«Ηναψαν τας λαμπάδας κι εξήλθον όλοι εις το ύπαιθρον ν’ ακούσωσι την Ανάστασιν. Γλυκείαν και κατανυκτικήν Ανάστασιν εν μέσω ανθούντων δένδρων, υπό ελαφράς αύρας σειομένων ευωδών θάμνων και των λευκών ανθέων της αγραμπελιάς (…)»


Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, «Εξοχική Λαμπρή»


Από τις φλαούνες και τις λαμπρακιές της Κύπρου ως τις μπάντες της Κέρκυρας, από τη μυσταγωγία των Μετεώρων και τη «μοναξιά» των φούρνων της Καρπάθου ως το εμπόλεμο κλίμα στην Κάλυμνο, στη Χίο και στην Καλαμάτα, από το λαμπριανό της Αστυπάλαιας ως τα αερόστατα του Λεωνιδίου, το Πάσχα είναι η γιορτή της αναγέννησης· της αναβάπτισης στους γενέθλιους τόπους, στις ευωδιές της φύσης, σε παραδοσιακές συνήθειες και παιδικές μνήμες. Δεν είναι μόνο η σωτηρία της ψυχής αλλά και του σώματος. Ολοι οι τόποι γιορτάζουν, αλλά κάποιοι ζουν πιο έντονα ή και ξεχωριστά το Πάσχα των Ελλήνων.


* Οι «λαμπρακιές» της Κύπρου


H Κύπρος είναι η ιδιαίτερη πατρίδα του κάθε Ελληνα. Και κάθε εβδομάδα των Παθών τη θυμόμαστε. Ιδιαίτερα εφέτος. Που όμως και πάλι θα λαμπαδιάσουν οι «λαμπρακιές» – καμία σχέση βεβαίως η γραφή της λέξης με την προφορά της από τους Κυπρίους. Το θέαμα είναι συναρπαστικό, ιδιαίτερα όταν το παρακολουθείς σε έναν μικρό οικισμό, το Νέο Χωριό, το τελευταίο πριν την από «άγρια» χερσόνησο του Ακάμα, στα μέρη της Πάφου. Μια τεράστια φωτιά έκαιγε έξω από την παλιά εκκλησία το ανδρείκελο του Ιούδα και φώτιζε τους πιστούς που λαμπροντυμένοι, κρατώντας τις λαμπάδες τους, έρχονταν για την ακολουθία της Ανάστασης. Πιο πέρα ήταν στημένα τα τραπέζια που θα φιλοξενούσαν τους μεζέδες και το κρασί. Το παραδοσιακό πασχαλιάτικο έδεσμα στην Κύπρο είναι οι φλαούνες – ένα τσουρέκι με κόκκινα αβγά – μαζί με το αρνί, κομματιασμένο, στη σούβλα.


* Ο «κούκνουκας» της Κάσου


Ενα άλλο είδος λαμπριάτικου αρτοσκευάσματος είναι ένα κουλούρι που δημιουργούν εκεί στην άκρη του Αιγαίου οι νοικοκυρές της Κάσου γύρω από ένα – καμιά φορά και δύο – βαμμένο αβγό. Τα λένε «κουκνούκους» και φυσικά τα ψήνουν στον παραδοσιακό φούρνο που καίει με κλαδιά. Οι ξυλόφουρνοι καπνίζουν συνεχώς το Μεγάλο Σάββατο και απέναντι στην Κάρπαθο, ιδιαίτερα στα πάνω χωριά. Στα Σπόα, στο Γιαφάνι, στην Ολυμπο. Εδώ οι νοικοκυρές δεν φουρνίζουν μόνο χορτόπιτες και τυρόπιτες, αλλά και τα ψωμιά του σπιτιού τους. Εκείνα τα μεγάλα καρβέλια με το προζύμι που κρατούν μια ολόκληρη βδομάδα στην ψωμοθήκη. Στα Σπόα μάλιστα υπάρχει ακόμη η τελευταία επαγγελματίας φουρνάρισσα, την οποία καλούν σε κάθε φούρνο να επιβλέψει το ψήσιμο των ψωμιών έναντι αμοιβής.


