Το βράδυ της 22ας Αυγούστου 1976 ανεμένετο με ιδιαίτερο ενδιαφέρον από το φιλόμουσο κοινό της πρωτεύουσας. Ο λόγος προφανής: η «βασίλισσα του πιάνου» ­ όπως απεκαλείτο η Τζίνα Μπαχάουερ από τη δισκογραφική της εταιρεία ­ βρισκόταν για μία ακόμη φορά στην Αθήνα, τη γενέθλια πόλη της, προκειμένου να εμφανιστεί στο Ηρώδειο, στο πλαίσιο του τότε Φεστιβάλ Αθηνών, συμπράττοντας με την Εθνική Συμφωνική Ορχήστρα της Ουάσιγκτον. Η κορυφαία πιανίστρια επρόκειτο να ερμηνεύσει ένα έργο με το οποίο είχε επανειλημμένως αναμετρηθεί στη διάρκεια της πολύχρονης σταδιοδρομίας της: το Κοντσέρτο αρ. 3 σε ντο ελάσσονα, Op. 37, του Λούντβιχ βαν Μπετόβεν. Οι αυτήκοοι μάρτυρες της δοκιμής που πραγματοποίησε η Μπαχάουερ με την Ορχήστρα το πρωί της ίδιας ημέρας μιλούν για μια απόδοση που άγγιζε ένα δυσθεώρητο ερμηνευτικό ύψος. Μια εκτέλεση που έμελλε να αποβεί προφητική καθώς διέθετε το ακραίο πάθος της τελευταίας φοράς.


Και πραγματικά το κοινό που είχε κατακλύσει το Ηρώδειο το βράδυ της 22ας Αυγούστου ματαίως περίμενε την κορυφαία πιανίστρια στη σκηνή του ρωμαϊκού ωδείου. Λίγο πριν από την έναρξη της συναυλίας ο μαέστρος Αντάλ Ντοράτι ανακοίνωσε ότι η Τζίνα Μπαχάουερ δεν θα εμφανιζόταν τελικά λόγω αιφνίδιας αδιαθεσίας. Μιας αδιαθεσίας που κάποιοι απέδωσαν στην πολύωρη υπό καταιγίδα παραμονή της στο Ηρώδειο το προηγούμενο βράδυ. Ελάχιστη ώρα αργότερα ωστόσο η είδηση έπεφτε σαν κεραυνός: η διάσημη καλλιτέχνις είχε πεθάνει. Η κηδεία της έγινε δημοσία δαπάνη το απόγευμα της επομένης ημέρας παρουσία πλήθους προσωπικοτήτων και μεγάλου αριθμού θαυμαστών. Ο ενταφιασμός της σορού της έγινε στο Νεκροταφείο Χαλανδρίου.


Είκοσι πέντε χρόνια μετά τον πρόωρο θάνατό της η μνήμη της Τζίνας Μπαχάουερ τιμάται με μια σειρά μουσικές κατά κύριο λόγο εκδηλώσεις τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Η επίσημη έναρξη έγινε τον περασμένο Μάρτιο στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, ακολούθησαν τρεις επιτυχημένες συναυλίες στην Ισπανία, ενώ για τους επόμενους μήνες προγραμματίζονται εκδηλώσεις σε Αθήνα, Νέα Υόρκη και Λονδίνο. Αύριο εξάλλου και στο πλαίσιο του εφετινού Φεστιβάλ Αθηνών η διάσημη ορχήστρα Φιλαρμόνια του Λονδίνου ­ ένα σύνολο με το οποίο συνεργαζόταν συχνά η Τζίνα Μπαχάουερ ­ θα δώσει συναυλία αφιερωμένη στη μνήμη της. Η βραδιά διοργανώνεται σε συνεργασία με το σωματείο που φέρει το όνομα της διάσημης πιανίστριας και η μουσική διεύθυνση είναι του ρώσου μαέστρου Βλαντίμιρ Ασκενάζι, ο οποίος παράλληλα θα εμφανιστεί ως σολίστ στο πιάνο.


