ΣΕ ΕΠΑΝΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ της στάσης της έναντι της Τουρκίας προσανατολίζεται η Αθήνα, έπειτα από τις πρόσφατες προκλήσεις της Αγκυρας στο Καστελόριζο και στην Κύπρο. Σύμφωνα με συγκλίνουσες εκτιμήσεις, το μέτωπο στο οποίο αναμένεται να παρατηρηθεί ένταση στις σχέσεις των δύο χωρών θα είναι η Ευρωπαϊκή Ενωση (ΕΕ), όπου ήδη το κλίμα για την Αγκυρα είναι βαρύ. Εν όψει και της επαναξιολόγησης της ενταξιακής πορείας της Τουρκίας στα τέλη του 2009, η κυβέρνηση εμφανίζεται διατεθειμένη να
εγκαταλείψει τη γραμμή της αποφυγής κάθε έντασης και στην επισήμανση προς την Αγκυρα ότι, εφόσον επιμένει να μην κάνει βήματα για τη βελτίωση των διμερών σχέσεων και να μη συμβάλλει εποικοδομητικά στις συνομιλίες για το Κυπριακό, τότε ο δρόμος προς την ΕΕ θα καταστεί εξαιρετικά δύσβατος. Η σχεδιαζόμενη πρωτοβουλία της Αθήνας βρίσκεται σε απόλυτη συνεννόηση με τη Λευκωσία, η οποία από την πλευρά της εμφανίζεται αποφασισμένη να απαντά στις προκλήσεις της Αγκυρας και να εκμεταλλευθεί εις το έπακρον τις δυνατότητες που της παρέχει η ιδιότητα του κράτους-μέλους της ΕΕ προκειμένου να επιτύχει λύση του Κυπριακού.

Ενδεικτικές του κλίματος που διαμορφώνεται στις Βρυξέλλες για την Τουρκία είναι οι διατυπώσεις στα Συμπεράσματα του Συμβουλίου Γενικών Υποθέσεων της περασμένης Δευτέρας. Οι «27» εξέφρασαν την απογοήτευσή τους για την περιορισμένη πρόοδο που έχει σημειώσει η Αγκυρα στο πεδίο των πολιτικών μεταρρυθμίσεων. Παράλληλα, και όσον αφορά τα θέματα που σχετίζονται με τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, ζητείται από την Τουρκία «να δεσμευθεί ρητώς σε σχέσεις καλής γειτονίας» και να αποφύγει «οποιουδήποτε είδους απειλή,πηγή τριβών ή δράση» που θα μπορούσαν να τις επηρεάσουν. Στο Κυπριακό, το Συμβούλιο ζητεί από την Αγκυρα να προχωρήσει σε σαφή βήματα προς μια συνολική λύση του προβλήματος.

Η υπουργός Εξωτερικών κυρία Ντόρα Μπακογιάννη επιβεβαίωσε προσφάτως, με δύο συνεντεύξεις της στην κυπριακή εφημερίδα «Φιλελεύθερος» αλλά κυρίως με αυτή στο πρακτορείο Reuters, τουλάχιστον σε ρητορικό επίπεδο, τη σκλήρυνση της ελληνικής πλευράς. Επεσήμανε ότι η Αγκυρα δεν ανταποκρίνεται στις ελληνικές πρωτοβουλίες για μείωση της έντασης στις διμερείς σχέσεις και ότι κωλυσιεργεί στο Κυπριακό. Συνεργάτες της επισήμαιναν ότι τα ίδια είπε και στον τούρκο ομόλογό της Αλί Μπαμπατζάν κατά την τετ-α-τετ συνάντηση που είχαν στο περιθώριο της υπουργικής συνόδου του Οργανισμού για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη (ΟΑΣΕ) στο Ελσίνκι. Οι τουρκικές υποχρεώσεις
Σύμφωνα μάλιστα με απόλυτα έγκυρες πληροφορίες έχουν ήδη κατατεθεί εισηγήσεις για πρακτική έκφραση της σκλήρυνσης της Αθήνας. Τι ακριβώς σημαίνει αυτό, είναι ενδεχομένως πρόωρο να προβλεφθεί. Ωστόσο, με δεδομένο το γεγονός ότι σε περίπου έναν χρόνο από σήμερα, τον Δεκέμβριο του 2009, προβλέπεται να επαναξιολογηθεί η ενταξιακή πορεία της Τουρκίας, η Αθήνα θα έπρεπε ίσως να εξετάσει την πιθανότητα να θέσει την Αγκυρα προ των ευθυνών της, ζητώντας της να συμμορφωθεί πλήρως προς όσα προβλέπει το Πρόσθετο Πρωτόκολλο- να ανοίξει δηλαδή τα λιμάνια και τα αεροδρόμιά της σε κυπριακά πλοία και αεροσκάφη (αναγνωρίζοντας de facto την Κυπριακή Δημοκρατία), διαφορετικά η Αθήνα δεν θα συναινέσει στο άνοιγμα των οκτώ «παγωμένων» κεφαλαίων. Δεν πρέπει άλλωστε να μας διαφεύγει το ότι οι ευρωπαίοι οπαδοί της σύναψης ειδικής σχέσεως με την Τουρκία και όχι πλήρους εντάξεως της χώρας στην ΕΕ κερδίζουν συνεχώς έδαφος, σενάριο για το οποίο η Αθήνα θα πρέπει να προετοιμάζεται, σημειώνουν έμπειροι διπλωμάτες. Ως τώρα, τόσο η Αθήνα όσο και η Λευκωσία απορρίπτουν αυτό το σενάριο, επιθυμώντας πλήρη ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ, με την προϋπόθεση ότι θα τηρήσει όλες τις υποχρεώσεις της προς Αθήνα και Λευκωσία που έχει αναλάβει.

