Το κόστος παραγωγής των αγροτικών προϊόντων στην Ελλάδα αυξήθηκε σε διάστημα ενός έτους (από πέρυσι τον Ιούνιο ως τον Ιούνιο του 2008) κατά 18% ενώ τα έσοδα των αγροτών από τη διάθεση των προϊόντων τους αυξήθηκαν το ίδιο χρονικό διάστημα κατά 13,4%, με αποτέλεσμα το καθαρό εισόδημα του συνόλου των αγροτών να μειωθεί. Σύμφωνα με τη Στατιστική Υπηρεσία, η αύξηση 18% του κόστους παραγωγής είναι η μεγαλύτερη που σημειώθηκε τα τελευταία χρόνια, αφού μεταξύ Ιουνίου 2006 και Ιουνίου 2007 η αύξηση ήταν 4,8% και μεταξύ Ιουνίου 2005 και Ιουνίου 2006 η αύξηση ήταν 3,4%. Ορισμένες από τις αυξήσεις τιμών ξεπέρασαν και τις πιο δυσοίωνες προβλέψεις. Για παράδειγμα, από τον Ιούνιο του 2007 ως τον αντίστοιχο μήνα του 2008, οι τιμές εισροών του πετρελαίου έφθασαν το 41,4% και της βενζίνης το 17,1%. Εξαιρετικά υψηλές χαρακτηρίζονται και οι τιμές τωνλιπασμάτων που αυξήθηκαν κατά 32,2% και των ζωοτροφών που αυξήθηκαν κατά 25,9%. Παράλληλα όμως αυξήθηκε κατά 10% και το κόστος συντήρησης και επισκευής μηχανολογικού εξοπλισμού και εγκαταστάσεων, ενώ ο σχηματισμός παγίου κεφαλαίου αυξήθηκε κατά 4,1%. Μόνον οι τιμές των μηχανημάτων καλλιέργειας αυξήθηκαν κατά 7,7% και των άλλων μηχανημάτων κατά 5,5%. Τέλος, οι τιμές των γεωργικών φαρμάκων αυξήθηκαν κατά 9%.

Οι αυξήσεις που σημειώθηκαν στο κόστος παραγωγής των αγροτικών προϊόντων δεν αντισταθμίστηκαν από τις τιμές διάθεσης των προϊόντων αυτών, με εξαίρεση την παραγωγή δημητριακών. Οι τιμές διάθεσης αυξήθηκαν από πέρυσι τον Ιούνιο κατά 67,3%. Στα δημητριακά και στο ρύζι η αύξηση έφθασε το 67,3% και στους σπόρους δημητριακών το 65,8%. Αντίθετα, σε πολλά άλλα προϊόντα φυτικής παραγωγής οι αυξήσεις ήταν περιορισμένες, όπως άλλωστε και οι αυξήσεις στη ζωική παραγωγή, γεγονός που αποδεικνύει ότι στην ελληνική αγορά υπάρχουν πολλές ανισορροπίες. Για παράδειγμα, οι τιμές διάθεσης του ελαιολάδου θα έπρεπε να είχαν αυξηθεί πολύ περισσότερο από το 2,6% που κατέγραψε η Στατιστική Υπηρεσία. Και αυτό διότι εν τω μεταξύ είχε ξεσπάσει το διατροφικό σκάνδαλο με το ηλιέλαιο και την υποτιθέμενη απόσυρσή του από την αγορά ενώ σημειώθηκαν και αυξήσεις στις τιμές των σπορέλαιων. Αλλο παράδειγμα ανισορροπίας της αγοράς αφορά τις τιμές διάθεσης των φρέσκων λαχανικών των οποίων η ζήτηση αυξάνεται συνεχώς. Από πέρυσι οι τιμές διάθεσης των λαχανικών μειώθηκαν κατά 10% ενώ οι τιμές της πατάτας μειώθηκαν κατά 13%. Το πιθανότερο είναι ότι οι τιμές μειώθηκαν λόγω αυξημένων εισαγωγών.

Αλλά και οι εξελίξεις στις τιμές διάθεσης των προϊόντων ζωικής παραγωγής δεν δικαιολογούνται με τις «κλασικές» ερμηνείες περί λειτουργίας της αγοράς. Ετσι, ενώ οι τιμές εισροών των ζωοτροφών αυξήθηκαν κατά 25,9% και ενώ σημειώθηκαν υψηλές αυξήσεις και στους άλλους συντελεστές κόστους και η ζήτηση αυξήθηκε, οι τιμές εισροών των κρεάτων αυξήθηκαν κατά 5,6% και του γάλακτος κατά 6,5%.