Είναι τα άτομα που υπέστησαν ψυχικό τραύμα από καταστροφές ή φρικαλεότητες κάθε μορφής. Σίγουρα ξέρουν να μας πουν τι σημαίνει να είσαι «ζωντανός νεκρός». Οταν κάποτε πεθάνουν, θα συνεχίσουν να λέγονται «επιζώντες». Ο όρος έχει πλέον καθιερωθεί διεθνώς. Αναμετρήθηκαν με τη «βία» και δεν έχασαν τη ζωή τους. Εχασαν όμως τον εαυτό τους







Η Φρέιζερ περιγράφει πώς γεννήθηκε μέσα της μια άλλη πραγματικότητα, ενώ εκείνη υφίστατο στοματικό βιασμό από τον πατέρα της:


«Πνίγομαι. Βοήθεια! Σφίγγω τα μάτια ώστε να μην μπορώ να δω. Ο μπαμπάς τραβάει το σώμα μου κοντά του όπως η μαμά τραβάει την τρύπια κάλτσα πάνω στο αβγό για μαντάρισμα. Βρώμα, βρώμα, μη σε πιάσω ποτέ, ντροπή, βρώμα, ο μπαμπάς δεν θα μ’ αγαπάει, βρωμιά, βρώμα, αγάπα τον, μίσησέ τον, φόβος, μη σε πιάσω ποτέ, βρωμιά, αγάπη, μίσος, ενοχή, ντροπή, φόβος, φόβος, φόβος, φόβος… Ξαναζώ ακριβώς τη στιγμή εκείνη όπου η αδυναμία μου είναι τόσο βαθιά ώστε οτιδήποτε άλλο είναι προτιμότερο από αυτό. Ετσι λοιπόν ξεβιδώνω το κεφάλι μου από το σώμα μου σαν το καπάκι ενός βάζου με τουρσιά. Από τότε είχα δύο εαυτούς ­ το παιδί που ξέρει, με το ένοχο σώμα που ανήκει στον μπαμπά, και το παιδί που δεν τολμάει πια να ξέρει, με το αθώο κεφάλι που στρέφεται προς τη μαμά» (Επιζώσα από αιμομειξία)


«Οπως οι περισσότεροι άνδρες του Τέταρτου Τάγματος, έτσι και εγώ ήμουν μουδιασμένος σε κατάσταση αποσύνδεσης. Ηταν μια κατάσταση… την οποία ονομάζαμε «το βλέμμα του έτους 2000». Ηταν το αναισθητοποιημένο βλέμμα, τα ορθάνοιχτα μάτια ενός ανθρώπου που δεν νοιάζεται πια για τίποτε. Δεν είχα φθάσει ακόμη σ’ εκείνο το σημείο, το μούδιασμα όμως ήταν απόλυτο. Ενιωθα σαν να μην ήμουν στη μάχη» (Βετεράνος πολεμιστής του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου)


«Επί δύο μήνες ανταγωνιζόμουν τους άνδρες στο οδήγημα, και τελικά τράκαρα. Ενας φορτηγατζής προσπαθούσε να με κόψει, και εγώ είπα στον εαυτό μου με πολύ ωμή γλώσσα «Διάβολε… δεν πρόκειται εσύ να με βιάσεις». Ετσι ακριβώς» (Σάρον Σιμόν, επιζώσα από αιμομειξία)


«Αυτό το σκοτεινό κομμάτι μέσα του, που σφραγίστηκε από τη μοίρα, όπου τίποτε δεν ήταν αληθινό παρά μόνο η φρίκη, εκφραζόταν άναρθρα με σύντομες, πικρές φράσεις οργής, δυσπιστίας, προδοσίας» (Λόγια της Ντόρις Λέσινγκ για τον πατέρα της, βετεράνο πολεμιστή του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου)


