Αγριο Βελούδο
Μαρία Κουγιουμτζή

Τόμος με 27 διηγήματα με αφηγηματικό φόντο τη Θεσσαλονίκη. Οι χαρακτήρες και τα θέματα που επιλέγει η πρωτοεμφανιζόμενη Κουγιουμτζή βρίσκονται στο περιθώριο της αστικής ζωής. Δεν επιλέγει μόνο μία κατηγορία ανθρώπων ούτε μία συγκεκριμένη εποχή ούτε ένα είδος προβλήματος. Μια τραγουδίστρια νυχτερινού κέντρου, γυναίκες της Κατοχής, μετανάστες, νοικοκυρές, βίαιοι άνδρες συνθέτουν την πινακοθήκη των ηρώων. Η ποικιλία είναι μεγάλη στα πρόσωπα και στις καταστάσεις αλλά υπάρχει μια συγκολλητική ουσία που ενώνει όλα τα διηγήματα και τα κάνει να στέκουν με λογική έτσι που είναι συγκεντρωμένα σε τόμο. Η συγκολλητική ουσία είναι η γλώσσα της Κουγιουμτζή, η οποία διαρθρώνεται με έναν αγχωτικό ρυθμό μέσα από μικρές προτάσεις που εκτοξεύονται μέσα από το πολυβόλο της.

Σπάνιες Αλήθειες
Σωτηρία Σταυρακοπούλου

Παρ΄ ότι ηρωίδες είναι δύο καθηγήτριες στο πανεπιστήμιο, δεν πρόκειται για ελληνική εκδοχή του campus novel καθώς δεν υπάρχει τόσο μεγάλη διάθεση να φανεί το κοινωνικό κομμάτι της πανεπιστημιακής ζωής όσο οι ψυχικές πιέσεις και ο ανταγωνισμός μεταξύ διδασκόντων. Δύο γυναίκες σε πρώτο πρόσωπο με όμοιο τρόπο έκφρασης και αρκετά κοινά χαρακτηριστικά εναλλάσσουν τις εξομολογήσεις τους. Το μισό βιβλίο αποτελείται από τις σκέψεις της μιας και στο υπόλοιπο μισό το πρόσωπο αλλάζει σε καθένα από τα κεφάλαια λίγων σελίδων- για διευκόλυνση αναγράφεται το όνομα της καθεμιάς στην αρχή κάθε κεφαλαίου. Είναι και οι δύο εξηντάρες, πετυχημένες στον κλάδο τους, με τη διαφορά ότι η μία είναι προσηλωμένη στο αντικείμενο και ανίκανη για δολοπλοκίες, ενώ η άλλη είναι καταφερτζού και μέσα στα πράγματα.

Νυχτερινές Πτήσεις
Φώτης Γεωργελές

Κείμενα γραμμένα τη νύχτα για να δημοσιευτούν την επόμενη μέρα σε κάποιο έντυπο. Αυτοβιογραφικά και παρατηρητικά μαζί: ο έξω κόσμος φιλτράρεται από τα βιώματα και η εμπειρία τίθεται εν αμφιβόλω από όσα διαδραματίζονται έξω από το σύμπαν του συγγραφέα. Κάποια κείμενα είναι ταξιδιωτικά άλλα έχουν στοιχεία γεωπολιτικού προβληματισμού, κάποια είναι ψυχαναλυτικά, εξομολογητικά, προσωπικά. Σε ορισμένες σελίδες ο λόγος είναι βιαστικός και συγκοπτόμενος, σε άλλες μακροπερίοδος με την άνεση του επαγγελματία γραφιά. Κατά κανόνα δημοσιογραφικά κείμενα που συσσωρεύονται σε έναν τόμο προδίδουν ένα άγχος για τον χρόνο ζωής του γραπτού, όμως εν προκειμένω διαισθανόμαστε ότι όταν συντάσσονταν τούτα τα κείμενα δεν υπήρχε πρόθεση ξεπετάγματος αλλά μια βαθύτερη ανάγκη έκφρασης.

