Μόλις γίνεται προφανές ότι ο ιδιωτικός τομέας ή οι αγορές δεν επαρκούν, έρχεται το κράτος ως «από μηχανής θεός»

Την περασμένη Παρασκευή η Silver State Βank έγινε και επισήμως το 11ο «θύμα» σε μια σειρά τραπεζικών πτωχεύσεων, κατά την παρούσα κρίση. Η τελευταία άρχισε όταν στεγαστικά δάνεια χαμηλής ποιότητας (subprime) από τις ΗΠΑ τιτλοποιήθηκαν από εταιρείες με υψηλή πιστοληπτική ικανότητα και στη συνέχεια έγιναν βάση για σύνθετα επενδυτικά προϊόντα. Σε αυτά δομήθηκαν άλλα, τα οποία μέσω δανεισμού πολλαπλασίαζαν την έκθεση, ενώ βρέθηκαν στα χαρτοφυλάκια των επενδυτών παγκοσμίως. Ως απόρροια της κρίσης στην αγορά ακινήτων παρουσίασαν όμως σημαντικές ζημιές, η κρίση οδήγησε σε ζημιές 520 δισ. δολ. στις τράπεζες, ενώ επηρεάζοντας το κόστος χρήματος, την αγορά στέγης, την κατανάλωση και την αγορά εργασίας έφθασε στην πραγματική οικονομία. Η ιστορική εμπειρία δείχνει ότι τα λάθη επαναλαμβάνονται και, μόλις γίνεται προφανές ότι ο ιδιωτικός τομέας ή οι αγορές δεν επαρκούν για να δώσουν λύση στα συστημικά τραπεζικά προβλήματα, έρχονται οι κυβερνητικές παρεμβάσεις να σώσουν την κατάσταση. Από τη Μεγάλη Υφεση του ΄30 εξάλλου, την τραπεζική κρίση αποταμίευσης και δανείων του 1986-1995, τη σουηδική τραπεζική κρίση του 1992-1993 και την ιαπωνική τραπεζική κρίση του 1990-1999- που είχαν κοινό παρονομαστή των εξελίξεων την κατάρρευση των συνθηκών στις αγορές ακινήτων-, το φτωχό σύστημα αποτίμησης χρηματοοικονομικών κινδύνων, οι ριψοκίνδυνες χορηγήσεις, η ανεπαρκής διαφάνεια και οι πρακτικές ελέγχου ενέτειναν τα προβλήματα και τελικά σε όλες τις κρίσεις, αφού τα πράγματα πήγαιναν από το κακό στο χειρότερο, ανελάμβανε δράση ως «από μηχανής θεός»- στις κατά τ΄ άλλα ελεύθερες αγορές, και μάλιστα στις μητροπόλεις του καπιταλισμού- το κράτος.

Ετσι και σήμερα οι ανησυχίες για την κατάρρευση των Fannie Μae και Freddie Μac (που τους ανήκουν ή εγγυώνται δάνεια αξίας 5,4 τρισ. δολ.) οδήγησαν την αμερικανική κυβέρνηση να τις θέσει υπό την «επίβλεψή» της, μια ενέργεια που για ορισμένους αποτελεί την αρχή του τέλους της κρίσης. Πάλι η ιστορική εμπειρία διδάσκει ότι, όταν γίνεται σαφές πως τα πράγματα ομαλοποιούνται ουσιαστικά, οι τράπεζες και οι μετοχές σημειώνουν μεγάλα κέρδη. Ωστόσο ίσως είναι καλύτερα σήμερα οι επενδυτές να κρατούν ακόμη μικρό καλάθι, καθώς και μετά τη διάσωση της Βear Stearns το «ράλι» δεν είχε διάρκεια. Αν και ο κίνδυνος έλλειψης ρευστότητας της αγοράς ενυπόθηκων δανείων δείχνει να εκλείπει και το short squeezes (επαναγορές μετοχών λόγω πτωτικών θέσεων στα παράγωγα) δείχνει ότι μπορεί να δώσει βραχυπρόθεσμα κέρδη, ωστόσο τα προβλήματα, τόσο του χρηματοοικονομικού κλάδου όσο και των οικονομιών, δεν έχουν ως διά μαγείας εξαλειφθεί.