Στις μέρες μας οι Κινέζοι είναι πλέον 1,3 δισ. χωρίς να υπολογίζουμε τα 30-50 εκατ. που ζουν στο εξωτερικό.
Αυτά τα «παιδιά του Θεού» έχουν πλέον στα χέρια τους χιλιάδες δισεκατομμύρια δολάρια με τα οποία εξαγοράζουν το χρέος της Αμερικής
Ο Francois Ηauter, δημοσιογράφος της γαλλικής εφημερίδας «Le Figaro», ξεκίνησε ένα οδοιπορικό διαρκείας τριών μηνών μέσα από το οποίο επιχείρησε να προσεγγίσει τον πολιτισμό
λιτισμό των Κινέζων. Ακόμη περισσότερο, να κατανοήσει έναν ολόκληρο κόσμο τόσο μακρινό και διαφορετικό από αυτόν των «Δυτικών». Μέσα από το ταξίδι του γνώρισε αν
θρώπους, κατέγραψε συμπεριφορές και έζησε καταστάσεις που μας επιτρέπουν να γνωρίσουμε καλύτερα τη χώρα η οποία φιλοξενεί τους 29ους Ολυμπιακούς Αγώνες.
Tη γεωγραφία τη μαθαίνει κανείς όπως και μια γλώσσα. Αρχικά στο σχολείο αλλά πρακτικά μέσα από τη συναναστροφή με τους άλλους, μέσα από το ταξίδι. Μου αρέσει πολύ να ταξιδεύω σε χώρες όπου δεν γνωρίζω κανέναν και ύστερα από μία εβδομάδα να έχω ήδη λίγους καλούς φίλους να με αποχαιρετούν στο αεροδρόμιο. Αυτός είναι, άλλωστε, και ο πραγματικός θησαυρός που μπορεί κανείς να βρει σε ένα ταξίδι. Πίσω από κάθε συναισθηματικό δέσιμο κρύβεται ένας ολόκληρος κύκλος μιας ανθρώπινης ύπαρξης. Ακόμη και τα πιο εντυπωσιακά τοπία που αναβιώνουν τα παιδικά μου όνειρα δεν είναι τόσο σημαντικά για μένα όσο η γεωγραφία των ανθρώπων. Των λευκών, των μαύρων, των ερυθρόδερμων και των κίτρινων. Η ανθρωπότητα δεν είναι τίποτε άλλο παρά αυτό που είχε πει ο Γκαίτε: « Αυτή η δύναμη που επιθυμεί αδιάκοπα το κακό αλλά κάνει το καλό ».
Κατά περίεργη σύμπτωση τα βήματά μου με οδηγούν τα τελευταία 20 χρόνια στην Απω Ανατολή. Η επαφή με τους λαούς εκεί λειτουργεί σαν ένας καθρέφτης. Φανερώνει τις ελλείψεις που έχουμε, σε σύγκριση μαζί τους. Θάρρος, πείσμα και επιμονή. Αναμετρώντας τον ατομικισμό μας με το δικό τους συλλογικό αίσθημα διαπίστωσα ότι καμία από τις κοινωνικές μας εκδηλώσεις δεν συγκρίνεται με τις δικές τους. Ο κόσμος μας, η «επιταχυνόμενη Ιστορία» όπως έλεγε ο Πολ Μοράν, τρέχει με γοργούς ρυθμούς βαθαίνοντας τη μοναξιά μας. Αντίθετα εκείνοι ακολουθούν το κινεζικό γνωμικό: «Ο χρόνος απεχθάνεται όσα κάνουμε ερήμην του».
Εκτός, όμως, από την αντίληψη του χρόνου, μας χωρίζουν οι έννοιες της ομορφιάς, του ήθους, της αυθεντικότητας και της πραγματικότητας. Οι Κινέζοι, λοιπόν, που έζησα δίπλα τους για έξι χρόνια, μου έγιναν πραγματικά απαραίτητοι. Δεν τους εξιδανικεύω, έχουν άλλωστε τόσα ελαττώματα. Μαζί τους, όμως, έμαθα να αγαπώ τη σαύρα για την εξυπνάδα και την ανεξαρτησία της και τις κυανοπράσινες αποχρώσεις που παίρνει ένα πευκοδάσος την ώρα που δύει ο ήλιος. Οι γλώσσες, επίσης, είναι τόσο βαθιά διαφορετικές μεταξύ τους. Οι δικές μας, οι ευρωπαϊκές, είναι απολύτως «κυριολεκτικές». Οταν λέμε «μέλλον» τόσο ο ομιλητής όσο και ο ακροατής αντιλαμβάνονται πολύ καλά ότι μιλάμε «για αυτό που θα έλθει». Οι Κινέζοι με τη λέξη «χου σιενγκ» εννοούν «μέλλον και παρελθόν». Πλήθος τα παραδείγματα αμφίσημων εννοιών. Στον δυτικό πολιτισμό απαιτούμε την κυριολεξία, οι Κινέζοι επιζητούν την ασάφεια που αναγκάζει το συνομιλητή να σκεφτεί περισσότερο και να αναζητήσει την ουσία των λεγομένων. Γι΄ αυτό άλλωστε και ο διάλογος με ένα Κινέζο, ακόμη και με έναν απλό αγρότη, καλύπτεται με ένα πέπλο μυστηρίου.