Στην Κύπρο όλο και πληθαίνουν οι ενδείξεις ότι ο ηγέτης των Τουρκοκυπρίων και συνομιλητής του προέδρου κ. Δ. Χριστόφια στις απευθείας διαπραγματεύσεις κ. Μεχμέτ Αλί Ταλάτ δεν κάνει βήμα χωρίς προηγουμένως να συνεννοηθεί με το διπλωματικό- στρατιωτικό κατεστημένο της Τουρκίας. Ο κ. Ταλάτ έχει συνειδητοποιήσει ότι η επανεκλογή του στην ηγεσία των Τουρκοκυπρίων περνά απευθείας από την Αγκυρα και κυρίως από τους στρατιωτικούς. Δεν επιθυμεί λοιπόν με κανένα τρόπο να εμφανισθεί ότι βρίσκεται σε διάσταση μαζί τους.

Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι όταν ο πρόεδρος της Κύπρου διαμαρτυρήθηκε εγγράφως με δύο επιστολές προς τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ Μπαν Κι Μουν για τις παρενοχλήσεις τουρκικών φρεγατών και κορβετών εναντίον πλοίων κυπριακών συμφερόντων που πραγματοποιούσαν γεωφυσικές έρευνες εντός κυπριακής Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ), η τουρκική κυβέρνηση έδωσε στον κ. Ταλάτ την απάντησή της για να τη μεταφέρει στον πρόεδρο Χριστόφια. Οπως δεν πέρασε απαρατήρητο το γεγονός ότι ξαφνικά ο κ. Ταλάτ δήλωνε από τις Βρυξέλλες, όπου βρέθηκε, ότι η Κύπρος θα πρέπει να σταματήσει τις έρευνες που διεξάγει για τον εντοπισμό κοιτασμάτων πετρελαίου, αν θέλει να υπάρξει λύση στο Κυπριακό, άποψη την οποία διατύπωσε πρώτη φορά το διπλωματικό- στρατιωτικό κατεστημένο της Αγκυρας.

Συνεπώς, αναρωτιούνται έμπειροι διπλωμάτες, «τι άλλο έχουν να κάνουν Αθήνα και Λευκωσίατη στιγμή που και οι προκλήσεις στο Αιγαίο συνεχίζονται και οι παρενοχλήσεις κυπριακών πλοίων αυξάνονται στην Ανατολική Μεσόγειο;». Και το σημαντικότερο η Αγκυρα αρνείται την ύπαρξη κυπριακής υφαλοκρηπίδας, ούτε καν συζητεί τρόπους για να την καθορίσει με την Κύπρο, την οποία εξακολουθεί να μην αναγνωρίζει, παρ΄ ότι είναι μέλος του ΟΗΕ και της ΕΕ.

Ευρώπη και Κυπριακό
«Οι προειδοποιήσεις για άρνηση της Κύπρου να ανοίξουν κεφάλαια, όπως, π.χ., αυτό της ενέργειας, στην ενταξιακή πορεία της Τουρκίαςπρέπει να λαμβάνονται σοβαρά υπ΄ όψιν από την Αγκυρα.Αν δεν αναγνωρίσει την Κυπριακή Δημοκρατία και τα δικαιώματά της ως κυρίαρχου μέλους του ΟΗΕ και της ΕΕ, τότε η ευρωπαϊκή πορεία της γείτονος δεν θα είναι καθόλου εύκολη» επισημαίνουν διπλωμάτες στη Λευκωσία και στην Αθήνα. Η άμεση σύνδεση των ευρωτουρκικών σχέσεων με το Κυπριακό αποκτά νέα δυναμική, αν και δεν πρέπει να αγνοείται, σύμφωνα με αξιόπιστες πηγές, ότι «αυτή τη στιγμή η ΕΕ δεν δίνει έμφαση με το Κυπριακό, εν μέσω κορύφωσης της οικονομικής κρίσης» ή μάλλον δέχεται να προσφέρει τις υπηρεσίες της διά του προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο, αλλά μόνο για θέματα επέκτασης της κοινοτικής νομοθεσίας σε όλη την επικράτεια της Κύπρου.

