Τ ον Οκτώβριο του 1948 ο Μπεν Γκουριόν, ο ιδρυτής του κράτους του Ισραήλ, είχε δηλώσει: «Οι Αραβες της χώρας του Ισραήλ έχουν τώρα μόνο ένα πράγμα να κάνουν: να φύγουν». Η Τζίπι Λίβνι θαυμάζει τον Μπεν Γκουριόν αλλά δεν συμφωνεί με τη δήλωσή του. Είναι αλήθεια ότι πάρα πολλά άλλαξαν στα 60 χρόνια που πέρασαν από εκείνες τις ημέρες. Το Παλαιστινιακό όμως- μέσα στο γενικότερο πρόβλημα της Μέσης Ανατολής- δεν άλλαξε. Παραμένει άλυτο. Η Λίβνι το αντιλαμβάνεται, νιώθει και την πίεση της Ουάσιγκτον όπως της τη διετύπωσε πριν από τρεις εβδομάδες η ίδια η Κοντολίζα Ράις στην Ιερουσαλήμ, αλλά πώς να προχωρήσει, με ποιους να συνεργαστεί; Στην Ανάπολη των ΗΠΑ την περασμένη άνοιξη υποσχέθηκε ότι «θα κάνει ό,τι είναι δυνατόν» για να υπάρξει ως το τέλος του 2008 συμφωνία με την Παλαιστινιακή Αρχή, η οποία, θεωρητικώς τουλάχιστον, θα οδηγούσε στη δημιουργία παλαιστινιακού κράτους. Οκτώ μήνες συνομιλιών με τον πρόεδρο Μαχμούντ Αμπάς, στις οποίες η ίδια ήταν ο κύριος διαπραγματευτής, δεν απέδωσαν τίποτε. Το διάστημα ως το τέλος του χρόνου είναι πολύ μικρό για να υλοποιηθεί η υπόσχεσή της και, το σπουδαιότερο, δεν έχει τη δύναμη να προχωρήσει στον διάλογο. Η εκλογή της στην ηγεσία του κόμματος με διαφορά μόνο 431 ψήφων από τον αντίπαλό της, το «γεράκι» Σαούλ Μοφάζ, πρώην υπουργό Αμυνας και πρώην αρχηγό του Στρατού, μάλλον προβάλλει την αδιαφορία της βάσης του κόμματός της- ψήφισε μόλις το 50% των κομματικών μελών- παρά το ενδιαφέρον των Ισραηλινών για συμφωνία με τους Παλαιστινίους.

Πρόκειται για μια νέα κατάσταση καθώς οι βομβιστικές επιθέσεις έχουν σχεδόν σταματήσει, με αποτέλεσμα να έχει σχεδόν εξαφανιστεί ο φόβος για το καθημερινό αιματηρό απρόοπτο, ένα αίσθημα που οι ρουκέτες τις οποίες από καιρό σε καιρό εκτοξεύουν οι μαχητές της Χαμάς δεν φαίνεται να ταράζουν. Σημαντικό ρόλο σε αυτό το γενικό αίσθημα ασφαλείας παίζει και η οικονομική άνθηση που σημειώνεται τελευταία. Η κοινή γνώμη συμφωνεί με τη διαπίστωση της κεντρικής τράπεζας ότι «οι Ισραηλινοί ζουν σήμερα τόσο καλά όσο ποτέ τα τελευταία χρόνια» και στο ερώτημα αν «είναι ικανοποιημένοι με την παρούσα κατάσταση» μια πρόσφατη δημοσκόπηση έδειξε ότι οι δύο στους τρεις όχι απλώς είναι ικανοποιημένοι αλλά «δεν θα ήθελαν νέους πειραματισμούς» σε ό,τι αφορά τις σχέσεις με τους Παλαιστινίους. Αν υπάρχει κάτι όπου δεν έχουν πάρει θέση, όπως άλλωστε και τα κόμματα, είναι η Λωρίδα της Γάζας: Να εισβάλει και πάλι ο ισραηλινός στρατός, όπως ζητεί