Η Τζίνα Μπαχάουερ γεννήθηκε στην Αθήνα το 1910 από πατέρα αυστριακής καταγωγής και μητέρα Ιταλίδα. Οι γονείς της αναφέρονται ως φιλόμουσοι, ωστόσο κανένας από το οικογενειακό περιβάλλον της δεν είχε ασχοληθεί επαγγελματικά με τη μουσική. Το ρεσιτάλ εν τούτοις του περίφημου πιανίστα Εμίλ φον Σάουερ που παρακολούθησε στην Αθήνα σε ηλικία πέντε μόλις ετών απετέλεσε το πρώτο ουσιαστικό ερέθισμά της ώστε να ασχοληθεί η ίδια με το όργανο. Υστερα από μια μακρά περίοδο σπουδών στην Ελλάδα ­ όπου μεταξύ άλλων μαθήτευσε δίπλα στον Πολωνό Βόλντεμαρ Φρίμαν, ο οποίος υπήρξε, σύμφωνα με επανειλημμένες δηλώσεις της, ο σημαντικότερος δάσκαλός της ­ και έχοντας στις αποσκευές της το Χρυσό Μετάλλιο του Ωδείου Αθηνών, η Τζίνα Μπαχάουερ έφυγε στα 1929 για το Παρίσι προκειμένου να συνεχίσει τις σπουδές της. Ολοκληρώνοντας έναν κύκλο εκεί και με προτροπή του Φρίμαν η Μπαχάουερ συναντά τον Σεργκέι Ραχμάνινοφ στο Λονδίνο, ο οποίος τη δέχθηκε ως μαθήτριά του. Τα μαθήματα αυτά πραγματοποιήθηκαν σε διάφορα μέρη του κόσμου ­ καθώς η νεαρή καλλιτέχνις ακολουθούσε τον διάσημο δάσκαλό της σε πολλά από τα επαγγελματικά ταξίδια του­ ενώ η επιρροή του επάνω της υπήρξε μεγάλη. Το 1935 η Μπαχάουερ εμφανίζεται για μία ακόμη φορά στην Αθήνα, αυτή τη φορά δίπλα στον αρχιμουσικό Δημήτρη Μητρόπουλο. Η πραγματικά μεγάλη στιγμή στην καριέρα της ωστόσο ήρθε λίγο αργότερα, όταν η πρώτη ευρωπαϊκή περιοδεία που επιχείρησε στέφθηκε με τεράστια επιτυχία σηματοδοτώντας την απαρχή της διεθνούς σταδιοδρομίας της.


Στα μέσα της δεκαετίας του 1930 εξάλλου αποφασίζει να μείνει μόνιμα στην Αίγυπτο έχοντας μόλις παντρευτεί τον επιχειρηματία Ιωάννη Χριστοδούλου. Εκεί τη βρίσκει ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, στη διάρκεια του οποίου δίνει περισσότερα από 500 ρεσιτάλ σε συμμαχικά στρατόπεδα και νοσοκομεία της Μέσης Ανατολής. Το 1945 η Τζίνα Μπαχάουερ επανακάμπτει στο διεθνές στερέωμα πραγματοποιώντας σειρά εμφανίσεων στη Βρετανία. Λίγο αργότερα γνωρίζεται με τον βρετανό αρχιμουσικό και βιολονίστα Αλεκ Σέρμαν, τον μετέπειτα δεύτερο σύζυγό της μετά τον αιφνίδιο θάνατο του Χριστοδούλου το 1950. Ο Σέρμαν αποδεικνύεται ιδανικός σύμβουλος στην καριέρα της. Σταδιακά μάλιστα εγκαταλείπει τις δικές του ενασχολήσεις προκειμένου να αφιερωθεί σε αυτές της συζύγου του, η οποία εν τω μεταξύ βρίσκεται στο ζενίθ της σταδιοδρομίας της δεχόμενη βροχή από προτάσεις για εμφανίσεις σε όλον τον κόσμο.


Παρουσία επιβλητική και προσωπικότητα έντονη, η Τζίνα Μπαχάουερ είχε την ευχέρεια να κινείται σε μια ευρύτατη γκάμα ρεπερτορίου ενώ η ίδια απέδιδε την απαράμιλλη ικανότητά της να «χρωματίζει» τον ήχο στη μαθητεία της δίπλα στον Ραχμάνινοφ. Πέρα από τις ερμηνευτικές ικανότητές της εξάλλου, σημαντικό υπήρξε και το εκπαιδευτικό έργο της Μπαχάουερ, η οποία ως μέλος επιτροπών σε διεθνείς διαγωνισμούς αλλά και ως καθηγήτρια σεμιναρίων συνετέλεσε αποφασιστικά στην εξέλιξη πολλών ταλαντούχων νεαρών μουσικών οι οποίοι αργότερα θα ακολουθούσαν τα βήματά της.