* H βυζαντινή Ολυμπος


Κάπου 24 χλμ. χωματόδρομου πάνω από τα Σπόα βρίσκεται η ξακουστή Ολυμπος, το χωριό που μοιάζει να αψηφά τον χρόνο. Οι γυναίκες με τις καθημερινές, παραδοσιακές, ενδυμασίες τους κυκλοφορούν στα στενά σοκάκια φορτωμένες καρβέλια. Οποιο δρομάκι και αν πάρει ο επισκέπτης θα τον βγάλει σε κάποιο φούρνο, όπου οι γυναίκες δεν στήνουν κάποια αξιοθέατη παράσταση για τους τουρίστες, αλλά επιδίδονται σε μια συνηθισμένη ασχολία τους. Στο καφενείο του οργανοπαίκτη Αντώνη Ζωγραφίδη το ζεστό ψωμί δένει πολύ αρμονικά με τις παστές σαρδέλες. Πιο πάνω, στο Πλατύ, το μόνο ευρύχωρο σημείο του χωριού όπου βρίσκεται και η εκκλησία και απλώνονται οι δίπλες του πάνω χορού, κυματίζουν μεσίστιες ακόμη στον δυνατό αέρα που φυσά από το Καρπάθιο πέλαγος ελληνικές και βυζαντινές σημαίες. Ο δικέφαλος αετός υπάρχει και στα τσιμεντένια κάγκελα, στα μπαλκόνια, στις πόρτες, παντού. H Ολυμπος θέλει να λέγεται βυζαντινή…


Χωρίς το Πάθος δεν έχει αξία η λύτρωση, η Ανάσταση. Και εδώ στην Ολυμπο έκλαψαν στον επιτάφιο μαζί με τον Χριστό και τους δικούς τους νεκρούς. Είχαν και τις φωτογραφίες τους ανάμεσα στα άνθη που στόλιζαν το κουβούκλιο. Γι’ αυτό και η Ανάσταση είναι ένα εκρηκτικό ξέσπασμα. Ως την ώρα της Ανάστασης όμως, ο επισκέπτης μπορεί να περιμένει ακούγοντας ήρεμες δοξαριές της λύρας κάτω από τα φτερά ενός παραδοσιακού ανεμόμυλου που έχει μετατραπεί σε ταβέρνα, έχοντας μπροστά του το πιάτο του και την πιο εκπληκτική θέα του των απότομων ακτών και του πελάγους.


* Ο «πόλεμος» της Αγάπης


H Ανάσταση είναι εκρηκτική σε πολλά μέρη της Ελλάδας. Στην Κάλυμνο, για παράδειγμα, αν θέλουμε να μείνουμε λίγο ακόμη στα Δωδεκάνησα. Αλλά η πιο φαντασμαγορική Ανάσταση γίνεται στον Βροντάδο της Χίου. Το όνομά του τα λέει όλα. Μέρες τώρα τα εργαστήρια ετοιμάζουν τις «ρουκέτες» για τον παραδοσιακό «ρουκετοπόλεμο». Στο προαύλιο της Παναγίας Ερειθιανής το απόγευμα του Μεγάλου Σαββάτου χιλιάδες αυτοσχέδιες «ρουκέτες» στήνονται στους «ρουκετοσύρτες». Το ίδιο γίνεται και στην «αντίπαλη» ενορία του Αγίου Μάρκου. Δεν μένει παρά το σύνθημα για να αρχίσει ο αλληλοβομβαρδισμός του καμπαναριού της Παναγίας και του τρούλου του Αγίου Μάρκου. Από πού ξεκίνησε όλο αυτό το κακό; Επειδή μας αρέσει να δίνουμε ηρωική διάσταση στην κάθε κακοδουλειά μας, οι πολέμαρχοι του Βροντάδου λένε ότι το έθιμο κρατά από τα χρόνια της τουρκοκρατίας, όταν οι κατακτητές ανάγκασαν τους καπεταναίους να παροπλίσουν τα πλοία τους και, καθώς δεν είχαν τι να κάνουν, μετέφεραν τα κανόνια τους στο χωριό και άρχισαν να κανονιοβολούν η μια ενορία την άλλη.


