Ε πενδύσεις για την αντιμετώπιση ενός ενδεχόμενου προβλήματος λειψυδρίας στη χώρα μας προτείνει η Αlpha Βank σε σχετική ανάλυσή της προειδοποιώντας ότι δεν πρέπει να εφησυχαζόμαστε από την ως τώρα επάρκεια του αγαθού. Οι αναλυτές της τράπεζας τονίζουν ότι, παρά τη σχετικά καλή ποιότητα και ποσότητα των ελληνικών υδάτινων πόρων, παρουσιάζονται κατά τόπους προβλήματα ανεπάρκειας, τα οποία λαμβάνουν μεγάλες διαστάσεις στην Αττική και στη Θεσσαλία. Οι αιτίες αυτών των προβλημάτων μπορούν να εντοπισθούν στη μορφολογία του εδάφους, στο είδος του υπεδάφους και στην κατανομή των βροχοπτώσεων, στην κατανομή του πληθυσμού καθώς και των χρήσεων στη διάρκεια του έτους, που δημιουργούν μια εξίσου άνιση κατανομή της ζήτησης, και στην παρεμβολή του κράτους που αναλαμβάνει το κύριο μέρος του κόστους παροχής του νερού επιτρέποντας στους χρήστες να το καταναλώνουν ανεξέλεγκτα, επιβαρυνόμενοι μόνο με μικρό μόνο ποσοστό του κόστους παροχής του.

Σύμφωνα με την Αlpha Βank, με αυτόν τον τρόπο παρουσιάζονται αρκετές περιπτώσεις ουσιαστικής ανεπάρκειας της προσφοράς για την ικανοποίηση της διογκωμένης ζήτησης. Η τράπεζα υποστηρίζει ότι η ικανοποίηση της ζήτησης μπορεί να αντιμετωπισθεί με τεχνικά έργα μεταφοράς, καθαρισμού και εμπλουτισμού των υδάτων, που όμως κοστίζουν, αφού απαιτούν μεγάλες επενδύσεις σε βάθος χρόνου για την κατασκευή και τη συντήρηση κατάλληλων υποδομών. Επιπλέον οι ανωτέρω αναγκαίες επενδύσεις απαιτούν και ανάλογα έσοδα και εν τέλει μια τιμολογιακή πολιτική που θα φέρει τον τελικό χρήστη έναντι των αποτελεσμάτων της ολοένα και μεγαλύτερης ζήτησής του.

Η τράπεζα μάλιστα αναφέρει το παράδειγμα της Ισπανίας, όπου η κρίση του νερού είναι ήδη υπαρκτή. Η ταχεία ανάπτυξη του τουριστικού τομέα και των αστικών κέντρων στη χώρα αυτή συνέβαλε στην κάλυψη όλο και μεγαλύτερων περιοχών, ενώ σε πολλές περιοχές συνεχίζεται η ανάπτυξη της γεωργίας και μάλιστα με εντατικό ρυθμό. Η συνεπόμενη

Χαρακτηριστικό παράδειγμα προς μελέτη η «κρίση του νερού» στη Νότια Ισπανία

αύξηση της ζήτησης νερού σε ολόκληρη τη χώρα προκαλεί σημαντικά προβλήματα στις τουριστικές περιοχές της Νότιας Ισπανίας, όπου συνδυάζεται με δραστικό περιορισμό της προσφοράς νερού εξαιτίας του εξαιρετικά χαμηλού επιπέδου βροχοπτώσεων που σημειώνονται στην περιοχή. Για την αντιμετώπιση αυτής της κατάστασης η ισπανική κυβέρνηση αποφάσισε στις αρχές της δεκαετίας του 2000 τη διοχέτευση μεγάλων ποσοτήτων νερού στη Ν. Ισπανία από τον ποταμό Εβρο μέσω ενός αγωγού μήκους 1.000 χλμ. περίπου και προϋπολογισμού 4,2 δισ. ευρώ. Το έργο αυτό θα ήταν ένα από τα μεγαλύτερα έργα μεταφοράς νερού και υδροηλεκτρικών εγκαταστάσεων στον κόσμο. Εγινε όμως αντικείμενο έντονης κριτικής από περιβαλλοντικές οργανώσεις και την αντιπολίτευση και ακυρώθηκε το 2004 από τη νέα τότε κυβέρνηση. Ακολούθησε, από το 2004 ως τον Μάιο του 2008, η πιο παρατεταμένη ανομβρία των τελευταίων 70 ετών, που οδήγησε σε ουσιαστική εξάντληση των ταμιευτήρων νερού της Ν. Ισπανίας.

Ετσι η έλλειψη επενδύσεων και η δραματική επιδείνωση της «κρίσης του νερού» στη Ν. Ισπανία την περίοδο 2004-2008 οδήγησαν σε διάφορες αποφάσεις για αντιμετώπιση της κρίσης με πολύ αυξημένο κόστος για τη χώρα και το περιβάλλον. Μεταξύ άλλων, ξεκίνησε η μεταφορά νερού με βυτιοφόρα για να καλυφθούν οι έκτακτες ανάγκες που υπήρχαν, με κόστος 22 εκατ. ευρώ, εφαρμόστηκαν μέτρα ποσοτικού περιορισμού της ζήτησης νερού με εξαιρετικά δυσμενείς επιπτώσεις στον τουρισμό και σε γεωργικές και άλλες δραστηριότητες της περιοχής και ενισχύθηκε δραματικά η τάση αυτόνομης άντλησης των υπογείων υδάτων στις περιοχές του Νότου με εγκατάσταση πολλών εκατομμυρίων μικρών αντλιών που καταναλώνουν μεγάλες ποσότητες ενέργειας (σε σχέση με το έργο που παράγουν) και συμβάλλουν στην υπεράντληση των υδάτων της περιοχής.