Ολη αυτή η περιπέτεια ξεκίνησε ένα ανοιξιάτικο πρωινό, όπως όλα τα άλλα που βρισκόμουν στην εφημερίδα. Βέβαια ένα «κλασικό πρωινό» στην εφημερίδα σημαίνει πολύ απλά ότι φθάνεις στη λεωφόρο Χάουσμαν 14, στο 9ο διαμέρισμα του Παρισιού, χωρίς να ξέρεις… τι σου ξημερώνει! Πολύ συχνά πρόκειται για μια αναχώρηση με προορισμό τη Μέση Ανατολή, τη Νότια Αφρική ή απλά τη Στοκχόλμη. Ενα ταξίδι μετ΄ επιστροφής, προκειμένου να καλυφθούν τα κρίσιμα γεγονότα ανά τον κόσμο. Εκείνη τη φορά, όμως, μου προτάθηκε ολόκληρος ο πλανήτης! Μια περιήγηση δίχως όρια. Με άλλα λόγια, έπρεπε να αποδεχτώ την πρόταση να ταξιδέψω από τη μία ήπειρο στην άλλη και να χαράξω μια πορεία που να διαπερνάει την Παταγονία, τη Σλοβακία, το Σουρινάμ, την Ερυθραία, τη Σιβηρία, την οροσειρά του Καρακορούμ και τη χερσόνησο του Γιουκατάν. Ενας άγνωστος κόσμος ανοιγόταν μπροστά μου. Ενας κόσμος όπου οι καθημερινές μας σκέψεις και μελαγχολίες εξαφανίζονται αστραπιαία από την αναταραχή των πολύβουων αεροδρομίων και από την απόλυτη σιγή των ερήμων. Συναντήσεις άλλοτε παράξενες και άλλοτε υπέροχες, μέσα σε μια θαυμάσια γεωγραφική ποικιλία από κάτασπρες κορυφές, χρυσαφένιες παραλίες και έναν κατακόκκινο ορίζοντα μέσα στο γαλάζιο του ουρανού.
Μάλλον, όμως, έπρεπε να προσγειωθώ στην πραγματικότητα. Η αποστολή μου ήταν εξαιρετικά επείγουσα και σίγουρα δεν με καλούσαν να γίνω ένας νέος Μάρκο Πόλο! Παρ΄ όλα αυτά το άγνωστο μονοπάτι της ελευθερίας με καλούσε και κάτι με ωθούσε να το ακολουθήσω. Αποστολή μου ήταν να περιηγηθώ στον κόσμο με σκοπό να κατανοήσω με ποιο τρόπο ετοιμάζονταν οι Κινέζοι να τον κατακτήσουν. Επρεπε, λοιπόν, να βαδίσω στους λαβυρίνθους που είχαν χαράξει οι ιδρυτές της Αυτοκρατορίας. Για έναν Δυτικό δεν νοείται οικονομική κυριαρχία χωρίς εδαφικό επεκτατισμό. Από τον Αλέξανδρο ως τον Καίσαρα και από τον Ναπολέοντα ως τον Χίτλερ- και πριν από τις νεότερες αποικίες στην Αφρική και στην Αμερική- όλοι οι ηγέτες έδρασαν με αυτόν ακριβώς τον τρόπο. Στις νεότερες φιλελεύθερες κοινωνίες, που εμφορούνται με τις πιο αγνές επιδιώξεις, διαπιστώνουμε ότι όταν οι πολίτες οδηγούνται από το δόλωμα του κέρδους τότε ο υλισμός ιεροποιείται και γίνεται η κινητήρια δύναμη της κατάκτησης στο όνομα, βέβαια, του πολιτισμού. Μοιραία, λοιπόν, αναρωτιόμαστε αν θα κάνουν το ίδιο και οι Κινέζοι σήμερα. Η άνοδος αυτής της νέας δύναμης εγείρει περισσότερα ερωτηματικά και από από την αντίστοιχη των ΗΠΑ τον 20ό αιώνα.
Οι Κινέζοι γνώριζαν ανέκαθεν αυτή την πρώτη ανθρώπινη ύλη που μπορούσε να εξάγει μια δυστυχισμένη Αυτοκρατορία. Το εργατικό δυναμικό, δηλαδή. Σαν σύγχρονοι σκλάβοι εργάστηκαν από το Κονγκό ως την Κούβα. Στις ημέρες μας οι Κινέζοι είναι πλέον 1,3 δισ., χωρίς να υπολογίζουμε τα 30-50 εκατ. που ζουν στο εξωτερικό. Αυτά τα «παιδία του Θεού» έχουν πλέον στα χέρια τους χιλιάδες δισεκατομμύρια δολάρια με τα οποία εξαγοράζουν το χρέος της Αμερικής. Η κυριαρχία τους στον αιώνα που διανύουμε θεωρείται ήδη δεδομένη. Οι ακούραστοι εργάτες της Κίνας σκορπίζουν τον πανικό στους εργαζομένους του υπόλοιπου κόσμου. Τα μάτια των επιχειρηματιών τους γυαλίζουν από τον χρυσό. Οι πρεσβευτές προειδοποιούν ότι «οι Κινέζοι φθάνουν!». Οι πολιτικοί εντυπωσιάζονται από τους ουρανοξύστες της Σανγκάης. Οι δικτάτορες του Τρίτου Κόσμου αισθάνονται να απειλούνται από την ατομική βόμβα της εξαγόμενης δημογραφικής εξέλιξης της Αυτοκρατορίας. Πώς και πότε θα κάνουν αυτή την έφοδο οι Κινέζοι; Αυτές ήταν οι σκέψεις μου όσο το ταξί πλησίαζε στο αεροδρόμιο του Παρισιού. Σε δύο ώρες θα αναχωρούσα για το Βλαδιβοστόκ, στη ρωσική Απω Ανατολή, σε αυτή την εσχατιά του ευρωπαϊκού πολιτισμού, λίγο πριν από την αχανή Κίνα. Η περιήγησή μου θα ξεκινούσε από τους ανήσυχους γείτονες αυτής της Αυτοκρατορίας.