Υπάρχει διαφορά αντιλήψεων μεταξύ των συμμάχων ως προς τον τρόπο με τον οποίο θα πρέπει να αντιδράσουν στις νέες καταστάσεις

Υπάρχει μια διαφορά αντιλήψεων μεταξύ των συμμάχων ως προς τον τρόπο με τον οποίο θα πρέπει να αντιδράσουν στις νέες καταστάσεις που διαμορφώνονται στον Καύκασο, μάλιστα οι διαφορές αυτές εκδηλώνονται ακόμη και μέσα στην αμερικανική κυβέρνηση όπως και στον «πολιτικό κύκλο» του ΝΑΤΟ. Οι Νεοσυντηρητικοί ζητούν τη λήψη πολιτικών μέτρων κατά της Ρωσίας- αποφεύγουν να κάνουν λόγο για στρατιωτικά ύστερα από το φιάσκο των πρωτοβουλιών τους στο Ιράκ- και προβάλλουν την «αξία της Γεωργίας στην όλη πετρελαϊκή πολιτική (των ΗΠΑ) και για την προώθηση της δημοκρατίας στον άλλοτε σοβιετικό χώρο». Την ίδια όμως στιγμή το Πεντάγωνο εκφράζει την «ανησυχία» του επειδή «τα πράγματα στον Καύκασο κινήθηκαν χωρίς να έχουμε ενημέρωση εκ των προτέρων» και διαμαρτύρεται επειδή «έγινε μια αρχή χωρίς να είναι έτοιμοι να την υποστηρίξουν εκείνοι που την ξεκίνησαν». Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ συνιστά ψυχραιμία και αυτοσυγκράτηση, βεβαιώνοντας ότι τόσο η υπουργός Κοντολίζα Ράις όσο και ο πρόεδρος Τζορτζ Μπους «παρακολουθούν προσεκτικά» τις εξελίξεις και υποστηρίζουν τις «πρωτοβουλίες» των Σαρκοζί και Μέρκελ στη Μόσχα.

Ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ Γιαν ντε Χουπ Σέφερ, γράφει το «Spiegel», «δεν ήταν σε θέση να προσφέρει τίποτε περισσότερο από πολιτική και ιδεολογική υποστήριξη» στη Γεωργία και οι περισσότεροι ευρωπαίοι αναλυτές συμφωνούν ότι «η ρωσική ενέργεια στον Καύκασο προβληματίζει» τις χώρες της ΕΕ, εκφράζουν αμφιβολία αν η σημερινή συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών θα καταλήξει σε «κάποια αξιόλογη απόφαση», διαπιστώνοντας «ρήγμα» μεταξύ των δυτικών Ευρωπαίων και των κυβερνήσεων χωρών που άλλοτε ανήκαν στον σοβιετικό συνασπισμό. Οι «Τimes» του Λονδίνου δικαιολογούσαν προχθές τη «σκληρή στάση των χωρών της Βαλτικής» έναντι της Μόσχας, υπενθύμιζαν όμως ότι το 40% των αναγκών της Ευρώπης σε ενέργεια προέρχεται από τη Ρωσία και αυτό «ως έναν βαθμό» επηρεάζει τη στάση τους.

Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού η μεταβολή ισορροπιών στον Καύκασο έφερε στην επιφάνεια τη σύγκρουση μεταξύ εκείνων που πάντοτε εξέφραζαν δυσφορία για την «υπερβολική υποστήριξη» που προσέφερε ο Λευκός Οίκος στον Σαακασβίλι και των σκληρών συντηρητικών οι οποίοι βλέπουν τη Γεωργία ως «σημαιοφόρο της Δημοκρατίας» στην περιοχή. Οι πρώτοι τονίζουν ότι η Ρωσία είναι «μια πραγματικότητα την οποία δεν μπορεί να αγνοήσει» η Ουάσιγκτον και οι νεοκόνς ισχυρίζονται ότι «θα απογοητευθούν όλοι εκείνοι που στήριξαν ελπίδες στην Αμερική για τη δημοκρατική πολιτική τους», αν η Ουάσιγκτον «εγκαταλείψει» τη Γεωργία. Διαφωνία εκδηλώθηκε προχθές και μεταξύ του Ρεπουμπλικανού υποψηφίου Τζον Μακ Κέιν και της κυβέρνησης- γεγονός το οποίο πιστεύεται ότι θα παίξει ρόλο στις εκλογές του Νοεμβρίου. «Προσοχή! Χάνουμε έναν αξιόπιστο φίλο» προειδοποιεί ο Ράντι Σιούνεμαν, διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας δημοσίων σχέσεων Οrion Strategies της Ουάσιγκτον, εννοώντας τον Μιχαήλ Σαακασβίλι. Η εταιρεία του ήταν το λόμπι του γεωργιανού προέδρου ως τον περασμένο Απρίλιο και ο ίδιος είναι ο υπ΄ αριθμόν ένα σύμβουλος επί των εξωτερικών του Μακ Κέιν. Ο ίδιος ο Μακ Κέιν από το 2005 ζητεί την «ολοκληρωτική απομόνωση» της Ρωσίας και την υποστήριξη της Γεωργίας «εν ανάγκη και διά των όπλων μας». Προχθές κατηγόρησε τον πρόεδρο Τζορτζ Μπους ότι ήταν «χλιαρός» στην καταγγελία της «ρωσικής εισβολής στη δημοκρατική Γεωργία».

eust@dolnet.gr