«Επιζώντες» υπήρχαν, υπάρχουν και θα υπάρχουν εις τους αιώνες των αιώνων, όσο υπάρχει η «βία» είτε προέρχεται από εγκληματικές πράξεις είτε από το φυσικό περιβάλλον. Στον 20ό αιώνα όμως οι ειδικοί επιστήμονες ανακάλυψαν ­ ύστερα από μακρόχρονη έρευνα δεκαετιών ­ αυτή την τόσο ανομοιογενή «ομάδα»: Θύματα σεξουαλικής ή άλλου είδους κακοποίησης ­ ανεξαρτήτως φύλου και ηλικίας ­, θύματα οικογενειακής βίας, βετεράνοι πολεμιστές, πολιτικοί κρατούμενοι, αιχμάλωτοι πολέμου, όμηροι, μετανάστες πολέμου, άτομα που επέζησαν από ένα ναυάγιο ή από άλλη φυσική καταστροφή, και τέλος άτομα που απειλήθηκε βίαια η ζωή τους με οποιονδήποτε τρόπο, τη συνθέτουν με ακρίβεια.


Ο 20ός αιώνας χρεώνεται με την επίγνωση του τρομακτικού αριθμού των επιζώντων που υπάρχουν γύρω μας. Η επιστήμη έκανε το θαύμα και «ανακάλυψε τον άνθρωπο»… Τον άνθρωπο που κουβαλάει μέσα του «ανείπωτα» ψυχικά τραύματα που τον καθιστούν «ασθενή» της περίφημης «διαταραχής μετατραυματικού στρες»! Πρώτα απ’ όλα όμως ανακάλυψε τον άνθρωπο που ήρθε αντιμέτωπος με τον… τρόμο.


Η «επίθεση» του τρόμου


Το ψυχικό τραύμα πλήττει τον ανίσχυρο. Τη στιγμή του τραύματος μια τρομακτική δύναμη κάνει το θύμα ανίσχυρο. Οταν η δύναμη αυτή έρχεται από τη φύση, μιλάμε για φυσικές καταστροφές. Οταν επιβάλλεται από άνθρωπο, μιλάμε για φρικαλεότητες. Ο ψυχίατρος Κάρντινερ περιγράφει: «Οταν ένα άτομο κατακλύζεται από τρόμο και αδυναμία, κατακερματίζεται ολόκληρο το οικοδόμημα της συγκροτημένης και συντονισμένης δραστηριότητας».


Το μετατραυματικό στρες


1. Η υπερδιέγερση: Υστερα από ένα τραυματικό γεγονός, το ανθρώπινο σύστημα αυτοάμυνας φαίνεται να βρίσκεται σε συνεχή συναγερμό, σαν να πρόκειται ο κίνδυνος να επανέλθει οποιαδήποτε στιγμή. Δύο ψυχολόγοι παρατήρησαν ότι «στρατιώτες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου που υπέστησαν ψυχικό τραύμα δείχνουν να πάσχουν από χρόνια διέγερση του συμπαθητικού νευρικού συστήματος».


2. Η παρεμβολή: Αφού περάσει ο κίνδυνος, για πολύ καιρό το τραυματισμένο άτομο ξαναζεί το γεγονός σαν να συμβαίνει συνεχώς στο παρόν. Είναι σαν ο χρόνος να έχει σταματήσει στη στιγμή του τραύματος. Συχνά οι ενήλικες, καθώς και τα παιδιά, νιώθουν την ανάγκη να αναπαραστήσουν τη στιγμή του τρόμου, με την ψευδαίσθηση ότι θα μεταβάλλουν την κατάληξη της τραυματικής συνάντησης. Σε αυτήν τους την προσπάθεια μπορεί να εκθέσουν τον εαυτό τους σε κίνδυνο μεγαλύτερης βλάβης.


