Την επιτάχυνση των αλλαγών στο ασφαλιστικό σύστημα επιχειρεί η κυβέρνηση επιδιώκοντας ταυτοχρόνως δύο στόχους: πρώτον, την εξοικονόμηση πόρων μέσω της περικοπής δαπανών του συστήματος, κυρίως στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης· και, δεύτερον, την αλλαγή της πολιτικής ατζέντας σε μια χρονική περίοδο που η κυβέρνηση βρίσκεται σε εξαιρετικά δύσκολη θέση.
Ετσι κατά τη χθεσινή συνάντηση του πρωθυπουργού κ. Κ. Καραμανλή με την αρμόδια υπουργό Απασχόλησης κυρία Φάνη ΠάλληΠετραλιά ουσιαστικά συζητήθηκαν τα ίδια θέματα: η ενοποίηση των ασφαλιστικών ταμείων από 1ης Οκτωβρίου, η καθιέρωση του αριθμού μητρώου ασφαλισμένων με στόχο τον έλεγχο των δαπανών και την καλύτερη εξυπηρέτηση των ασφαλισμένων και οι αλλαγές στα βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα.
Η συνάντηση είχε περισσότερο επικοινωνιακό χαρακτήρα καθώς τα ασφαλιστικά θέματα κατέχουν πάντα υψηλή θέση στην τρέχουσα δημοσιότητα και με τον τρόπο αυτόν η κυβέρνηση επιχειρεί να αλλάξει τα ζητήματα που βρίσκονται στην επικαιρότητα.
Η υπουργός κυρία Πετραλιά αμέσως μετά τη συνάντηση ανέφερε ότι αντικείμενο της συζήτησης ήταν η τελική φάση της ασφαλιστικής μεταρρύθμισης. Δηλαδή, η κρίσιμη ημερομηνία- της 1ης Οκτωβρίουγια την ενοποίηση των Ταμείων. Η απόδοση σε όλους τους Ελληνες του ΑΜΚΑ τον οποίο θα χρησιμοποιούν πλέον σε κάθε συναλλαγή τους με το Ταμείο, αλλά και στην εργασία τους. Και η ανανέωση και ο εξορθολογισμός της λίστας των βαρέων και ανθυγιεινών επαγγελμάτων.
«Τις επόμενες ημέρες θα ξεκινήσει η συζήτηση για τα υπό ένταξη επαγγέλματα στη νέα λίστα των βαρέων» σημείωσε η υπουργός.
Οξύτατη ήταν η αντίδραση του ΠαΣοΚ στις κυβερνητικές δηλώσεις. Η κυρία Εύη Χριστοφιλοπούλου, βουλευτής του κόμματος αρμόδια για θέματα Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, απαντώντας στην υπουργό Απασχόλησης τονίζει ότι «η κυβέρνηση προχωρά ακάθεκτη στην επόμενη φάση του συνολικού της σχεδίου εξολόθρευσης όσων εργασιακών δικαιωμάτων έχουν απομείνει» .
Ενοποιήσεις
Η κυβέρνηση επιδιώκει εξοικονόμηση πόρων, αλλά και την αλλαγή της πολιτικής ατζέντας
Πρώτο θέμα στην ασφαλιστική ατζέντα είναι οι ενοποιήσεις Ταμείων. Το υπουργείο Απασχόλησης προσπαθεί με ταχύτατες διαδικασίες να ολοκληρώσει ως την 1η Οκτωβρίου το πρώτο στάδιο της ενοποίησης των 155 ασφαλιστικών φορέων σε 13. Στόχος είναι στην τελική τους μορφή να υπάρχουν πέντε Ταμεία κύριας ασφάλισης, έξι επικουρικά Ταμεία και μόλις δύο Πρόνοιας. Σύμφωνα με αυτό, το πρώτο βήμα έγινε την 1η Ιουνίου, με την ένταξη στο ΕΤΕΑΜ (επικουρικό ταμείο του ΙΚΑ) των επικουρικών ταμείων των ηλεκτροτεχνιτών (ΤΕΑΗΕ) και των κλάδων επικουρικής ασφάλισης του προσωπικού ιπποδρομιών (ΤΑΠΕΑΠΙ) και του προσωπικού των εταιρειών τσιμέντου (ΤΕΠΑΕΤ).
Από την 1η Αυγούστου τυπικά έχουν ενοποιηθεί 28 ασφαλιστικοί φορείς. Μεταξύ άλλων όλα τα «ειδικά» Ταμεία- δηλαδή οι φορείς ΔΕΚΟ και τραπεζών- με το ΙΚΑ, ενώ αλλαγές θα υπάρξουν και στον Οργανισμό Ασφάλισης Ελευθέρων Επαγγελματιών. Στο Δημόσιο θα προχωρήσουν οι αλλαγές στην επικουρική ασφάλιση (ΤΕΑΔΥ), αλλά και στην Πρόνοια (ΤΠΔΥ).
Την 1η Οκτωβρίου θα ολοκληρωθούν οι ενοποιήσεις των ασφαλιστικών φορέων. Συγκεκριμένα, στην κύρια ασφάλιση δημιουργούνται Ταμείο Ανεξάρτητων Απασχολουμένων και Ταμείο Προσωπικού στα ΜΜΕ. Σημαντικές ενοποιήσεις θα υπάρξουν και στην επικουρική ασφάλιση, ενώ συγκροτείται Ταμείο Πρόνοιας Ιδιωτικού Τομέα.