Η ορχήστρα Φιλαρμόνια του Λονδίνου


Ενα από τα μεγαλύτερα συμφωνικά σύνολα σε παγκόσμια κλίμακα στην εποχή μας, η ορχήστρα Φιλαρμόνια, ιδρύθηκε το 1945 από τον Γουόλτερ Λεγκ και πολύ γρήγορα συγκέντρωσε στις τάξεις της μερικούς από τους σημαντικότερους μουσικούς των λονδρέζικων συνόλων. Από τα πρώτα κιόλας χρόνια της ύπαρξής της τη Φιλαρμόνια διηύθηναν μερικοί εκ των σημαντικότερων αρχιμουσικών της εκάστοτε εποχής και ανάμεσά τους ο Αρτούρο Τοσκανίνι, ο Βίλχελμ Φούρτβενγκλερ, ο Γκουίντο Καντέλι και ο Κάρλο Μαρία Τζιουλίνι. Βασικοί αρχιμουσικοί της ωστόσο υπήρξαν ο Χέρμπερτ φον Κάραγιαν (ως το 1959), ο Οτο Κλέμπερερ (1955-1973), ο Ρικάρντο Μούτι (1973-1982) και ο Τζιουζέπε Σινόπολι (1983-1994), ενώ στενή συνεργασία με την ορχήστρα είχαν τα τελευταία χρόνια και οι Λόριν Μάαζελ, Βλαντίμιρ Ασκενάζι, Αντριου Ντέιβις, Εσα Πέκα-Σάλονεν και Βαλέρι Γκέργκιεφ.


Ιδιαίτερα μακρός και ενδιαφέρων εξάλλου είναι ο κατάλογος των σολίστ που έχουν κατά καιρούς συμπράξει με τη διάσημη ορχήστρα. Ανάμεσά τους οι Μαουρίτσιο Πολίνι, Γεβγκένι Κίσιν, Αρκάντι Βολόντος, Ματίας Γκέρνε και Κρίστιαν Τσίμερμαν.


Η Φιλαρμόνια έχει κατά καιρούς αποσπάσει επαινετικές κριτικές από τον διεθνή Τύπο οι οποίες δικαίωσαν την πολιτική της να παρουσιάζει νέα μουσική από σημαντικές μουσικές προσωπικότητες της εποχής μας. Πολλές είναι εξάλλου και οι πρώτες παγκόσμιες εκτελέσεις έργων που παρουσίασε η Φιλαρμόνια στη διάρκεια της 56χρονης ύπαρξής της.


Με βασικό διευθυντή τον γερμανό αρχιμουσικό Κριστόφ φον Ντοχνάνι η ορχήστρα Φιλαρμόνια πρωταγωνιστεί σήμερα τόσο στη μουσική ζωή του Λονδίνου ­ όπου εδρεύει στο περίφημο Ρόαγιαλ Φέστιβαλ Χολ ­ όσο και στη βρετανική περιφέρεια με την καθιέρωση των «περιφερειακών εδρών» που αποτελούν τα σημεία αιχμής ενός δραστήριου εκπαιδευτικού προγράμματος.


Εξαιρετικά ενδιαφέρουσα και ογκώδης εξάλλου είναι και η δισκογραφία της ορχήστρας η οποία είναι ιδιαίτερα αγαπητή στο ελληνικό κοινό καθώς έχει εγκαινιάσει μια αμφίδρομη σχέση διαπολιτισμικής καλλιέργειας με τη μουσική κοινότητα της Αθήνας. Ετσι λοιπόν μετά την αυριανή εμφάνισή της στο Ηρώδειο η Φιλαρμόνια θα εμφανιστεί εκ νέου στη χώρα μας και στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών ­ με το οποίο άλλωστε η ορχήστρα έχει στενή συνεργασία ­ τον Μάιο του 2002.