3. Η συρρίκνωση: Οταν ένα άτομο είναι τελείως ανίσχυρο, όταν θεωρεί ότι οποιαδήποτε μορφή αντίστασης είναι άσκοπη, τότε είναι πιθανό να καταθέσει τα όπλα. Το σύστημα αυτοάμυνας διακόπτεται τελείως. Το ανίσχυρο άτομο ξεφεύγει από αυτή την κατάσταση όχι ενεργώντας μέσα στην πραγματικότητα, αλλά τροποποιώντας την συνειδησιακή κατάστασή του. Μια επιζώσα από βιασμό περιγράφει:


«Σε εκείνο το σημείο βγήκα από το σώμα μου. Βρέθηκα δίπλα στο κρεβάτι και παρακολουθούσα αυτό που συνέβαινε… αποσυνδέθηκα από την αδυναμία. Απλώς βρισκόμουν εκεί. Οταν στη φαντασία μου ξαναβλέπω το δωμάτιο, δεν το βλέπω από το κρεβάτι. Το βλέπω από το πλάι του κρεβατιού. Από εκείνο το σημείο παρακολουθούσα».


Η αντιφατικότητα


Οι δύο αντικρουόμενες αντιδράσεις της παρεμβολής και της συρρίκνωσης επιβάλλουν έναν ρυθμό με μεταπτώσεις. Και τα δύο συμπτώματα δεν επιτρέπουν την αφομοίωση του τραυματικού γεγονότος. Το άτομο είναι αιχμάλωτο ανάμεσα στα άκρα της αμνησίας και της αναβίωσης του τραύματος, ανάμεσα σε κατακλυσμό από έντονα, ανυπόφορα συναισθήματα και σε καταστάσεις κενού. Με την πάροδο του χρόνου αυτή η αντιφατικότητα αυξάνει. Μια έρευνα Ολλανδών με άτομα που υπήρξαν όμηροι επιβεβαιώνει τις μακροχρόνιες επιπτώσεις ενός μόνο τραυματικού γεγονότος. Ενας βετεράνος πολεμιστής του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου είχε ξαφνικά ίδιους εφιάλτες και συμπτώματα παρεμβολής ύστερα από 30 χρόνια!


Η ψυχική αποσύνδεση


Το τραυματικό γεγονός κλονίζει βασικές ανθρώπινες σχέσεις. Κλονίζει τους δεσμούς της οικογένειας, της φιλίας, της αγάπης και της κοινότητας, θρυμματίζει τη δομή της προσωπικότητας, την πίστη του θύματος προς τον Θεό και τη φύση, το ρίχνει σε υπαρξιακή κρίση.


Οταν χάνεται η εμπιστοσύνη, το τραυματισμένο άτομο νιώθει ότι ανήκει περισσότερο στους νεκρούς παρά στους ζωντανούς.


Η κλονισμένη προσωπικότητα


Το τραυματικό γεγονός παραβιάζει τη σωματική ακεραιότητα του ατόμου. Το σώμα κατακτάται, τραυματίζεται, βεβηλώνεται. Συχνά χάνεται ο έλεγχος των σωματικών λειτουργιών, που σε αφηγήσεις τους οι επιζώντες αναφέρουν ότι είναι η πιο ταπεινωτική πλευρά του τραύματος. Στον βιασμό, στόχος του βιαστή είναι ακριβώς να δείξει την περιφρόνησή του προς την αυτονομία και την αξιοπρέπεια του θύματος. Η πεποίθηση του θύματος ότι μπορεί να διατηρεί την ατομικότητά του σε σχέση με το περιβάλλον κλονίζεται ανεπανόρθωτα. Κάθε πρωτοβουλία καταπνίγεται και οι ικανότητες του ατόμου συντρίβονται.


«Το άτομο που ήμουν εκείνο το πρωινό χάθηκε για μένα και για την οικογένειά μου. Ποτέ πια σε όλη μου τη ζωή δεν θα είμαι αυτή που ήμουν» (Νάνσι Ζίγκεν, επιζώσα από βιασμό)


Ευπάθεια και ανθεκτικότητα


Κανένα άτομο δεν παραμένει αλώβητο όταν εκτεθεί σε σοβαρό ψυχικό τραύμα. Η Λενόρ Τερ, που εργάστηκε με μαθητές οι οποίοι είχαν απαχθεί και εγκαταλειφθεί σε μια σπηλιά, διαπίστωσε ότι όλα αυτά τα παιδιά εμφάνιζαν μετατραυματικά συμπτώματα ακόμη και ύστερα από τέσσερα χρόνια.


