Ιδιαίτερα επίκαιρη είναι η έκδοση του συγγράμματος Αμερικανικές Ταυτότητες: Η Λογοτεχνική Ιστορία των Ηνωμένων Πολιτειών 1603-2000 των καθηγητών Πολ Λιβάιν και Ντόρας Τσιμπούκη, καθώς οι ΗΠΑ βρίσκονται για μία ακόμη φορά στο επίκεντρο των παγκόσμιων εξελίξεων, όπως – δυστυχώς – συμβαίνει με αυτόν τον απαράδεκτο πόλεμο των ημερών μας. Δεν είναι όμως μόνο τα πεδία μάχης του Ιράκ που μας προβληματίζουν. Ο αμερικανικός πολιτισμός, με την πορεία που χάραξε η χώρα από την ανεξαρτησία της, αποτέλεσε συχνά έναν γρίφο για τους Ευρωπαίους. Κάθε προσπάθεια κατανόησης, επομένως, του αμερικανικού πολιτισμού είναι ευπρόσδεκτη. Στην προκειμένη περίπτωση, η προσέγγιση γίνεται μέσω της λογοτεχνίας, μιας από τις σημαντικότερες εκφάνσεις κάθε πολιτισμού. Η αμερικανική λογοτεχνία έχει μάλιστα να επιδείξει μια εξαιρετικά πλούσια και ενδιαφέρουσα παραγωγή, η οποία έχει διεισδύσει – βοηθούντων της γλώσσας, του κινηματογράφου, αλλά και της μουσικής – σε όλον τον κόσμο. Ποιος δεν έχει ακούσει για τους εξερευνητές και τους Ινδιάνους του Τζέιμς Φένιμορ Κούπερ και για τις περιπέτειες του Χακ Φιν στον ποταμό Μισισιπή, στο έργο του Μαρκ Τουέιν, ή, πιο πρόσφατα, για τους αντι-ήρωες του Χέμινγκγουεϊ και για τους μποέμ υπαρξιστές του Κέρουακ που κάνουν οτοστόπ χαράζοντας τη δική τους πορεία ζωής;


Η έννοια «Αμερικανός»


Οι συγγραφείς του βιβλίου αναζητούν μέσω της λογοτεχνίας την ταυτότητα – ή, ακριβέστερα, τις πολλαπλές ταυτότητες – του αμερικανικού πολιτισμού. Στο πρώτο μέρος ο Πολ Λιβάιν εστιάζει την προσοχή του στην απαρχή και μετέπειτα τη σφυρηλάτηση της έννοιας του Αμερικανού, από τον πουριτανισμό της αποικιακής περιόδου ως τις επιδράσεις του Διαφωτισμού στο πνεύμα των πατέρων της νέας αμερικανικής δημοκρατίας και την ενηλικίωση του έθνους στη διάρκεια του 19ου αιώνα, όταν η χώρα αρχίζει να αποκτά τόσο πολιτική όσο και οικονομική δύναμη. Αυτό το παράξενο αλλά συχνά συναρπαστικό κράμα – το ότι συνυπάρχουν, δηλαδή, στοιχεία του πουριτανισμού, της πίστης στον άνθρωπο και της κοινωνίας της αφθονίας – παραμένει και σήμερα συνυφασμένο με τον αμερικανικό πολιτισμό. Ακόμη και το γνώριμο «αμερικανικό όνειρο» έχει διττή υπόσταση: δηλώνει πνευματικές αξίες (το αναφαίρετο δικαίωμα του ατόμου στην ελευθερία και την ευτυχία), αλλά και καθαρά υλικές αξίες (το δικαίωμα του πλουτισμού).


