ΒΙΕΝΝΗ Πλατιά χαμόγελα, παχιά λόγια. Ετσι εμφανίστηκε χθες ο πρόεδρος του ακροδεξιού Κόμματος Ελευθερίας της Αυστρίας Χάιντς-Κρίστιαν Στράχε . Το 18,01% των ψήφων που πήρε το κόμμα του στις βουλευτικές εκλογές της Κυριακής (σχεδόν 7 ποσοστιαίες μονάδες περισσότερες από το 2005) τα έλεγε όλα. Βρέθηκε έτσι στην τρίτη θέση μετά τους Σοσιαλδημοκράτες (29,7%) και το συντηρητικό Λαϊκό Κόμμα (25,6%). Και μαζί με το δεύτερο ακροδεξιό κόμμα «Συμμαχία για το Μέλλον» του λεγόμενου «Αγιατολάχ των Αλπεων» Γεργκ Χάιντερ, που πήρε 10,98%, το λεγόμενο «τρίτο στρατόπεδο» της Ακροδεξιάς έφθασε ποσοστό 28,99%! Η εντυπωσιακή άνοδος των ακροδεξιών επιτρέπει στον κ. Στράχε να εκφράζει ανοιχτά πλέον τη φιλοδοξία του να γίνει ο επόμενος καγκελάριος της Αυστρίας. «Ας εφαρμόσουμε το μοντέλο του ΄99» προτείνει, εννοώντας την άνοδο στην καγκελαρία του συντηρητικού Βόλφγκανγκ Σούσελ το 1999, το κόμμα του οποίου είχε καταλάβει τότε επίσης την τρίτη θέση.

Τα δημοκρατικά μέσα ενημέρωσης σημαίνουν συναγερμό. Το περιοδικό «Ρrofil» εμφανίστηκε χθες με τον τίτλο: «Sieg…!» υπαινισσόμενο τον αλήστου μνήμης χιτλερικό χαιρετισμό «Sieg Ηeil!» (Καλή Νίκη!). Αλλα μιλούν για «τέλος εποχής» και για «ιστορική» ήττα των Σοσιαλδημοκρατών (οι οποίοι έχασαν 5,7%) και των Συντηρητικών (έχασαν 8,7%), καθώς και για οριστικό τέλος του δικομματισμού, που διήρκεσε, με μικρά διαλείμματα, περίπου έξι δεκαετίες. Μόνο η εφημερίδα «Die Ρresse» προσπαθεί να κατευνάσει τις ανησυχίες, σημειώνοντας ότι η ψήφος για την Ακροδεξιά «ήταν έκφραση διαμαρτυρίας και όχι ιδεολογική».

Η ανάλυση των εκλογικών αποτελεσμάτων δείχνει πάντως ότι τα δύο «ιστορικά» κόμματα προδόθηκαν από τους μόνιμους ψηφοφόρους τους, που αυτή τη φορά δεν πήγαν στην κάλπη. Η άνοδος των ακροδεξιών οφείλεται αφενός στους «πιτσιρικάδες» ηλικίας 16-18 ετών, που απέκτησαν για πρώτη φορά δικαίωμα ψήφου, και αφετέρου στη χαμηλή συμμετοχή. Οι πολιτικοί αναλυτές στη Βιέννη δεν παίρνουν πάντως στα σοβαρά την πρόθεση του κ. Στράχε να γίνει καγκελάριος. Ο υποψήφιος των Σοσιαλδημοκρατών Βέρνερ Φάιμαν δήλωσε ήδη προ των εκλογών ότι δεν πρόκειται να συγκυβερνήσει ποτέ με έναν «φανατικό ξενοφάγο», που έκανε στα νιάτα του σκοποβολή (με πραγματικά πυρά) μαζί με γνωστούς νεοναζιστές στο Wienerwald, το δάσος που περιβάλλει τη Βιέννη. Και οι Συντηρητικοί δεν θα αποδέχονταν ποτέ τέτοια «συνθηκολόγηση» που θα ισοδυναμούσε με την πολιτική τους αυτοκτονία. Τα πιθανότερα σενάρια σχετικά με το νέο κυβερνητικό σχήμα στην Αυστρία είναι λοιπόν τρία: Πρώτον, μια (έστω και βραχύβια) κυβέρνηση μειοψηφίας των Σοσιαλδημοκρατών, με καγκελάριο τον κ. Φάιμαν.

Δεύτερον, η αναβίωση του μεγάλου συνασπισμού Σοσιαλδημοκρατών- Συντηρητικών, με καγκελάριο πάλι τον κ. Φάιμαν. Αυτό δεν αποκλείει την παράδοση της καγκελαρίας σε έναν Συντηρητικό (είχε συμβεί και παλαιότερα) στο μέσο της πεντάχρονης κοινοβουλευτικής περιόδου.

Και, τρίτον, ένας συνασπισμός Συντηρητικών- Ακροδεξιάς, υπό την απαρέγκλιτη προϋπόθεση πάντοτε ότι ο καγκελάριος θα είναι ένας Συντηρητικός. Αυτός άλλαξε ξαφνικά όνομα- στη θέση του Βίλχελμ Μόλτερερ , που παραιτήθηκε χθες από την προεδρία του κόμματος, μπήκε ο υπουργός Γεωργίας Γιόζεφ Πρελ. Η παραίτησή του είχε διαφανεί από τη νύχτα των εκλογών. Πολλοί κομματικοί φίλοι του, οι οποίοι χαμηλόφωνα του χρέωναν την ήττα της Κυριακής, τον επαινούσαν από τότε μεγαλόφωνα στα μέσα ενημέρωσης. Και αυτό, σύμφωνα με τους αναλυτές, ήταν το πιο ασφαλές σημάδι για την επικείμενη καρατόμησή του.

Μόναχο
Στη Γερμανία η Χριστιανοκοινωνική Ενωση (CSU) της Βαυαρίας υπέστη ιστορική ήττα την περασμένη Κυριακή στις τοπικές εκλογές του κρατιδίου. Το ποσοστό της «βούτηξε» από 60,1% σε 43,4%. Οι νικητές ήταν τα μικρά κόμματα. Οι Ελεύθεροι Ψηφοφόροι ανέβηκαν από 6,2% σε 10,2%, οι Πράσινοι από 7,7% σε 9,4% και οι Ελεύθεροι Δημοκράτες από 3,6% σε 8%. Στους κερδισμένους ανήκει και το κόμμα Αριστερά (4,3%), παρ΄ όλο που δεν έπιασε το εκλογικό όριο του 5%.

Οι μόνοι που δεν μπόρεσαν να επωφεληθούν από τη συντριβή των Χριστιανοδημοκρατών ήταν οι Σοσιαλδημοκράτες, οι οποίοι έπεσαν από 19,6% σε 18,6%. Η μόνη τους παρηγοριά, κατά τους αναλυτές, είναι ότι καταρρίφθηκε ο «μύθος» της παντοδυναμίας των Χριστιανοδημοκρατών, οι οποίοι μεταπολεμικά έπαιρναν σε κάθε εκλογική αναμέτρηση άνω του 50% των ψήφων.