Ολα τα «ναι» του Κόσμου
Φωτεινή Τσαλίκογλου

Η σχέση μιας εγγονής με τη γιαγιά της, γραμμένη σε πρώτο πρόσωπο. Θα περίμενε κανείς από τη Φωτεινή Τσαλίκογλου, που έγινε γιαγιά ενός κοριτσιού, ότι θα διάλεγε τη φωνή της μεγαλύτερης σε ηλικία. Πάντως είναι ένα βιβλίο όπου τα συναισθήματα εκδηλώνονται χωρίς ντροπές, στην πληρότητά τους. Η Ελένη και η Λένα μέσα από την ιδιαίτερη σχέση που ίσως είναι πιο δυνατή από τη σχέση του παιδιού με τον γονιό μοιράζονται την ασφάλεια και την τρυφερότητα που μόνο η μεγάλη οικειότητα επιτρέπει. Οταν έχει ξαστεριά ξαπλώνουν στον κήπο και κοιτούν τον ουρανό: «“Το δικό μας αστέρι θα το λέμε Μία.Μία και μοναδική σαν την αγάπη μας” μου είπε μια μέρα».

Ερωτας στον Καιρό της Ειρωνείας
Αγγελική Καστρινάκη

Η κεντρική ηρωίδα είναι 38 ετών, παντρεμένη, μάνα δύο παιδιών και πετυχημένη επαγγελματικά. Σε κάποια εκδήλωση στη Θεσσαλονίκη, όπου ταξιδεύει για δουλειές, γνωρίζει έναν παντρεμένο. Μια απλή κοινωνική επαφή θα εξελιχθεί σε έρωτα ζωής με τα μέσα της νέας τεχνολογίας, δηλαδή με την αλληλογραφία του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. Παρά το φαινομενικά ελαφρό θέμα δεν πρόκειται για ανάγνωσμα κομμωτηρίου, καθώς στη μυθοπλασία εμπλέκεται και η φωνή του συγγραφέα που αναρωτιέται σε κάθε βήμα αν έχει κάνει τη σωστή επιλογή ως λογοτέχνης. Πρόκειται για ένα βιβλίο ενταγμένο στην ηθική της εποχής του καθώς, τουλάχιστον στο ένα από τα δύο ζευγάρια, επικρατεί σύνεση, ούτε καν η διάθεση συγχώρεσης, καθώς δεν αντιλαμβάνονται τη δοκιμή μιας άλλης σχέσης ως αμάρτημα.

Τα Μάτια του Δράκοντα
Θάνος Κονδύλης

Η άγνωστη μεσαιωνική Αθήνα αποτελεί το σκηνικό όπου εκτυλίσσεται αυτή περιπέτεια μυστηρίου με ήρωα έναν δομινικανό μοναχό ο οποίος αναλαμβάνει τη διαλεύκανση μιας υπόθεσης κλοπής. Ο Ζαν ο μοναχός (Ζαν λε Κλερ) φθάνει στην αττική γη το 1447 μ.Χ., όσο αναμένεται η επιστροφή των Τούρκων από μια επιδρομή στον Μοριά. Ο συγγραφέας βρίσκεται στο πεδίο των επιστημονικών ερευνών καθώς είναι διδάκτωρ της Μεσαιωνικής Ιστορίας. Ετσι, στην αφήγηση εντάσσονται πλείστες πληροφορίες για την εποχή. Ο ήρωας, ο οποίος φιλοξενείται στο κάστρο του Μαύρου Δράκοντα, ψάχνοντας για τον κλέφτη δύο διαμαντιών θα βρει ενόχους στο πρόσωπο ατόμων πέραν πάσης υποψίας, ενώ ταυτόχρονα θα ανακαλύψει στοιχεία ενός παλιότερου εγκλήματος. Είναι το τρίτο ιστορικό μυθιστόρημα του Θάνου Κονδύλη.