Η κοινωνική ευθύνη


Δεν φθάνει τώρα πια μόνο ένας Χίτλερ για να πάρει την ευθύνη. Η ευθύνη μοιράζεται σε όλους εμάς που δεν θέλουμε να τους αντικρίσουμε και αρχικά να τους αναγνωρίσουμε αυτό που ζητάνε απεγνωσμένα: το δικαίωμα να γίνει γνωστή η αλήθεια τους. Μόνο τότε οι «επιζώντες» μπορούν να ελπίζουν ότι κάποια ημέρα μπορεί να ξαναβρούν τον χαμένο εαυτό τους και επιτέλους… να «ζήσουν».


Αντιμέτωποι με το έγκλημα


Ποιος όμως θέλει να έλθει αντιμέτωπος με την ευάλωτη φύση του ανθρώπου μέσα στην κοινωνία όσο και με τη δυνατότητα που έχει ο άνθρωπος να κάνει το κακό; Αυτό θα σήμαινε να γίνει μάρτυρας φρικτών γεγονότων. Οταν τα γεγονότα αυτά προέρχονται από φυσικές καταστροφές, εύκολα ο μάρτυρας παίρνει το μέρος του θύματος. Οταν όμως είναι ανθρώπινες πράξεις, τότε ο μάρτυρας παγιδεύεται στη σύγκρουση μεταξύ θύματος και θύτη. Είναι ηθικά αδύνατο να παραμείνει ουδέτερος. Ο μάρτυρας εύκολα παρασύρεται και παίρνει το μέρος του θύτη.


Ο θύτης


Το μόνο που ζητάει άλλωστε ο θύτης από τον μάρτυρα είναι να μην κάνει τίποτε. Απευθύνεται στη γενική τάση των ανθρώπων να μη βλέπουν, να μην ακούν και να μη λένε τίποτε κακό. Πρώτη άμυνά του είναι η μυστικότητα και η σιωπή. Αν αυτά αποτύχουν, τότε ο θύτης αμφισβητεί την αξιοπιστία του θύματός του. Οσο ισχυρότερος είναι ο θύτης τόσο περισσότερες δυνατότητες έχει να παραποιεί την πραγματικότητα. Για τον τρόπο σκέψης του θύτη δεν γνωρίζουμε πολλά: αυταρχικός, μυστικοπαθής, μεγαλομανής, ακόμη και παρανοϊκός, είναι πολύ ευαίσθητος στην πραγματικότητα της δύναμης και στα κοινωνικά πρότυπα. Συνήθως περιφρονεί εκείνους που προσπαθούν να τον καταλάβουν και έτσι δεν προσφέρεται για μελέτη. Επειδή δεν πιστεύει ότι έχει πρόβλημα, δεν ζητάει βοήθεια ­ παρά μόνον όταν αντιμετωπίζει τον νόμο. Επιφανειακά δείχνει φυσιολογικός. Από τη σκοπιά των νομικών θεσμών μας και των ηθικών κρίσεών μας, αυτή η φαινομενική ίσως φυσιολογικότητα είναι πολύ πιο απειλητική από όλες μαζί τις φρικαλεότητες.


Το θύμα


Το θύμα όμως ζητάει από τον μάρτυρα να μοιρασθεί μαζί του το φορτίο του πόνου. Ζητάει δράση, δέσμευση, μνήμη. Σε κάθε πόλεμο οι στρατιώτες, ακόμη και όσοι θεωρήθηκαν ήρωες, παραπονιούνται με πικρία ότι κανείς δεν θέλει να γνωρίζει την αλήθεια για τον πόλεμο. Οσο για τα κακοποιημένα παιδιά ή τις κακοποιημένες γυναίκες δεν θα βρούμε κανένα μνημείο στο όνομά τους! Οταν το θύμα δεν έχει τόσο εκτίμηση όση έχουν οι ήρωες, όταν είναι μια γυναίκα ή ένα παιδί, τότε διαπιστώνει ότι τα τραυματικά γεγονότα της ζωής του δεν γίνονται αποδεκτά από την κοινωνία. Τότε η εμπειρία του γίνεται ανομολόγητη.