Παρά όμως τη σκληρή γλώσσα των «27» για την ενταξιακή πορεία της Τουρκίας, υπάρχουν άλλα ζητήματα στα οποία οι Ευρωπαίοι, έχοντας ανάγκη την Αγκυρα, ίσως προβούν σε κινήσεις θετικές προς αυτήν. Στο πλαίσιο αυτό η έντονη συζήτηση που διεξάγεται για το μέλλον της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφαλείας (ΚΕΠΠΑ) και τις σχέσεις της ΕΕ με το ΝΑΤΟ κρύβει παγίδες για τη Λευκωσία. Αυτό φάνηκε από την προσπάθεια της γαλλικής προεδρίας να περάσει στα Συμπεράσματα της Συνόδου Κορυφής των Βρυξελλών προβλέψεις που κινούνταν στη γραμμή της αφαίρεσης κάθε αυτόνομης λειτουργίας της ΕΕ σε θέματα ασφαλείας και άμυνας, καθιερώνοντας παράλληλα την αρχή της συμπληρωματικότητας (complementarity) με το ΝΑΤΟ στη λήψη αποφάσεων.

Παραχωρήσεις προς τις ΗΠΑ
Η εξέλιξη τούτη προωθείτο αυτή τη φορά- εκτός από τη φιλοατλαντική Βρετανία- και από τη Γαλλία η οποία, έπειτα από την απόφαση του προέδρου Νικολά Σαρκοζί για επανένταξη του Παρισιού στο στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ, εμφανίζεται να μην επιμένει πλέον έντονα στην πάγια επιδίωξή της για αυτόνομο ευρωπαϊκό βραχίονα εντός της Συμμαχίας, αλλά προσανατολίζεται σε ανάδειξη του δικού της στρατηγικού ρόλου εντός ΕΕ και ΝΑΤΟ, προβαίνοντας σε παραχωρήσεις προς την Ουάσιγκτον.

Αυτό πρακτικά θα σήμαινε ότι ο πρώτος και ο τελευταίος λόγος για οποιαδήποτε δράση θα ανήκε στην Ατλαντική Συμμαχία με άμεση συνέπεια το να έχει και η Αγκυρα λόγο σε θέματα της ευρωπαϊκής άμυνας. Υπενθυμίζεται ότι η Τουρκία έχει ήδη κατοχυρώσει το βέτο της εντός ΝΑΤΟ για θέματα που άπτονται των εθνικών της συμφερόντων (σ.σ.: Αιγαίο, Κύπρος) με το «Κείμενο της Αγκυρας», και εφόσον περνούσε η γαλλική πρόταση το βέτο αυτό θα ενισχυόταν, ενώ με έμμεσο τρόπο θα άνοιγε ο δρόμος για ειδική σχέση ΕΕ- Τουρκίας. Η Αθήνα και η Λευκωσία παρενέβησαν ζητώντας τροποποιήσεις στο Κείμενο Συμπερασμάτων (που τελικώς έγιναν δεκτές) για τη διασφάλιση τόσο της αυτονομίας λήψης αποφάσεων της ΕΕ σε θέματα άμυνας όσο και του πλαισίου που καθορίζεται για αυτά από τη Συνθήκη της Νίκαιας του 2000. Οι σχετικές αναφορές στο τελικό κείμενο παραμένουν πάντως ασαφείς και δεν αποκλείεται οι θιασώτες των παραπάνω προτάσεων να επανέλθουν.

Η κίνηση της γαλλικής προεδρίας προκάλεσε προβληματισμό στη Λευκωσία, η οποία είναι το μοναδικό κράτος-μέλος της ΕΕ που δεν έχει οποιαδήποτε συμφωνία ασφαλείας με το ΝΑΤΟ. Ο πρόεδρος Χριστόφιας βεβαίως δεν επιδιώκει καμία σχέση με το ΝΑΤΟ, λέγοντας ότι όσο είναι αυτός πρόεδρος η Κύπρος δεν πρόκειται να συνεργαστεί με τη Συμμαχία και επιμένοντας ότι η Κύπρος δεν έχει ανάγκη διεθνών εγγυήσεων, τη στιγμή που είναι μέλος της ΕΕ.