Ο Βλαντίμιρ Ασκενάζι και πάλι στην Ελλάδα


Στη διάρκεια της πολυδιάστατης μουσικής σταδιοδρομίας του ο 64χρονος σήμερα Βλαντίμιρ Ασκενάζι δεν έτυχε ποτέ να συνεργαστεί με την Τζίνα Μπαχάουερ. Εχοντας γνωριστεί μαζί της ωστόσο διατηρεί έντονα στη μνήμη του την «επιβλητική παρουσία, την έντονη προσωπικότητα και το απαράμιλλο ταλέντο της». Στο πλαίσιο αυτό λοιπόν δηλώνει εξαιρετικά ευτυχής που η αυριανή σύμπραξή του με τη Φιλαρμόνια στο Ηρώδειο αφιερώνεται στη μνήμη της διάσημης πιανίστριας.


Είναι η πολλοστή φορά που ο ρώσος καλλιτέχνης θα βρεθεί στη χώρα μας. Η σχέση του με το ελληνικό κοινό εγκαινιάστηκε στη διάρκεια της δεκαετίας του ’60 και έκτοτε παραμένει σταθερή. Ο ίδιος μάλιστα δεν κρύβει την ικανοποίησή του για την εξέλιξη που παρατηρεί στα μουσικά πράγματα της Ελλάδας.


«Η πρώτη εμφάνισή μου ήταν στο «Ρεξ» υπό συνθήκες πραγματικά δύσκολες» θυμάται σήμερα ο ίδιος. «Το ίδιο δύσκολες ήταν και οι επόμενες φορές. Θυμάμαι μια περίπτωση που έπαιζα σε ανοιχτό χώρο και από τα γειτονικά σπίτια ακουγόταν μουσική από το ραδιόφωνο. Σταμάτησα λοιπόν και ρώτησα τους θεατές αν πραγματικά επιθυμούν να συνεχίσω. Ευτυχώς μου απάντησαν καταφατικά…» λέει παρακάτω με χιούμορ και συνεχίζει φθάνοντας στα πρόσφατα χρόνια:


«Την τελευταία δεκαετία τα πράγματα άλλαξαν εντυπωσιακά και αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο Μέγαρο Μουσικής. Ενας χώρος καταπληκτικός που εξασφάλισε τις προϋποθέσεις τόσο σε καταξιωμένους μουσικούς να εμφανιστούν στην Ελλάδα όσο και στο απαιτητικό ελληνικό κοινό που έβρισκε απωθητικούς τους προϋπάρχοντες χώρους. Τώρα υπάρχει και το Μέγαρο της Θεσσαλονίκης και αυτό είναι αναμφίβολα πολύ ελπιδοφόρο».


Ζώντας μακριά από τη Ρωσία εδώ και περίπου 40 χρόνια ο Βλαντίμιρ Ασκενάζι παρακολουθεί εξ αποστάσεως τα τεκταινόμενα στη χώρα του και, όπως ισχυρίζεται, τον θλίβει ιδιαίτερα η σημερινή κατάσταση εκεί. «Το χειρότερο για μένα είναι οι απίστευτες κοινωνικές και οικονομικές αντιθέσεις: η τεράστια φτώχεια από τη μία πλευρά και η συσσώρευση αμύθητου πλούτου σε λίγες δεκάδες ανθρώπους από την άλλη. Για τα μουσικά πράγματα είμαι λίγο πιο αισιόδοξος. Μια μεγάλη χώρα με τέτοια πολιτιστική παράδοση είναι λίγο δύσκολο να χαθεί μέσα στο διάστημα λίγων χρόνων».


Κατά την αυριανή εμφάνισή της στο Ηρώδειο η Φιλαρμόνια θα ερμηνεύσει τη Συμφωνία αρ. 8 του Α. Ντβόρζακ καθώς και το Κοντσέρτο για πιάνο και ορχήστρα KV 453 σε σολ μείζονα του Β. Α. Μότσαρτ. Μαέστρος και σολίστ στο πιάνο ο Βλαντίμιρ Ασκενάζι. Ωρα έναρξης: 21.00. Πληροφορίες στα τηλέφωνα 3221.459, 3232.771 και 3235.582.