Η νέα Εδέμ


Από τις αρχές του 19ου αιώνα αναδύεται μια αμερικανική λογοτεχνία, η οποία σαφώς διαφοροποιείται από την αγγλική. Λαμπρές μορφές, όπως οι Εμερσον, Χόθορν και Γουίτμαν, επιμένουν στην ανάπτυξη ενός ανεξάρτητου, «γηγενούς» πολιτισμού. Οπως έγραψε ο Γουίτμαν στην «Ευρωπαϊκή Ποίηση» την περίφημη επιστολή του στον Εμερσον, τα λογοτεχνικά πρότυπα, οι φόρμες και οι τεχνικές πρέπει να καταστραφούν, ώστε να μπορέσουν η αμερικανική λογοτεχνία και ο πολιτισμός να μεγαλουργήσουν στο μέλλον, απελευθερωμένα πλέον από το βάρος της επίδρασης και του παρελθόντος. Η νέα αμερικανική γλώσσα που θα δημιουργηθεί θα πρέπει να είναι απλή και πρακτική. Ο δε καλλιτέχνης θα επικεντρώνεται στην καθημερινότητα, η οποία ωστόσο διαθέτει κάτι το ξεχωριστό που την υπερβαίνει. Κατά παρόμοιο τρόπο, συγγραφείς όπως ο Κούπερ εκμεταλλεύονται την επιβλητική φύση της αμερικανικής ηπείρου, προσπαθώντας να εκφράσουν το δέος που νιώθει ο άνθρωπος μπροστά σε μια τέτοια θέα. Δεν είναι τυχαίο ότι η φύση ως ιδεατή υπόσταση έχει τόσο σημαντική θέση στο φιλοσοφικό σύστημα του υπερβατισμού του Εμερσον. Επιπλέον, η επιβλητική φύση υπήρξε καταλυτική και στη δημιουργία του ιδεολογήματος του «Αμερικανού Αδάμ», με άλλα λόγια του ατόμου που βρίσκεται στη «Νέα Εδέμ» της Βόρειας Αμερικής για ένα καινούργιο ξεκίνημα μετά την «πτώση».


Ο καταστροφικός εμφύλιος όμως καταδεικνύει και πάλι τη δυαδικότητα που συναντά κανείς στον αμερικανικό πολιτισμό, όπως άλλωστε είχαν τονίσει λογοτεχνικά ο Μέλβιλ αλλά και ο πρώην σκλάβος Φρέντρικ Ντάγκλας πριν από την έναρξη του πολέμου. Αν η αθωότητα και ο κήπος της Εδέμ είναι η μία όψη της Αμερικής, η άλλη όψη είναι σαφώς περισσότερο σκοτεινή. Ετσι, ο Τουέιν πενθεί το τέλος της ατομικότητας και της πραγματικής ελευθερίας, χαρακτηριστικά που ενσαρκώνονται από τον Χακ Φιν, ενώ η κάποτε αθώα αμερικανική κοινωνία εμφανίζεται στο έργο του υποκριτική και διεφθαρμένη. Προς τα τέλη του αιώνα ο Χένρι Τζέιμς φέρνει τους αμερικανούς ταξιδιώτες του αντιμέτωπους με τον πολιτισμό του παλαιού ευρωπαϊκού κόσμου, διαγράφοντας μια πορεία από τη Νέα Εδέμ προς έναν νέο πτωτικό κύκλο. Η Αμερική ενηλικιώνεται.


Στη διάρκεια του 20ού αιώνα, η αμερικανική λογοτεχνία αποκτά ένα αξιοθαύμαστο εύρος, με το οποίο καταπιάνεται η Ντόρα Τσιμπούκη στο δεύτερο μέρος του βιβλίου. Νέοι καλλιτέχνες, όπως οι Ελιοτ, Πάουντ, Χέμινγκγουεϊ, καθώς και η Γερτρούδη Στάιν ταξιδεύουν στην Ευρώπη για να συμμετάσχουν στη δημιουργική έκρηξη του μοντερνισμού. Και άλλοι σπουδαίοι λογοτέχνες, λιγότερο κοσμοπολίτες, αγκαλιάζουν την πρωτοπορία της εποχής (π.χ. οι Γουάλας Στίβενς, Γουίλιαμ Κάρλος Γουίλιαμς, Φράνσις Σκοτ Φιτζέραλντ και ο μοναδικός Γουίλιαμ Φόκνερ). Η αμερικανική λογοτεχνία παύει να είναι περιφερειακή. Επιπλέον, οι αρχές του 20ού αιώνα αποτελούν μια ιδιαίτερα γόνιμη περίοδο για γυναίκες συγγραφείς, όπως μαρτυρούν τα καινοτόμα ποιητικά έργα των Μάριαν Μουρ, Αμτι Λόουελ και Χίλντα Ντούλιτλ, καθώς και η ενδιαφέρουσα πεζογραφία, κυρίως ρεαλιστικής τεχνοτροπίας, των Κέιτ Τσόπιν, Γουίλα Κάθερ και άλλων. Ο ρεαλισμός και, πιο ακραία, ο νατουραλισμός (π.χ. Κρέιν, Ντράιζερ, Νόρις) έχουν ταυτιστεί με τα μεγάλα κοινωνικά προβλήματα και τις κρίσεις που συχνά συνθλίβουν τον παράγοντα άνθρωπο (φτώχεια, καταπίεση, πόλεμοι, το κραχ του 1929 κτλ.). Τα έργα αυτά μας υπενθυμίζουν, όπως άλλωστε και Ο υπέροχος Γκάτσμπυ του Φιτζέραλντ, ότι η αίγλη της «εποχής της τζαζ» και του κοσμοπολιτισμού είναι απατηλή.


