Για την περιοχή μας, όπου ο κίνδυνος ερημοποίησης είναι μεγάλος, τα νέα από το Κέντρο Κλιματικών Ερευνών Ηadley δεν είναι καθόλου ευχάριστα. Ειδικά για περιοχές όπως οι Κυκλάδες, τα Δωδεκάνησα και η Κρήτη, κάθε μείωση της συχνότητας των βροχοπτώσεων θα έχει άμεσο αντίκτυπο στην οικονομία τους λόγω της εξάρτησής τους από τον τουρισμό υψηλής στάθμης, που σχετίζεται άμεσα με υπερκατανάλωση των υδατικών αποθεμάτων.

Για ορισμένες περιοχές της Ελλάδας όπως η Μύκονος και η Ελούντα είναι εντυπωσιακά πολλές οι πισίνες, κυρίως στα μεγάλα ξενοδοχειακά συγκροτήματα, που δεν περιορίζονται μόνο σε μία κεντρική μονάδα για τις ανάγκες των επισκεπτών. Και αυτό σε περιοχές που, ως γνωστόν, έχουν τη χαμηλότερη στάθμη βροχοπτώσεων ετησίως.

Σε αυτές τις περιοχές για να έχεις επάρκεια νερού πρέπει να στηριχθείς είτε στην άντληση των υπόγειων αποθεμάτων είτε στην αφαλάτωση. Και η μεν αφαλάτωση μπορεί για ορισμένες περιπτώσεις να αποτελεί λύση, αλλά το κόστος παραγωγής τις περισσότερες φορές δρα ανασταλτικά για τους επιχειρηματίες τουριστικών εγκαταστάσεων οι οποίοι αποβλέπουν στη μεγιστοποίηση του κέρδους και στρέφονται προς την άντληση από τα υπόγεια αποθέματα. Η υπεράντληση όμως, ειδικά σε περιόδους ανομβρίας, οδηγεί αφενός στην εξάντληση των υδατικών αποθεμάτων και αφετέρου στην ελαχιστοποίηση της κατανάλωσης από άλλες δραστηριότητες, εκτός των τουριστικών, όπως η γεωργία.

Το επόμενο στάδιο είναι η σταδιακή ερημοποίηση αυτών των περιοχών η οποία για μεν τους κατοίκους θα είναι δραματική αλλά για τους επιχειρηματίες ίσως μια… πρόκληση για νέα κέρδη στον τόσο «επιτυχή» τουρισμό της ερήμου, όπως αυτός πρωτοαναπτύχθηκε στο Ντουμπάι. Ισως όμως τότε να είναι αργά και να έχει χαθεί το στοίχημα για βιώσιμη ανάπτυξη από τους Μυκονιάτες ή τους Ελουντιανούς – μαζί με το περιβάλλον.

Ο κ. Μ. Πετράκης είναι διευθυντής του Ινστιτούτου Ερευνών Περιβάλλοντος και Βιώσιμης Ανάπτυξης του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών.