Η θάλασσα στερεοποιείται όλο και πιo αργά, όλο και πιo λίγο, όπως βεβαιώνουν οι επιστήμονες στον πολικό σταθμό του Μπάροου.
Αυτοί καταγράφουν μεθοδικά την υποχώρηση των πάγων, διακόσια, τριακόσια, ίσως και τριακόσια πενήντα χιλιόμετρα μέσα σε λίγα χρόνια
ΡΩΜΗ Για πρώτη φορά στην Ιστορία, ο Βόρειος Πόλος έγινε νησί. Συνέβη εφέτος να λιώσουν ταυτόχρονα οι πάγοι και στα δύο περάσματα, με αποτέλεσμα να είναι πια δυνατός ο διάπλους του Βερίγγειου Πορθμού. Ενας ιταλός δημοσιογράφος της εφημερίδας «La Repubblica» το αποτόλμησε. Ταξίδεψε στην καρδιά του πολικού τοπίου, το οποίο έπαψε πλέον να είναι συνώνυμο της θανάσιμης παγωνιάς. Περιγράφει τι είδε σε ένα ημερολόγιο καταστρώματος από τον Βόρειο Πόλο.
Ο Πάολο Ρουμίζ γράφει πρώτα για την αγωνία των ναυτικών, παλιά, σε αυτά τα βόρεια και αφιλόξενα πλάτη. Υπουλος μήνας ο Σεπτέμβριος κι αν ο καιρός αλλάξει απότομα, τότε κλείνουν οι πάγοι και η μοίρα γίνεται σκληρή και αναπότρεπτη για τον ασυλλόγιστο καπετάνιο του φαλαινοθηρικού: η καθυστέρηση σημαίνει πρόσκρουση στον πάγο και ναυάγιο λίγες οργιές από τη στεριά.
Σήμερα, όλα αυτά έχουν τελειώσει. Λόγω του φαινομένου του θερμοκηπίου η θάλασσα στερεοποιείται όλο και πιο αργά, όλο και πιο λίγο, και σχεδόν τα πάντα είναι πλέον προβλέψιμα, όπως βεβαιώνουν οι επιστήμονες στον πολικό σταθμό του Μπάροου, στην Αλάσκα. Αυτοί καταγράφουν μεθοδικά την υποχώρηση των πάγων, 200, 300, ίσως και 350 χιλιόμετρα μέσα σε λίγα χρόνια.
Το ταξίδι όμως αρχίζει στην αντίπερα όχθη, στον Βερίγγειο Πορθμό, επτά η ώρα το πρωί. Ταξίδι από την άκρη της Γης, στις παρυφές του Πόλου. Πίσω η Αλάσκα, η χερσόνησος Σίγουορντ, το ακρότατο σημείο της Αμερικής. Μπροστά η Σιβηρία, βυθισμένη ακόμη στο σκοτάδι. Και νότια ο Ειρηνικός, με τα δυνατά του ρεύματα και τα 50 μίλια που τον χωρίζουν από την Αρκτική θάλασσα. Για πρώτη φορά έπειτα από 100.000 χρόνια κατέστη δυνατός ο περίπλους του Βορείου Πόλου και στα δύο περάσματα. Το πρώτο, το βορειοδυτικό, ανάμεσα σε Καναδά και Γροιλανδία, ήταν το πιο δύσκολο, με τα αναρίθμητα νησάκια, άλλοτε δεμένα με τους πάγους. Ηταν αυτό το «τελευταίο φράγμα» που άνοιξε εφέτος το καλοκαίρι. Στον Βερίγγειο Πορθμό ο κόσμος είναι ανάποδα, τα επάνω έρχονται κάτω. Εκεί, στους αντίποδες του Γκρίνουιτς αλλάζει η ημερομηνία, η ημέρα γίνεται νύχτα. Η Ρωσία είναι στη Δύση, η Αμερική στην Ανατολή, η Ευρώπη ανάποδα. Για να φτάσεις εκεί τραβάς προς τα βόρεια, και είναι σαν να μην υπάρχει θάλασσα, με το στενό πνιγμένο σε πάχνη πυκνή, σαν χαλκομανία της επιφάνειας του ωκεανού. Στο βάθος τα δύο νησιά του Διομήδη, το ένα ρωσικό και το άλλο αμερικανικό, φυλάνε το πέρασμα σαν δύο πυλώνες από κάποια γκρεμισμένη γέφυρα.
Ενα μεγάλο φορτηγό, κατάμαυρο, με τα βίντσια και τους γερανούς του, περνάει μπροστά, με ρότα προς τις Αλεούτες Νήσους. «Ερχεται από Φινλανδία, 150 μίλια βορειοανατολικά,εκεί όπου βρίσκεται το μεγαλύτερο στον κόσμο ορυχείο ψευδαργύρου» λέει ο Τιμ ο οδηγός. « Τα καράβια είναι πολλά,περνάνε συνέχεια. Βιάζεται η εταιρεία να προλάβει,να μεταφέρουν όσο γίνεται περισσότερο υλικό προτού κλείσουν τα στενά από τους πάγους. Το πολύ ως το τέλος του Οκτωβρίου».