Πλουραλισμός


Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο γίνεται ακόμη πιο δύσκολη η χαρτογράφηση της αμερικανικής λογοτεχνίας, αφού δημιουργείται μεγαλύτερη πληθώρα τάσεων και υφών. Αξίζει να αναφερθούμε στην αναβίωση ενός νεορομαντικού ρεύματος μεταπολεμικά, όπως αυτό εκφράστηκε μεταξύ άλλων από τη «Γενιά των Μπιτ». Μάλιστα, οι αντικομφορμιστές Κέρουακ, Γκίνσμπεργκ και Μπάροουζ – o αρχικός πυρήνας των Μπιτ – αρνούνται να συμβιβαστούν με το μεταπολεμικό οικονομικό «θαύμα», προετοιμάζοντας έτσι το έδαφος για την αμφισβήτηση της δεκαετίας του ’60. Επίσης, οι καινοτομίες των Μπιτ, μαζί με τις επιδράσεις της γαλλικής λογοτεχνίας και του υπαρξισμού, εισάγουν τον μεταμοντερνισμό στην αμερικανική λογοτεχνία, με σημαντικότατους εκπροσώπους τους Τόμας Πίντσον και Ντον Ντελίλο. Τέλος, μεγάλη άνθηση γνωρίζουν η φεμινιστική, η αφρο-αμερικανική και η εθνοτική λογοτεχνία, γεγονός που τονίζει τον πολυεθνικό και πολυπολιτισμικό προσανατολισμό του αμερικανικού πολιτισμού. Η Αμερική πλέον προβάλλει τη δική της άποψη για τον σύγχρονο πολιτισμό.


Δύσκολο, ομολογουμένως, το εγχείρημα της καταγραφής της ιστορίας της λογοτεχνίας διότι ως είδος κριτικής οφείλει να διευρύνει τους ορίζοντες του αναγνώστη προς ένα μεγάλο φάσμα συγγραφέων, υφολογικών τάσεων, εννοιών και λοιπών ζητημάτων. Στο σημείο αυτό οι Αμερικανικές Ταυτότητες επιτυγχάνουν απόλυτα. Ωστόσο, μας προβληματίζει το γεγονός ότι μια ιστορία της λογοτεχνίας οφείλει, ταυτόχρονα, να βρίσκεται σε διάλογο με την κριτική ώστε να προτείνει, μέσω κάποιου θεωρητικού πλαισίου, μια άποψη για το πώς θα πρέπει να γράφεται η ιστορία της λογοτεχνίας. Χωρίς αυτό το θεωρητικό πλαίσιο, οι επιλογές των κριτικών μπορεί να μοιάζουν αυθαίρετες ή απλώς να μην πείθουν. Για παράδειγμα, λείπει εντελώς από το πρώτο μέρος του βιβλίου η πιο «σκοτεινή» πλευρά της αμερικανικής λογοτεχνίας, η οποία ξεκινά από τον Τσαρλς Μπρόκντεν Μπράουν και φθάνει ως τον Εντγκαρ Αλαν Πόε, συγγραφείς που αντιμετώπισαν με μεγάλη δυσπιστία την υπερτίμηση των δυνατοτήτων του ατόμου και της αμερικανικής κοινωνίας που τόσο ευαγγελίζονται άλλοι λογοτέχνες, στοχαστές και κριτικοί. Πώς να εκληφθεί μια τέτοια παράλειψη, όταν μάλιστα ο Μπράουν αναγνωρίζεται σήμερα ως ο πρώτος πραγματικά αμερικανός μυθιστοριογράφος (εμφανίζεται το 1798) και ο Πόε ως ο πρώτος σημαντικός αμερικανός κριτικός και ένας από τους σπουδαιότερους λογοτέχνες του 19ου αιώνα παγκοσμίως;


Το βιβλίο Αμερικανικές Ταυτότητες δεν παύει, όμως, να είναι χρήσιμο στον αναγνώστη που ενδιαφέρεται να προσεγγίσει την αμερικανική λογοτεχνία. Είναι το πρώτο έργο του είδους του γραμμένο για το ελληνικό κοινό και αναμφίβολα θα συμβάλει με το πλούσιο υλικό του στην κατανόηση του αμερικανικού πολιτισμού.


Ο κ. Θανάσης Δούβρης είναι διδάκτωρ αμερικανικής λογοτεχνίας και διδάσκει στο Κολέγιο La Verne.