Αγριότερες μέρα με τη μέρα γίνονται οι συναλλαγές σε όλα τα χρηματιστήρια του κόσμου. Ετσι και χθες οι ισχυρότεροι ευρωπαϊκοί και αμερικανικοί χρηματιστηριακοί δείκτες, ενώ κατρακυλούσαν εξαιτίας της βύθισης της επιχειρηματικής δραστηριότητας στις ηγέτιδες οικονομίες, στη συνέχεια ανέκαμψαν. Η ανάκαμψη αυτή, η οποία ξεκίνησε από τη Γουόλ Στριτ, διαχύθηκε και στις αγορές της Ευρώπης, με αποτέλεσμα να μηδενιστούν οι πρωινές μεγάλες απώλειες ως και 3% και έτσι να κλείσουν με θετικό πρόσημο όλα τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια. Το Λονδίνο, η Φραγκφούρτη και το Παρίσι έκλεισαν με άνοδο 1,14%, 0,78% και 0,44% αντίστοιχα. Ωστόσο οι τρεις αμερικανικές αγορές- Dow Jones, Standard & Ρoor΄s 500 και Νasdaq-, ενώ σημείωναν κέρδη γύρω στο 1%, δεν φαίνονταν ικανές ότι θα καταφέρουν να τα διατηρήσουν.

Η ακραία συμπεριφορά στις χρηματιστηριακές αγορές του κόσμου πηγάζει από τη δραματική αβεβαιότητα που συνεχώς πυροδοτούν τα πολύ χειρότερα από τα αναμενόμενα νέα για την κατάσταση των μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου. Παρά το γεγονός ότι κανένας πλέον δεν αναμένει θετικά μακροοικονομικά στοιχεία, δεν παύουν να προκαλούν σοκ όταν αυτά δημοσιοποιούνται. Ωστόσο οι ελπίδες για γενναίες μειώσεις στο βασικό κόστος δανεισμού από τις κεντρικές τράπεζες και για κυβερνητικά πακέτα στήριξης της οικονομικής δραστηριότητας καταφέρνουν, ορισμένες φορές, να συγκρατήσουν το ξεπούλημα των μετοχών. Τις τελευταίες ημέρες οι αγορές ποντάρουν στο γεγονός ότι σήμερα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), η Τράπεζα της Αγγλίας και άλλες κεντρικές τράπεζες, όπως της Σουηδίας και της Νέας Ζηλανδίας, θα ανακοινώσουν μειώσεις στα βασικά επιτόκια δανεισμού της τάξεως των 100 μονάδων βάσης, ενδεχομένως και των 150 μονάδων βάσης. Τα χθεσινά στοιχεία που προκάλεσαν την αναταραχή στα χρηματιστήρια ήταν πράγματι πολύ απαισιόδοξα. Η περαιτέρω ραγδαία επιδείνωση της επιχειρηματικής δραστηριότητας στην ευρωζώνη, που προκλήθηκε από τη θυελλώδη κρίση στις πιστωτικές αγορές, υποδηλώνει ότι η ύφεση στην ευρωζώνη θα είναι πολύ βαθύτερη και μακρύτερης χρονικής διάρκειας από αυτήν που προβλεπόταν. Συγκεκριμένα ο αρμόδιος δείκτης που μετρά τον τεράστιο τομέα παροχής υπηρεσιών (Ρurchasing Μanager΄s Ιndex) στις χώρες-μέλη της ζώνης του ευρώ σημείωσε πτώση ρεκόρ τον Νοέμβριο.

Ανοδικά άνοιξε χθες η Γουόλ Στριτ και οι τρεις χρηματιστηριακοί δείκτες σημείωναν κέρδη γύρω στο 1%, για τα οποία όμως οι traders στην αίθουσα των συναλλαγών δεν έβλεπαν τη δυνατότητα να διατηρηθούν RΕUΤΕRS/CΗΙΡ ΕΑSΤ

Η βουτιά του δείκτη αυτού τον περασμένο μήνα στα χαμηλότερα επίπεδα από την ίδρυσή του λέγεται ότι ανησύχησε ακόμη και τους σκληρούς τραπεζίτες της ΕΚΤ. Αλλά και τα στοιχεία για τις λιανικές πωλήσεις ήταν χειρότερα από τα αναμενόμενα και έδειξαν τον Οκτώβριο πτώση 0,8% έναντι του Σεπτεμβρίου.

Βουτιά της επιχειρηματικής δραστηριότητας, που έπληξε τη στερλίνα, υπήρξε και στη Βρετανία. Η συρρίκνωση με ρυθμούς ρεκόρ του τεράστιου βρετανικού τομέα παροχής υπηρεσιών και η νέα αποκλιμάκωση του πληθωρισμού απογείωσαν τις προσδοκίες για γενναία μείωση, ενδεχομένως και κατά 150 μονάδες βάσης, των επιτοκίων-κλειδιών της στερλίνας. Επίσης τα επίσημα στοιχεία για τον πληθωρισμό που ανακοίνωσαν οι επιχειρηματίες λιανικού εμπορίου έδειξαν ετήσια πτώση των τιμών στο 2,7% τον Νοέμβριο από 3% τον Οκτώβριο.

Και οι αμερικανικές αγορές προσπαθούσαν να χωνέψουν τα χθεσινά αρνητικά στοιχεία που προκάλεσαν το χθεσινό σοκ στους επενδυτές: τις νέες δραματικές απολύσεις 250.000

ατόμων στον ιδιωτικό τομέα τον Νοέμβριο και την πτώση ρεκόρ στην επιχειρηματική δραστηριότητα. Συγκεκριμένα ο δείκτης του τεράστιου τομέα παροχής υπηρεσιών του ΙSΜπροσμετρά το 90% της οικονομικής δραστηριότητας στις ΗΠΑ- βυθίστηκε στο 37,3 τον περασμένο μήνα.

Το σοκ ωστόσο απαλύνθηκε από τις σημαντικές δηλώσεις του γκουρού των ομολόγων, του Αμερικανού Μπιλ Γκρος, ο οποίος διαχειρίζεται το μεγαλύτερο αμοιβαίο κεφάλαιο στον κόσμο (Ρacific Ιnvestment Μanagement). Ο κ. Γκρος μιλώντας στο οικονομικό τηλεοπτικό κανάλι CΝΒC δήλωσε ότι προβλέπει περαιτέρω πτώση των επιτοκίων στα ενυπόθηκα δάνεια στις ΗΠΑ. Πιστεύει επίσης ότι τα επιτόκια θα σταθεροποιηθούν γύρω στο 4,5%5% μετά τη δέσμευση της Fed να αγοράσει τα «πεθαμένα» ενυπόθηκα δάνεια και άλλα χρέη ύψους 500 δισ. δολαρίων.