Η Λονδρέζικη Μέρα της Λώρας Τζάκσον
Χρήστος Χρυσόπουλος

Ο Χρήστος Χρυσόπουλος ενδιαφέρεται τα τελευταία χρόνια περισσότερο για τον δημιουργό παρά για το έργο τέχνης. Αυτό που τον τραβά είναι η σχέση του συγγραφέα με το βιβλίο του, η σχέση του συγγραφέα με την καθημερινότητα. Ο Χρυσόπουλος είναι συγγραφέας που αρέσκεται να παρατηρεί συγγραφείς, με την προσοχή του ερευνητή και την εκφραστική δεινότητα του λογοτέχνη. Από τις πρώτες παραγράφους του καινούργιου βιβλίου ο Χρυσόπουλος αποσαφηνίζει: «Το 1994 κυκλοφόρησε ένας τόμος με τα ποιήματα μιας μάλλον αποσιωπημένης αμερικανίδας ποιήτριας που λεγόταν Λώρα Τζάκσον. Στην εισαγωγή του βιβλίου ο συγγραφέας Ρόμπερτ Νάυ έγραψε: “Οταν καταλήξουμε στην οριστική ιστορία της αγγλικής ποίησης του εικοστού αιώνα, τα ποιήματα της Λώρας Τζάκσον- μαζί με την ιστορία που τα συνοδεύει- θα αποδειχθούν πολυτιμότερα από οτιδήποτε άλλο”».
Οταν γράφτηκαν αυτά τα λόγια η Λώρα είχε ήδη πεθάνει από το 1991 σε ηλικία ενενήντα ετών. Τη μέρα του θανάτου της οι «Τάιμς» του Λονδίνου δημοσίευσαν το παρακάτω σημείωμα: «Η Λώρα Ράιντινγκ Τζάκσον ήταν μια τραγική φιγούρα και από τις πιο προικισμένες γυναίκες αυτού του αιώνα. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η λογοτεχνική κριτική και η ιστορία θα πρέπει να αναμετρηθούν με το μοναδικό της επίτευγμα». Η Λώρα έφυγε σιωπηλά, αφήνοντας πίσω της μια πολύτιμη παρακαταθήκη, γνωστή σε λίγους εκλεκτούς. Ο Τζων Ασμπερυ έλεγε εμφατικά ότι το βιβλίο της Πρόοδος των ιστοριών είναι «ένα από τα σπουδαιότερα έργα πεζογραφίας του εικοστού αιώνα». Και όμως, το έργο της Λώρας παρέμεινε σχεδόν απόκρυφο, διατηρώντας ανέπαφο τον μυητικό χαρακτήρα που έχουν τα έργα της υψηλής λογοτεχνίας.
Η ζωή της ήταν μια σειρά ρήξεις που κομμάτιασαν βάναυσα τη βιογραφία της, θαρρείς, με απανωτές μαχαιριές. Η πρώτη μαχαιριά δόθηκε όταν αποφάσισε να φύγει από τη Νέα Υόρκη. Εζησε έναν μακροχρόνιο, παράνομο, ερωτικό δεσμό με τον άγγλο ποιητή Ρόμπερτ Γκρέηβς, που όμως έληξε δραματικά με μια σκανδαλώδη, διπλή απόπειρα αυτοκτονίας στο Λονδίνο του Μεσοπολέμου. Η επόμενη μαχαιριά ήρθε με το ξέσπασμα του πολέμου. Το 1941 η Λώρα Τζάκσον απαρνήθηκε την τέχνη της. Δημοσίευσε την πιο διάσημη αποκήρυξη στην ιστορία της αμερικανικής ποίησης και αποσύρθηκε στη σιωπή για τριάντα ολόκληρα χρόνια. Βρήκε καταφύγιο σε ένα ράντσο της Φλόριδας και για το υπόλοιπο της ζωής της αφιερώθηκε σε ένα ογκώδες φιλοσοφικόδοκίμιο για την ποίηση.