Στο μεταξύ, θα έρθουν και οι φάλαινες. Θα αφήσουν τα θερινά τους ενδιαιτήματα στα βόρεια της Αλάσκας, εκεί όπου συγκλίνουν όλα τα ρεύματα, δημιουργώντας τεράστιες συσσωρεύσεις πλαγκτού και γύρω στα τέλη του Σεπτεμβρίου θα διαβούν το Σημείο της Ελπίδας, ακρωτήριο στη χερσόνησο του Σίγουορντ, για να τραβήξουν κόντρα στο ρεύμα, νότια στον Ειρηνικό. « Μεγάλα πράγματα συμβαίνουν φίλε μου » λέει ο Τιμ, σημεία και τέρατα, αλλαγές βιβλικές ανάμεσα στον άνθρωπο και στη φύση. Και το κακό είναι ότι κανείς δεν ξέρει το μέλλον του πλανήτη, με αυτές τις κλιματικές αλλαγές.
Μέσα στα στενά, ο ωκεανός γίνεται ατίθασο ποτάμι. Από ψηλά, οι δορυφόροι βλέπουν τι γίνεται. Καφετιά τα νερά στην ακτογραμμή, έχουν βαθύ μπλε χρώμα ανάμεσα στα νησιά του Διομήδη, όπου είναι οι πιο πλατιές εκβολές του ωκεανού. Εκεί συμβαίνουν τα πάντα. Υποβρύχια ποτάμια περιτριγυρίζουν τον Πόλο, σε χιλιάδες χιλιόμετρα, σε διαφορετικά βάθη, χωρίς να αναμειγνύονται.
Υπάρχει και ένα ρεύμα από τον Ατλαντικό που περιπλέει τον Πόλο δεξιόστροφα με τέτοια δύναμη, που, ξεκινώντας από το αρχιπέλαγος Σβάλμπαρντ στον αρκτικό ωκεανό μπορεί να φτάσει στο στενό του Ντέιβις βορειοδυτικά, όπου χάνεται για να ξαναεμφανιστεί στη Γροιλανδία.
Να λοιπόν γιατί συμβαίνει να υπάρχει στις βόρειες ακτές της Αλάσκας νερό από τον Ειρηνικό στην επιφάνεια και νερό από τον Ατλαντικό στον βυθό. Θαύματα της φύσης που κρατούν αιώνες, έτσι ώστε να προσαρμόζονται στις εκάστοτε συνθήκες τα υδρόβια πλάσματα. Και στον πάγο οι αλλαγές είναι εντυπωσιακές. Εδώ δεν σχηματίζει ένα επίπεδο σεντόνι, γιατί δεν μπορεί να στερεοποιηθεί όπως σε ήρεμη λίμνη. Ούτε απλώνεται σαν ενιαίο μέτωπο. Δημιουργούνται ασύμμετρες συσσωρεύσεις, σαν ανάγλυφες καταιγίδες, αποτέλεσμα της μανίας της φύσης. Τα πλωτά παγόβουνα προσκολλώνται και συμπληρώνουν τα κενά. Καθώς προχωράει ο χειμώνας, τα πάντα στερεοποιούνται. Θεωρητικώς, θα μπορούσε κανείς να διασχίσει περπατώντας τον Βερίγγειο Πορθμό. Κάθε τόσο βρίσκεται κάποιος τρελός που το επιχειρεί- και δεν τον ξαναβρίσκουν ποτέ.
Πού αρχίζει όμως το λευκό μέτωπο, σε πόσα χιλιόμετρα από τις ακτές συναντά κάποιος τους πολικούς πάγους; Οι δορυφόροι λένε σε 300, αλλά το ατέλειωτο παιχνίδι των ρευμάτων συχνά σπρώχνει τα παγόβουνα στα 100, μπορεί και στα 80 χιλιόμετρα ανοικτά από το βορειοδυτικό απώτατο σημείο της αμερικανικής ηπείρου.
Δεν μπορεί κάποιος να τα δει παρά μόνον αν πετάξει με αεροπλάνο ή ταξιδεύοντας με παγοθραυστικό- όταν το επιτρέπουν οι καιρικές συνθήκες.
Για τον λόγο αυτό, ο δεύτερος σταθμός της αποστολής ήταν το Μπάροου, το σημείο όπου τελειώνει το βορειοδυτικό πέρασμα.
Η συνέχεια ήταν πολύ παρακινδυνευμένη. Κανένα πλεούμενο δεν θα τολμούσε ποτέ να απομακρυνθεί από την ακτή τέτοια εποχή. Είναι η περίοδος με τους λιγότερους πάγους αλλά και με τις πολλές καταιγίδες, που ξεσπούν απρόβλεπτα και ξαφνικά, σε χρόνο μηδέν.
Για τον λόγο αυτό, ο ιταλός δημοσιογράφος προτίμησε να συνεχίσει την περιήγησή του με αεροπλάνο. Κλείνει το ημερολόγιο με την τελευταία εικόνα από την Αλάσκα: «Η ημέρα στο Μπέρινγκ τελειώνει. Φτάνω στο αεροδρόμιο Νόμε, στη νοτιοδυτική ακτή, ξεπαγιασμένος σαν ζητιάνος και τρομερά πεινασμένος. “Α, είστε Ιταλός; ” με ρωτάει η νόστιμη Εσκιμώα,στον έλεγχο των εισιτηρίων. Μα τι γυρεύει ένας γιος του ήλιου σε τούτες τις παγωνιές;».