Στην Καλαμάτα θυμούνται τη δεύτερη μέρα του Πάσχα τη μάχη της Βέργας το 1821, τότε που οι κλέφτες πετούσαν κροτίδες στα πόδια του αλόγων του Ιμπραήμ για να τρομάξουν και να γκρεμίσουν την καβαλαρία. Χωρίζονται λοιπόν νταϊφάδες και με τους καπεταναίους επικεφαλής πιάνουν τον «σαϊτοπόλεμο» στο γήπεδο του στρατοπέδου… Εναν ολόκληρο χρόνο οι διάφορες ομάδες φτιάχνουν τις «σαΐτες» και κάνουν τις απαραίτητες προετοιμασίες ώστε τη δεδομένη στιγμή να είναι… ετοιμοπόλεμες! Ο «σαϊτοπόλεμος» μεταξύ των ομάδων συγκεντρώνει το ενδιαφέρον των ντόπιων και των πασχαλινών επισκεπτών, οι οποίοι κατακλύζουν το γήπεδο όπου διεξάγονται.


H Ανάσταση όμως δεν είναι μόνο έκρηξη κροτίδων αλλά και συναισθημάτων. Ιδιαίτερα στα μοναστήρια. Εκεί που τα τροπάρια ανεβαίνουν προς τον ουρανό «(…) όπως μυροβολεί, ελισσόμενον εις κυανούς στεφάνους, το μοσχολίβανον (…)», καθώς γράφει ο κοσμοκαλόγερος συγγραφέας στον «Λαμπριάτικο ψάλτη». Ανέκαθεν ο Ελικώνας είχε σχέση με τις μούσες. Τώρα, πάνω από τον κάμπο της Κωπαΐδας, στο μοναστήρι της Αγίας Παρασκευής, οι αναστάσιμοι ύμνοι που ψέλνουν οι μοναχές συναντούν το τραγούδι των αηδονιών.


* Πλους αεροστάτων


Στο Λεωνίδιο νιώθεις την ψυχή σου να ακολουθεί τον «πλουν των αεροστάτων». Εδώ κάθε χρόνο αναβιώνει ένα από τα πιο φαντασμαγορικά αναστάσιμα έθιμα που υπάρχουν στην Ελλάδα. H νύχτα της Ανάστασης στο Λεωνίδιο είναι η νύχτα των αεροστάτων. Με το πρώτο «Χριστός Ανέστη» από τις πέντε ενορίες της πόλης εκατοντάδες αερόστατα πυροδοτούνται και ελευθερώνονται για να ανεβούν στον ουρανό και να γίνουν για λίγες στιγμές καινούργια αστέρια ώσπου να χαθούν. Τα αερόστατα ετοιμάζονται εβδομάδες πριν. Είναι φτιαγμένα από καλάμι και χαρτί και το ύψος τους φθάνει τα δύο μέτρα. Τα μικρότερα χρειάζονται οκτώ κόλλες χαρτί για να φτιαχτούν, τα πιο συνηθισμένα 16 ή 18 κόλλες και τα μεγάλα από 32 ως και 36. Για την πυροδότηση χρησιμοποιείται η «καλυμμάρα», πανί εμποτισμένο με λάδι και πετρέλαιο. Από κάθε ενορία αφήνονται περισσότερα από 100 αερόστατα.


* Μετέωρη κατάνυξη


Μεταξύ ουρανού και γης κινούνται σώματα, συναισθήματα και σκέψεις στις κορφές των βράχων των Μετεώρων. Εκεί πάνω, στη μεγαλύτερη μοναστηριακή πολιτεία μετά το Αγιον Ορος, το τελετουργικό της Μεγάλης Εβδομάδας στα έξι μοναστήρια που λειτουργούν ακόμη ακολουθείται με ιδιαίτερη κατάνυξη και η Ανάσταση αποκτά το πραγματικό της νόημα. Τα μοναστήρια (οι μονές Βαρλαάμ και Αγίου Στεφάνου είναι γυναικείες) έχουν όμως τους δικούς τους κανόνες τόσο για την αμφίεση όσο και για την ώρα προσέλευσης και αποχώρησης από τις ακολουθίες και είναι καλό ο επισκέπτης να τους γνωρίζει εκ των προτέρων.


Την ημέρα του Πάσχα η Ακολουθία της Αγάπης στο Καστράκι γίνεται στην Εκκλησία της Παναγίας, στη βάση ενός θεόρατου βράχου. Μετά όλοι μαζί ανεβαίνουν σε έναν άλλον βράχο που ονομάζεται «Σημαίνει ο Θεός» και πιάνουν τα τοπικά πασχαλινά τραγούδια για να καταλήξουν στην πλατεία του χωριού και να ανάψει το γλέντι. Τη δεύτερη ημέρα του Πάσχα oι μοναχοί βγάζουν από τα μοναστήρια τα λείψανα των Αγίων που φυλούν εκεί και κατεβαίνουν στο Καστράκι για να τα παραδώσουν με τελετουργικό τρόπο στους κατοίκους οι οποίοι θα τα λιτανέψουν την επομένη και θα τα κρατήσουν ως την Κυριακή του Θωμά.


* Ευφροσύνη αιώνιος


Εκτός από το Καστράκι και στο Λεωνίδιο, μετά τη νύχτα των αεροστάτων, την ημέρα του Πάσχα νέοι και νέες χορεύουν στην πλατεία τον παραδοσιακό τσακώνικο χορό. Γενικώς ο χορός της Πασχαλιάς συνηθίζεται σε πολλά μέρη. Μάλιστα σε κάποια χωριά είναι ενταγμένος στις ακολουθίες, όπως στη Σκυλόγιαννη της Εύβοιας που χορεύουν γύρω από την εκκλησία τραγουδώντας «Σήμερα Χριστός Ανέστη και στους ουρανούς ευρέθη». Το ίδιο και στο Καστελόριζο, που χορεύουν στο προαύλιο της εκκλησίας. Σε άλλα χωριά, όπως στους Χουλιαράδες Ιωαννίνων ή στην Επίσκεψη της Κέρκυρας, τον χορό σέρνουν παπάδες. Ο ομότιμος καθηγητής της Λαογραφίας κ. Μιχάλης Γ. Μερακλής σημειώνει:


«H χαροποιός ουσία της Αναστάσεως διατρανώνεται βέβαια και μέσα στην Εκκλησία, από την Εκκλησία την ίδια, που καλεί σε μιαν ευφροσύνη δίχως όρια: «Ουρανοί μεν επαξίως ευφραινέσθωσαν, γη δε αγαλλιάσθω, εορταζέτω δε κόσμος, ορατός τε άπαξ και αόρατος (…) ευφροσύνη αιώνιος»».


Αυτή η ευφροσύνη, που είθε να είναι όντως αιώνιος, εκφράζεται σε πολλά μέρη ακόμη και με παιχνίδια, όπως οι αυτοσχέδιες κούνιες δεμένες στα δένδρα, στις οποίες ανέβαιναν τα κορίτσια για να αισθανθούν τα πρώτα ερωτικά ρίγη:


«Κουνήσετε τις έμορφες, κουνήσετε τις άσπρες


κουνήσετε τις λεμονιές, που ‘ναι ανθούς γεμάτες».


* Θεϊκό άγγιγμα


Στην Κέρκυρα όλα είναι ξεχωριστά, το ίδιο και το Πάσχα. Είναι βλέπετε που οι ρούγες και τα καντούνια του Καμπιέλο δημιουργούν παραμυθένιο σκηνικό. Το πρωί του Μεγάλου Σαββάτου στον ναό της Παναγίας των Ξένων γίνεται η αναπαράσταση του σεισμού που ακολούθησε την Ανάσταση του Χριστού. Αυτό βέβαια δεν είναι ιδιαίτερο έθιμο της Κέρκυρας. Το κάνουν και στη Χίο όταν ο παπάς διαβάζει τη φράση του Ευαγγελίου «και σεισμός εγένετο μέγας».