Ολα βαίνουν επιτυχώς εναντίον μας
Γιώργος Σκαμπαρδώνης

Η ζωή του Μάρκου Βαμβακάρη και η σχέση του με τη Ζιγκοάλα, τη γυναίκα που τον λάτρεψε και τον μίσησε, τον παντρεύτηκε και τον παράτησε για τον πιο συμβατικό κουμπάρο τους. Μέσα από εκατό πολύ σύντομα κεφάλαια και ποιητική γραφή ο συγγραφέας επιχειρεί να σκιαγραφήσει τον ρεμπέτικο τρόπο ζωής, με τη γοητεία και τις δυσκολίες του. Είναι ένα πεδίο το οποίο ο Σκαμπαρδώνης γνωρίζει πολύ καλά καθώς έχει γράψει ανάλογο βιβλίο και για τον Τσιτσάνη. Τα πραγματολογικά στοιχεία και τα δεδομένα που προέκυψαν από την ιστορική έρευνα ενσωματώνονται σε μια αφήγηση που έχει ελευθερίες. Ακόμη και εκείνοι που δεν ενδιαφέρονται μουσικά και ιδεολογικά για το ρεμπέτικο θα υποκύψουν στη γραφή του βιβλίου, που ζυγίζει την κάθε λέξη καθώς περιγράφει την ανέλιξη ενός εργαζομένου στην κρεαταγορά σε πρώτη φίρμα της νύχτας.

Ανθρωπος στο Πηγάδι
Μάνος Ελευθερίου

Στην ερημιά του Δεκαπενταύγουστου ένας συγγραφέας κατευθύνεται με ταξί στον σταθμό των ΚΤΕΛ στον Κηφισό. Προτού φτάσει στα λεωφορεία, βλέπει ένα εγκαταλελειμμένο εργοστάσιο με έναν φοίνικα και παραξενεύεται για την ύπαρξη του μεγάλου κτιρίου που ποτέ δεν είχε προσέξει. Αποφασίζει να το δει από κοντά αλλά πλησιάζοντας πέφτει σε ένα πηγάδι. Ολο το βιβλίο αναφέρεται στις σκέψεις ενός ανθρώπου που καθώς είναι εγκλωβισμένος και φοβάται για το τέλος του ανακαλεί μνήμες προσωπικές και οικογενειακές. Θυμάται επίσης ιστορίες ανθρώπων που θα μπορούσαν να γίνουν ήρωες σε επόμενα βιβλία του. Ο αφηγητής βρίσκεται μέσα σε νερό ως το γόνατο και με το πέρασμα της ώρας αρχίζει να χάνει το σθένος του, την ανθρώπινη αξιοπρέπεια αλλά διατηρεί την ελπίδα του.

Για να δει τη θάλασσα
Ευγενία Φακίνου

Μια γυναίκα που έχει χάσει τη μνήμη της βρίσκεται στην οδό Ευριπίδου να ψωνίζει μπαχαρικά. Στο κατάστημα την πληροφορούν πως σε μια ταβέρνα στον Κολωνό ζητούν μαγείρισσα. Παίρνει τη θέση και αρχίζει μέσα από το μαγείρεμα, από τα υλικά της κουζίνας και τις αντιδράσεις των πελατών στα πιάτα της, να ανακαλεί όσα συνθέτουν το παρελθόν της. Θραύσματα μνήμης, διάσπαρτες εικόνες απαιτούν πιεστικά την επανασύνδεσή τους σε μια ενιαία ιστορία ενώ ταυτόχρονα οι οικείοι της ηρωίδας επιθυμούν την επιστροφή της στην εστία της. Σε δεύτερο επίπεδο ανάγνωσης θα εμφανιστούν στην ταβέρνα πολλοί ήρωες από τα προηγούμενα βιβλία της Φακίνου αλλά και χαρακτήρες από ταινίες ή πραγματικά πρόσωπα. Η μυθοπλασία εμπλέκεται δημιουργικά με την πραγματικότητα σε ένα βιβλίο με έντονοαυτοβιογραφικό χαρακτήρα.

