Ενας αδικαιολόγητος εκνευρισμός επικρατεί στη χώρα μας κάθε φορά που γίνεται αναφορά σε μειονότητες. Αυτό συνέβη και την περασμένη εβδομάδα με την επίσκεψη της ανεξάρτητης εμπειρογνώμονος του ΟΗΕ κυρίας Γκέι Μακ Ντούγκαλ, η οποία θα υποβάλει τον προσεχή Μάρτιο μια έκθεση στο Συμβούλιο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου του Διεθνούς Οργανισμού για την κατάσταση των μειονοτήτων στην Ελλάδα. Ο σάλος προκλήθηκε επειδή η εν λόγω κυρία επισκέφθηκε και την περιοχή της Φλώρινας, όπου, ως γνωστόν, κατοικούν και λίγες χιλιάδες δίγλωσσοι σλαβόφωνοι. Το γεγονός αυτό συνδυάστηκε από τους μονίμως εθνικώς ανησυχούντες με τις αιτιάσεις των Σκοπιανών για την ύπαρξη «μακεδονικής μειονότητας» στην Ελλάδα και λίγοι πίστεψαν τις διαβεβαιώσεις, που η ίδια έδωσε, ότι δεν έχει καμία απολύτως σχέση με τις διαπραγματεύσεις που βρίσκονται σε εξέλιξη για το θέμα της ονομασίας. Αυτή την εβδομάδα αναμένεται και νέα αναταραχή, καθώς αντιπροσωπεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κατά του Ρατσισμού και της Μισαλλοδοξίας (ΕCRΙ) του Συμβουλίου της Ευρώπης θα επισκεφθεί τη χώρα μας και θα έχει συνομιλίες και με εκπροσώπους των σλαβοφώνων της Βόρειας Ελλάδας.

Αυτό που προφανώς δεν αντιλαμβανόμαστε είναι ότι δεν μπορούμε να αντιδρούμε με μια ξεπερασμένη εθνικιστική υστερία κάθε φορά που τίθεται θέμα μειονοτήτων στην Ελλάδα. Τη στιγμή κατά την οποία το γενικότερο ζήτημα της διεκδίκησης των δικαιωμάτων των μειονοτήτων προβάλλεται με ιδιαίτερα έντονο τρόπο διεθνώς, οι αντιδράσεις που σημειώνονται στη χώρα μας είναι επόμενο να παρεξηγηθούν. Δίνουμε έτσι την εντύπωση ότι έχουμε κάτι να φοβηθούμε ή κάτι να κρύψουμε. Με τη στάση αυτή υπονομεύουμε από μόνοι μας το κύρος της χώρας μας. Ας μην ξεχνούμε ότι η Ελλάδα, πλήρες μέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης εδώ και σχεδόν τριάντα χρόνια, είναι (ή θα έπρεπε να είναι) μια σύγχρονη ανοιχτή και φιλελεύθερη δημοκρατία και δεν μπορεί στα ζητήματα αυτά να συμπεριφέρεται σαν τριτοκοσμική χώρα. Αυτό που αντίθετα θα πρέπει να γίνει είναι να εξηγηθεί ξεκάθαρα και χωρίς φοβίες γιατί δεν ευσταθεί η ύπαρξη «μακεδονικής μειονότητας» στην Ελλάδα και όχι να καταγγέλλονται ως εξυπηρετούντες ύποπτα συμφέροντα όσοι ξένοι έρχονται για να διερευνήσουν το θέμα.

Είναι καιρός λοιπόν να ξεφύγουμε από τις νοσηρές αντιλήψεις του παρελθόντος, οι οποίες ήθελαν όλα αυτά τα ζητήματα να μην αντιμετωπίζονται ανοιχτά και να βρίσκονται στο ημίφως. Αρκετά την έχουμε πληρώσει με το περιώνυμο «Μακεδονικό», το οποίο επί δεκαετίες ολόκληρες, επί εποχής Τίτο, θεωρούνταν ταμπού, με αποτέλεσμα σήμερα πάνω από 120 χώρες στον κόσμο να έχουν αναγνωρίσει τα Σκόπια ως Μακεδονία. Στο υπουργείο Εξωτερικών φοβούνται μάλιστα ότι κατά την επικείμενη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ τα Σκόπια θα ζητήσουν να αναγνωριστούν με τη συνταγματική ονομασία τους και δεν είναι απίθανο να το πετύχουν (αν δραστηριοποιηθούν, όπως φημολογείται, προς την κατεύθυνση αυτή οι Αμερικανοί) εξασφαλίζοντας την απαιτούμενη πλειοψηφία των δύο τρίτων. Ολα στο φως λοιπόν, χωρίς φοβικά σύνδρομα που δημιουργούν δυσάρεστες παρεξηγήσεις.