Λίγο μετά τον «σεισμό» γίνεται η περιφορά επιταφίου του Αγίου Σπυρίδωνα, η οποία επεκράτησε να γίνεται από το 1574 όταν οι Βενετσιάνοι απαγόρευσαν στους ορθόδοξους την περιφορά του επιταφίου τη Μεγάλη Παρασκευή και από τότε οι Κερκυραίοι βγάζουν αυτόν τον επιτάφιο μαζί με το Σεπτό Σκήνωμα του Αγίου Σπυρίδωνα. Το συνοδεύουν τρεις φιλαρμονικές της πόλης.


Από τα πιο χαρακτηριστικά έθιμα του Μεγάλου Σαββάτου είναι η ρίψη των «μπότιδων», κανατιών γεμάτων νερό, από τα μπαλκόνια και τα παράθυρα, την ώρα που στην εκκλησία ακούγεται η φράση «ανάστα ο Θεός». Οι μπάντες βγαίνουν στους δρόμους παιανίζοντας το εμβατήριο «Μη φοβάστε, Γραικοί». Το βράδυ στην Ανάσταση η πόλη φωτίζεται από τα κεριά που ανάβουν σε κάθε παράθυρο σπιτιού.


Βέβαια δεν είναι απαραίτητο να αποδράσει κανείς από την πρωτεύουσα για να αισθανθεί τον αναστάσιμο παλμό. Στην Αγία Ειρήνη στην Αιόλου, ο πρωτοψάλτης Λυκούργος Αγγελόπουλος δημιουργεί μια μυσταγωγία. Το ίδιο και οι μοναχές στη μονή Κλειστών στην Πάρνηθα…


ΑΣΤΥΠΑΛΑΙΑ Τραπέζι με «λαμπριανό»




Οι αρχαίοι την αποκαλούσαν «τράπεζα των θεών» και ως τέτοια δεν μπορεί παρά να ήταν πλούσια και προκλητική. Ετσι πλούσια σε εικόνες και προκλητική στις αισθήσεις εξακολουθεί να είναι και σήμερα η ίδια η Αστυπάλαια, αλλά και το πασχαλιάτικο τραπέζι της. Τη Μεγάλη Εβδομάδα οι παραδοσιακοί ξυλόφουρνοι της Αστυπάλαιας ανάβουν για να ψήσουν τα κίτρινα κουλούρια με τη ζαφορά, τις λαμπρόπιτες και το «λαμπριανό» αρνί ή κατσίκι γεμιστό με ρύζι και εντόσθια, το οποίο ψήνεται όλη τη νύχτα. Επίσης στα σπίτια φτιάχνουν τα «πουτζά», τις αστυπαλίτικες τυρόπιτες με μέλι. H Παναγία Πορταΐτισσα αποτελεί το θρησκευτικό κέντρο του νησιού και το σπουδαιότερο προσκύνημά του, το οποίο βεβαίως βρίσκεται στο επίκεντρο του τελετουργικού των ημερών. Είναι αφιερωμένη στη θαυματουργή εικόνα της Μονής Ιβήρων του Αγίου Ορους. H ωραία εκκλησία μοιάζει να κάθεται στην κορυφή του λόφου των άσπρων σπιτιών, λίγο πιο κάτω από το φημισμένο κάστρο της Αστροπαλιάς. Οι λευκοί τρούλοι και το καμπαναριό βρίσκουν το ιδανικό φόντο στο γαλάζιο του πελάγους. Σύμφωνα με τις δωδεκανησιακές παραδόσεις, οι ακολουθίες της Ανάστασης είναι πολύ θορυβώδεις από τα αυτοσχέδια πυροτεχνήματα.