Για να μπορέσουμε να ξεπεράσουμε τη σημερινή κρίση, θα πρέπει να εντοπίσουμε τα στοιχεία εκείνα που προάγουν τις σημερινές αδικίες και ανισότητες.

Ενα μεγάλο μέρος της αύξησης των κοινωνικών αδικιών και ανισοτήτων προέρχεται κατ΄ αρχάς από την αυξανόμενη εξειδίκευση στην εργασία, η οποία έχει προκληθεί από τις σημερινές τεχνολογικές αλλαγές. Τις αλλαγές αυτές δεν μπορεί- οικονομικά και εκπαιδευτικά- να τις παρακολουθήσει ένα σημαντικό ποσοστό του ανθρώπινου δυναμικού, συνήθως εκείνο που είναι οικονομικά ασθενέστερο.

Η ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων θα βοηθούσε σε έναν σημαντικό βαθμό την αντιμετώπιση των νέων οικονομικών δυσκολιών από έναν αρκετά μεγάλο αριθμό νέων, οι οποίοι δεν έχουν σήμερα τις οικονομικές δυνατότητες να προσφύγουν σε πανεπιστήμια εκτός Ελλάδας, από τη στιγμή που η χώρα μας υστερεί- τουλάχιστον αριθμητικά- σε σύγχρονους και ανταγωνιστικούς εκπαιδευτικούς τομείς.

Οι ανισότητες όμως- σε όλες σχεδόν τις χώρες της Δύσης- προέρχονται και από το άνοιγμα της ψαλίδας των αμοιβών. Υπάρχουν ορισμένες κατηγορίες εργαζομένων (managers, executives, διοικητές και διευθυντές μεγάλων οικονομικών μονάδων κτλ.), των οποίων οι αμοιβές είναι ανεξέλεγκτες. Τα «απογειωμένα», βέβαια, εισοδήματά τους δεν οφείλονται σε κάποιες συγκεκριμένες δεξιότητες- που τάχα μόνον αυτοί διαθέτουν, ενώ άλλοι δεν τις έχουν- αλλά είναι το αποτέλεσμα ορισμένων λανθασμένων αποφάσεων και υπερεκτιμημένων συμπερασμάτων. Στην προκειμένη περίπτωση ίσως θα έπρεπε να ληφθούν δύο βασικά μέτρα:

Πρώτον, να μην υπάρχει κανένας μισθός υψηλότερος από αυτόν του Πρωθυπουργού.

Δεύτερον, ο φορολογικός συντελεστής, για όποιον έχει μισθό που υπερβαίνει αυτό το πλαφόν, να φθάνει το 70% ή και το 80% των αποδοχών. Σε τελική ανάλυση, τα «απογειωμένα» εισοδήματα αυτών των ανώτερων στελεχών δεν συνδέονται με καμία οικονομική τους απόδοση, αλλά βασίζονται στη γνωστή θεωρία της «πλεονεξίας» ως μοχλού ανάπτυξης… Τέτοιες όμως «καινοφανείς» θεωρίες- που έχουν σήμερα αναστρέψει κάθε κοινωνικό και πολιτικό κανόνα- θα πρέπει να αλλάξουν. Γιατί ούτε οικονομικά ούτε κοινωνικά βοηθούν.

Ενα άλλο μεγάλο κοινωνικό πρόβλημα αποτελεί επίσης η δημιουργία- κυρίως στους νέους – ενός κλίματος «δυστυχίας», «απαισιοδοξίας» και «ανασφάλειας».

Αυτό το κλίμα συχνά υπερτερεί των ουσιαστικών προβλημάτων, όπως είναι αυτά που προέρχονται από τη δυνητικά ανεπαρκή λειτουργία του τομέα της οικονομίας.

Η αναστροφή αυτού του κλίματος μπορεί να επιτευχθεί σε έναν ικανοποιητικό βαθμό με τη δημιουργία της πεποίθησης στους πολίτες ότι οι θεσμοί και το δημοκρατικό μας πολίτευμα λειτουργούν δίκαια και εύρυθμα.

Οταν, λόγου χάρη, ο πολίτης αισθάνεται ότι η Δικαιοσύνη εκτελεί σωστά το καθήκον της, ή όταν αυτός εισπράττει ότι η πολιτεία εφαρμόζει δίκαια συστήματα αναδιανομών και κοινωνικής δικαιοσύνης, ή όταν διαπιστώνει ότι τα πρόσωπα που τον κυβερνούν ή που συναπαρτίζουν τον κρατικό μηχανισμό είναι άξια, έντιμα και με προσόντα, ή όταν η πολιτεία εφαρμόζει μέτρα υπέρ της ελεύθερης βούλησης και κατά της διαφθοράς, τότε οι πολίτες μπορούν να αισθάνονται ασφαλείς και ικανοποιημένοι.

Εμείς στο υπουργείο Δικαιοσύνης προσπαθούμε να ανταποκριθούμε σε μια τέτοια ριζοσπαστική αποστολή. Ετσι προχωρούμε όχι μόνο στα θεσμικά καθήκοντα της Δικαιοσύνης, αλλά επιπλέον και στον κοινωνικό και παιδευτικό ρόλο τον οποίο έχει.