Τα κακοποιημένα παιδιά


Το επαναλαμβανόμενο τραύμα όταν συμβαίνει σε ενήλικο άτομο διαβρώνει τη δομή μιας προσωπικότητας που έχει ήδη διαμορφωθεί. Στην παιδική ηλικία όμως το επαναλαμβανόμενο τραύμα ταυτόχρονα διαμορφώνει και διαβρώνει την προσωπικότητα. «Δεν υπήρχαν καθόλου κανόνες. Οι κανόνες έσβηναν ύστερα από λίγη ώρα. Φοβόμουν να πάω σπίτι. Ποτέ δεν ήξερα τι με περίμενε. Η απειλή του ξύλου ήταν τρομακτική γιατί βλέπαμε τι έκανε ο πατέρας μου στη μητέρα μου. Εκείνος το έκανε σ’ εκείνη και εκείνη το έκανε σε μας. Μια φορά με χτύπησε με ένα ραβδί. Υστερα από λίγο καιρό το συνήθισα. Μαζευόμουν και γινόμουν μια μπαλίτσα». Οταν διαισθάνεται τον κίνδυνο, το κακοποιημένο παιδί προσπαθεί να προστατευθεί με το να αποφεύγει ή να ευχαριστεί τον θύτη. Πολύ συχνές είναι οι προσπάθειες φυγής που συχνά αρχίζουν από την ηλικία των επτά ή οκτώ ετών. Το παιδί πιστεύει ότι έχει εγκαταλειφθεί στη μοίρα του και συχνά νιώθει περισσότερη πικρία γι’ αυτή την εγκατάλειψη παρά για την ίδια την κακοποίηση:


«Είμαι τόσο θυμωμένη, όχι τόσο για αυτό που γινόταν μέσα στο σπίτι όσο επειδή κανείς δεν ήθελε να ακούσει. Η μητέρα μου εξακολουθεί να αρνείται ότι αυτό που συνέβαινε ήταν τόσο σοβαρό. Τώρα σε σπάνιες περιπτώσεις μου λέει: «Νιώθω τόσο ένοχη, δεν μπορώ να πιστέψω ότι δεν έκανα τίποτε». Τότε κανείς δεν μπορούσε να το παραδεχθεί. Απλώς, το άφηναν να γίνεται. Ετσι κόντεψα να φθάσω στην τρέλα» (Επιζώσα από αιμομειξία)


Αλλες φορές το παιδί-θύμα προτιμά να πιστεύει ότι η κακοποίηση δεν έγινε πραγματικά. Ετσι προσπαθεί να κρατήσει την κακοποίηση μυστική και από τον εαυτό του. Η ικανότητα αυθυποβολής ή αποσύνδεσης γίνεται ταλέντο. «Τα κατάφερνα με το να κοιτάζω χωρίς να βλέπω, χωρίς να εστιάζω το βλέμμα μου. Το ονόμαζα μη πραγματικότητα». Τέλος, πολλά παιδιά αναφέρουν ότι κατηγορούνταν όχι μόνο για τη βία ή τη σεξουαλική παρεκτροπή των γονιών τους, αλλά και για πολλές άλλες οικογενειακές δυστυχίες. «Οταν ο πατέρας μου άρχισε να με βιάζει, μου είπε: «Πήγαινες γυρεύοντας για πολύ καιρό. Καλά να πάθεις τώρα»». Τα αισθήματα οργής και οι φαντασιώσεις για δολοφονική εκδίκηση είναι φυσιολογικές αντιδράσεις στην κακοποίηση.


