι ως διεθνές χρηματοοικονομικό κέντρο»! Οι άνθρωποι ίσως να μην είναι τυχαίοι. Είναι όμως σίγουρα μοιραίοι.