Οι ενοποιήσεις ωστόσο αυτές παραμένουν «σχέδια επί χάρτου», αφού θα χρειαστούν πολλά χρόνια για να πάρουν ουσιαστική μορφή. Για τον λόγο αυτό η ομοσπονδία των εργαζομένων στα ασφαλιστικά ταμεία θεωρεί το συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα «ανεφάρμοστο» και ζητεί «τον επανασχεδιασμό των ενοποιήσεων». Και αυτό γιατί οι αλλαγές έτσι όπως έχουν σχεδιαστεί θα οδηγήσουν σε ακόμη μεγαλύτερες καθυστερήσεις για την απονομή των συντάξεων και των άλλων παροχών. Αλλά και σε μεγάλες απώλειες εσόδων, καθώς τα λειτουργικά προβλήματα εντείνονται και οι διαδικασίες των ενοποιήσεων με τον τρόπο που προωθούνται θα απορροφήσουν ένα μεγάλο μέρος της δραστηριότητας του προσωπικού σε βάρος του ελέγχου και της είσπραξης των εισφορών. Βαρέα και ανθυγιεινά
Μετά τις εξαιρέσεις επαγγελμάτων από τη λίστα των βαρέων και ανθυγιεινών επαγγελμάτων, ακολουθεί η συζήτηση για την ένταξη νέων ειδικοτήτων. Οι νέες εντάξεις θα εξεταστούν από την αρμόδια επιτροπή η οποία θα εκδώσει ως το τέλος του έτους νέο πόρισμα για το θέμα αυτό. Το πρώτο πόρισμα της επιτροπής προτείνει την εξαίρεση από τη λίστα των βαρέων και ανθυγιεινών επαγγελμάτων 102 ομάδες και υποομάδων εργαζομένων. Πέραν τούτου, με την πρόταση της επιτροπής ακόμη και τα επαγγέλματα που παραμένουν στα βαρέα και ανθυγιεινά εντάσσονται σε τέσσερις κατηγορίες, αναλόγως με τη βαρύτητα. Η πρόταση ξεκαθαρίζει ότι οι νέες ρυθμίσεις θα αφορούν μόνον τους νεοπροσλαμβανόμενους και όχι τους ήδη εργαζομένους.
Το επόμενο διάστημα η κυβέρνηση θα ξεκαθαρίσει κατά πόσο υιοθετεί τις προτάσεις του πορίσματος και αν θα συμπεριλάβει κάποιες από τις ιδέες της επιστημονικής επιτροπής στα τελικά μέτρα της, καθώς πολλές φορές η αρμόδια υπουργός έχει λάβει αποστάσεις αναφερόμενη στο γνωμοδοτικό χαρακτήρα της επιτροπής. Η κυρία Πετραλιά όταν έλαβε το πόρισμα περιορίστηκε να δηλώσει ότι «θα το μελετήσει στο σύνολό του,με γνώμονα το συμφέρον των εργαζομένων» .
Ιατροφαρμακευτικές δαπάνες
Πέραν τούτου, η κυβέρνηση σχεδιάζει την επιβολή πλαφόν στις ιατρικές εξετάσεις που θα δικαιούται κάθε ασφαλισμένος, καθώς και στην ετήσια φαρμακευτική δαπάνη που θα δικαιολογείται. Εντός του επομένου διμήνου θα υπάρξουν επίσημες ανακοινώσεις για το θέμα αυτό από τους υπουργούς Απασχόλησης και Υγείας. Στόχος είναι ο περιορισμός των ανεξέλεγκτων ιατροφαρμακευτικών δαπανών, που προκαλούν οικονομική αιμορραγία στο ασφαλιστικό σύστημα. Προσφάτως, ο υπουργός Υγείας κ. Δ.Αβραμόπουλος, έπειτα από συνάντησή του με τον Πρωθυπουργό, είχε δηλώσει χαρακτηριστικά ότι « είναι καιρός να τελειώνουμε μια για πάντα με τις αλόγιστες συνταγογραφήσεις και τις άσκοπές ιατρικές πράξεις». Θα πρέπει να σημειωθεί ότι τα τελευταία οκτώ έτη οι δαπάνες των Ταμείων για υγειονομική περίθαλψη αυξήθηκαν κατά 154%. Συγκεκριμένα, το 2000 έφθαναν τα 3,2 δισ. ευρώ και το 2008 αναμένεται να αγγίξουν τα 8,15 δισεκατομμύρια. Υπολογίζεται ωστόσο ότι το ένα τρίτο των συγκεκριμένων δαπανών είναι αποτέλεσμα τεχνητής ζήτησης και δεν εξυπηρετεί πραγματικές ανάγκες των ασφαλισμένων. Ενδεικτικό αυτού είναι το γεγονός ότι το 2000 τα Ταμεία διέθεσαν 943 εκατ. ευρώ για φάρμακα και εφέτος αναμένεται να χρειαστούν πάνω από 4,2 δισεκατομμύρια.