Ο Αφανισμός του Νίκου
Αύγουστος Κορτώ

Ενα μυθιστόρημα που εκτυλίσσεται στα πολύπαθα Εξάρχεια, όπου διατηρεί καφέ ο ήρωας του βιβλίου, ένας νεαρός με ανύπαρκτη ερωτική ζωή που είχε την ατυχία στη μία και μοναδική επίσκεψή του σε οίκο ανοχής να κολλήσει ΑΙDS. Η αφήγηση αρχίζει με όλα τα δεδομένα του ορθολογισμού, όπως συνηθίζεται στα μυθιστορήματα με προσανατολισμό ηθογραφίας. Μόλις όμως ολοκληρωθεί η περιγραφή των κοινωνικών συνθηκών, γίνεται η αφηγηματική υπέρβαση, με τον ήρωα να επισκέπτεται μέντιουμ και να επιχειρεί να επιστρέψει στο παρελθόν, στη δεκαετία του ΄70, με μοναδικό στόχο να γνωρίσει τους γονείς του, και σαγηνεύοντάς τους να αποτρέψει τη σύλληψή του. Το βιβλίο έχει μια ακόμη ενδιαφέρουσα πτυχή καθώς ο ήρωας είναι ομοφυλόφιλος, οπότε σκιαγραφείται ένας ματαιωμένος γκέι τρόπος ζωήςστη σύγχρονη Αθήνα.

Κωνσταντινούπολη των Ασεβών μου Φόβων
Γιάννης Ξανθούλης

Το βιβλίο αρχίζει με την αποκάλυψη πως, όταν ήταν παιδί, είχε καταπιεί την Πόλη. Eνα μικρό κομμάτι της. Μια ψηφίδα. Ελεγαν οι γονείς του ότι έχουν από την Αγια-Σοφιά ένα κομματάκι από το ψηφιδωτό και το φύλαγαν σε ένα κουτί, με τις παλιές φωτογραφίες. Στο πρώτο από τα πέντε μέρη του βιβλίου περιγράφει τη μάλλον αδιάφορη σχέση που είχε ως παιδί με την Τουρκία. Το πρώτο ταξίδι του στην Ιστανμπούλ το έκανε μετά τη θητεία στον στρατό, αλλά δεν είδε το φως το αληθινό.
Το δεύτερο κεφάλαιο περιστρέφεται γύρω από έναν δείπνο στον Βόσπορο, όπου τον καλούν, μεγαλοαστοί της γείτονος που αποκαλύπτουν έναν κόσμο τον οποίο κοιτάζει μαγεμένος, σαν μικρό παιδί. Στα υπόλοιπα κεφάλαια παρουσιάζονται οι άνθρωποι που τον ξενάγησαν σε έναν κόσμο ο οποίος στα μάτια του έγινε ονειρικός.

Πάρε το Μηδέν
Κωνσταντίνος Καμάρας

Το βιβλίο περιγράφει τον παιδικό κόσμο των σημερινών αθηναίων σαραντάρηδων, εκείνων που θυμούνται την πόλη χωρίς κυκλοφοριακό πρόβλημα, εκείνων που ανδρώθηκαν στην πιτσαρία «Λούκουλλος», και θυμούνται την τηλεόραση ασπρόμαυρη με δύο κανάλια. Πρόκειται για ένα βιβλίο με αυτοβιογραφικά αφηγήματα για τις δεκαετίες του ΄70 και του ΄80. Οσοι ταυτίζονται ηλικιακά με τον Καμάρα θα εκπλαγούν από όσα θυμάται. Παρ΄ ότι το κείμενο διαθέτει ανέμελο γράψιμο και χιουμοριστική προσέγγιση του παρελθόντος, είναι θαυμαστός ο όγκος των δεδομένων που συγκεντρώνονται. Θα θυμηθούν τα χρόνια του δημοτικού σχολείου, όταν μαθαίναμε να βάζουμε περισπωμένη και πνεύματα, και μιαν εποχή στην οποία όχι μόνο δεν υπήρχαν κομπιούτερ αλλά το Ιnternet, θα μας φάνταζε σαν δημιούργημα του Αρθουρ Κλαρκ.