ο Μαφάζ, ή το Ισραήλ να αγνοήσει τις εκεί δραστηριότητες της Χαμάς, μια τακτική που ακολουθεί η Λίβνι; Στις συνομιλίες της για προσέγγιση με τους οπαδούς του αντιπάλου της- ο οποίος αποχώρησε «προσωρινά», όπως δήλωσε, από τις πολιτικές διεργασίες – η Λίβνι έχει να αντιμετωπίσει και αυτό το πρόβλημα. Αυτή τη στιγμή το Ισραήλ έχει «κυβέρνηση υπό προθεσμία» και προοπτική μακράς πολιτικής ασάφειας καθώς ο πρωθυπουργός Εούντ Ολμερτ αργά ή γρήγορα οδηγείται στο δικαστήριο και η Λίβνι αντιμετωπίζει δυσκολίες για να σχηματίσει κυβέρνηση. Προηγείται φυσικά η κάλυψη του ρήγματος στο κόμμα της- η δεξιά πτέρυγα δεν είναι ικανοποιημένη από την εκλογή της- και τα θεοκρατικά κόμματα που συμμετέχουν σήμερα στην κυβέρνηση, ιδιαίτερα το Σάας των ορθόδοξων εβραίων, έχουν θέσει θέμα για το μέλλον της Ιερουσαλήμ και απειλούν ότι δεν θα μετάσχουν σε κυβέρνηση αν δεν εξασφαλίσουν «ρητή δήλωση ότι θα παραμείνει σαφώς εβραϊκή». Αποτυχία της προσπάθειας για νέα κυβέρνηση οδηγεί σε εκλογές, όπως επίμονα αξιώνει ο αρχηγός του δεξιού κόμματος Λικούντ Βενιαμίν Νετανιάχου. Σύμφωνα με όλες τις δημοσκοπήσεις, το κόμμα του θα κερδίσει τις εκλογές ανοίγοντας τον δρόμο προς μια «επικίνδυνη αβεβαιότητα», όπως σημειώνει η «Ηaaretz». Αλλά και στην περίπτωση που η Λίβνι κατορθώσει να σχηματίσει κυβέρνηση συνεργασίας, θα έχει μεγάλη δυσκολία να προωθήσει τις συνομιλίες με τους Παλαιστινίους κάνοντας «τις λογικές παραχωρήσεις που ζητούν οι Παλαιστίνιοι με την υποστήριξη της Ουάσιγκτον» («Jerousalem Ρost») και ακόμη μεγαλύτερες αντιδράσεις στον χειρισμό του προβλήματος με το Ιράν.

Η άποψη της Λίβνι για το Ιράν είναι ότι θα πρέπει να αρχίσει «διάλογος σε κάποιο διπλωματικό επίπεδο» και γι΄ αυτό πάντοτε υποστήριξε τις θέσεις της ΕΕ. Μια μεγάλη μερίδα του κόμματός της, όπως και όλα σχεδόν τα συντηρητικά στρώματα του πληθυσμού, διαφωνούν: προτιμούν «να βομβαρδιστούν προληπτικά» οι πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν, άποψη που υποστηρίζει και ο Μοφάζ- μάλιστα η δήλωση του Πενταγώνου, τον περασμένο Μάρτιο, ότι «δεν προβλέπει» να μετάσχει σε στρατιωτική σύγκρουση με το Ιράν ή να υποστηρίξει προληπτικό πλήγμα εναντίον του έχει ενισχύσει τις ακραίες θέσεις των δεξιών κομμάτων. Στην Ιερουσαλήμ ελπίζουν οι συντηρητικοί και οι μετριοπαθείς οπαδοί της Λίβνι ότι ο νέος πρόεδρος της Αμερικής – οι πρώτοι υπέρ του Μακ Κέιν, οι άλλοι υπέρ του Ομπάμα- θα υποστηρίξει τη στάση τους και το Ισραήλ θα πράξει αναλόγως.