Η αιχμαλωσία


Ενα τραυματικό γεγονός μπορεί να συμβεί σχεδόν παντού. Το παρατεταμένο όμως και επαναλαμβανόμενο τραύμα συμβαίνει μόνο σε συνθήκες αιχμαλωσίας. Μπορεί να συμβεί μέσα σε φυλακές, σε στρατόπεδα εργασίας σκλάβων, σε εξτρεμιστικές θρησκευτικές οργανώσεις, σε οίκους ανοχής και άλλους χώρους οργανωμένης σεξουαλικής εκμετάλλευσης, αλλά και μέσα σε οικογένειες. Μέσα σε οικογένειες οι φράχτες που εμποδίζουν τη διαφυγή είναι αθέατοι. Είναι όμως πολύ ισχυροί. Τα παιδιά είναι αιχμάλωτα γιατί είναι εξαρτημένα. Οι γυναίκες είναι αιχμάλωτες εξαιτίας της οικονομικής, κοινωνικής, ψυχολογικής και νομικής υποτέλειας καθώς και εξαιτίας της σωματικής βίας.


Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν γνωρίζουν τις ψυχολογικές επιπτώσεις της αιχμαλωσίας. Γι’ αυτόν τον λόγο συχνά η κοινωνία κρίνει με υπερβολική σκληρότητα τα άτομα που πάσχουν από χρόνιο ψυχικό τραύμα.


«Για τους ζωντανούς οι μονάδες του χρόνου έχουν πάντοτε αξία. Για μας η ιστορία είχε σταματήσει» (Πρίμο Λέβι, επιζών από στρατόπεδο συγκέντρωσης)


Σε ακραίες θρησκευτικές αιρέσεις μπορεί να ελέγχεται αυστηρά η διατροφή και το ντύσιμο των μελών και να ανακρίνονται εξαντλητικά, όποτε ξεφεύγουν από τους κανόνες.


Η κοινωνική υποστήριξη


Για να διατηρηθεί στη συνείδηση του κοινού η τραυματική πραγματικότητα χρειάζεται ένα κοινωνικό πλαίσιο που να παραδέχεται και να προστατεύει το θύμα. Η συστηματική έρευνα του ψυχικού τραύματος εξαρτάται από την υποστήριξη που της παρέχει η κοινωνία. Οταν ο βιαστής είναι ο σύζυγος ή ο εραστής, το θύμα είναι ακόμη πιο ευάλωτο επειδή εκείνος προς τον οποίο θα μπορούσε να στραφεί για ασφάλεια και προστασία είναι ακριβώς η πηγή του κινδύνου.


Προϋπόθεση για να ξαναβρεί ο επιζών το νόημα της ζωής είναι να μοιρασθεί την τραυματική εμπειρία του με άλλους. Αφού αναγνωρισθεί δημοσίως ότι ένα άτομο υπέστη βλάβη, η κοινότητα πρέπει να ενεργήσει ώστε να αποδοθούν ευθύνες και να αποκατασταθεί το θύμα. Η «κάθαρση» είναι το ζητούμενο. Συνήθως όμως, οι γυναίκες π.χ. που ζητούν δικαιοσύνη από τον νόμο, αναφέρουν ότι ένιωσαν αυτή την εμπειρία ως έναν δεύτερο βιασμό! Και μόνο ένας βιασμός στους 100 καταλήγει τελικά στη σύλληψη και στην καταδίκη του βιαστή. Οσο οι άνθρωποι κλείνουν τα αφτιά τους μπροστά στην πραγματικότητα των «επιζώντων», το λιγότερο που κάνουν είναι να επιβεβαιώνουν το «ανείπωτο» και να το διαιωνίζουν.


Σε όλα τα Κέντρα Ψυχικής Υγιεινής (καλέστε το 131 για να βρείτε το αντίστοιχο της περιοχής σας)


* Ινστιτούτο Υγείας Παιδιού – Τμήμα Ενδοοικογενειακών Σχέσεων (τηλ. 7793.648, 7719.733, 7715.791)


* Τμήμα Κοινωνικής Ιατρικής – Νοσοκομείο Παίδων Π. & Α. Κυριακού (τηλ. 7484.233)


* Εταιρεία Πρόληψης Κακοποίησης και Παραμέλησης Παιδιού (τηλ. 6524.239)


* Κακοποιημένες Γυναίκες – Γενική Γραμματεία Ισότητας (τηλ. 5235.015)