Το «Γυμνοί στον ήλιο» («Ρlein soleil», 1959) του Ρενέ Κλεμάν, που επαναπροβάλλεται σε δύο αίθουσες της Αθήνας (Δεξαμενή, Θησείον), είναι η πρώτηπριν από τον «Ταλαντούχο κύριο Ρίπλεϊ» του Αντονι Μινγκέλα κινηματογραφική μεταφορά του ομότιτλου αστυνομικού/ ψυχολογικού μυθιστορήματος της Πατρίσια Χάισμιθ, το οποίο, εκτός των άλλων, έχει τιμηθεί με το βραβείο Εντγκαρ Αλαν Πόε που απονέμεται στους καλύτερους συγγραφείς μυστηρίου στην Αμερική.

Ο Τομ Ρίπλεϊ, νεαρός αμερικανός τυχοδιώκτης, πηγαίνει στην Ευρώπη προκειμένου να βρει έναν πλούσιο φίλο του, τον Ντίκι Γκρίνλιφ ( Μορίς Ρονέ ). Την «αποστολή» τού έχει αναθέσει ο πατέρας του Ντίκι, ο οποίος αναζητεί τα χαμένα ίχνη του γιου του. Κοσμοπολίτης και εκκεντρικός πλεϊμπόι, ο Ντίκι ζει με τα λεφτά του πατέρα του έχοντας κόψει τα δεσμά με την οικογένειά του. Μόλις ο Τομ τον βρίσκει, βάζει σε λειτουργία ένα πολύπλοκο σχέδιο με σκοπό να σκοτώσει τον φίλο του για να κληρονομήσει τα λεφτά, το γιοτ, μα και την ταυτότητά του…

Ενα έξοχο ψυχολογικό φιλμ μυστηρίου που εισχωρεί βαθιά μέσα στο διεστραμμένο μυαλό ενός σχιζοφρενή αλλά συγχρόνως πανέξυπνου ανθρώπου. Ο κεντρικός ήρωας, ο Τομ, που εμφανίζεται σε τέσσερα ακόμη βιβλία της Χάισμιθ, είναι ένας γοητευτικός και ταυτόχρονα αποκρουστικός τύπος κακοποιού που παραδόξως δεν μας ενοχλεί με την εγκληματική δραστηριότητά του.

Αντιθέτως θαυμάζει κανείς (αυτό φαίνεται και στην ταινία) τον λεπτεπίλεπτο τρόπο με τον οποίο καταφέρνει να γλιτώνει από τη σύλληψη. Ωστόσο το φινάλε που επέλεξε ο Ρενέ Κλεμάν για την ταινία διακρίνεται από μια ηθικοπλαστικότητα και διαφέρει παντελώς από εκείνο του βιβλίου (και του ριμέικ).

Ο Αλέν Ντελόν υποδύεται τον σκοτεινό δολοφόνο σε μία από τις πρώτες και πιο χαρακτηριστικές ερμηνείες της καριέρας του, η οποία μάλιστα έπαιξε σημαντικό ρόλο στην καθιέρωσή του ως σταρ.

Η ταλαντούχα Πατρίσια Χάισμιθ
Η εικονιζόμενη δεξιά Πατρίτσια Χάισμιθ (1921-1995) γεννήθηκε στο Φορτ Γουόρθ του Τέξας και στα έξι της χρόνια μετακόμισε στη Νέα Υόρκη μαζί με τους γονείς της. Αποφοίτησε από το Κολέγιο Μπάρναρντ, ενώ είχε ήδη κατασταλάξει σχετικά με το τι θα κάνει στη ζωή της. Στα δεκαέξι της (εκδότρια τότε ενός γυμνασιακού περιοδικού και γνώστης της αρχαίας ελληνικής γλώσσας) είδε ότι το μέλλον της βρισκόταν στη συγγραφή βιβλίων. Το πρώτο μυθιστόρημά της, «Strangers on a train», παραμένει ένα από τα διασημότερα που υπέγραψε και έγινε η ταινία «Ο άγνωστος του εξπρές» από τον Αλφρεντ Χίτσκοκ. Ο «Ταλαντούχος κύριος Ρίπλεϊ» ήταν το τρίτο. Ακολούθησαν τα «Ripley underground» («Ο Ρίπλεϊ κάτω από το χώμα»), «Ripley΄s game» («Το παιχνίδι του Ρίπλεϊ») και «Τhe boy who followed Ripley» («Τo αγόρι που ακολούθησε τον Ρίπλεϊ»). Το «Παιχνίδι του Ρίπλεϊ» έγινε ο «Αμερικανός φίλος» (Der Αmerikanische freund) του Βιμ Βέντερς το 1976 με τον Ντένις Χόπερ να πλάθει έναν εσωστρεφή, απόμακρο και μοναχικό Ρίπλεϊ, κάπως μακρινό από το ύφος των μυθιστορημάτων της Χάισμιθ (τον ίδιο ήρωα έπαιξε πολλά χρόνια αργότερα ο Τζον Μάλκοβιτς στο «Παιχνίδι του Ρίπλεϊ» της Λιλιάνα Καβάνι ).

«Εγώ» («Υo»)
του Ράφα Κορτέζ

Δύσκολα υποψιάζεσαι ότι αυτή η ταινία θα έχει σασπένς, τελικά όμως αυτό ακριβώς συμβαίνει ενώ παρακολουθείς την πορεία ενός γερμανού εργάτη στη Μαγιόρκα, όπου έχει κληθεί να δουλέψει. Δεν μαθαίνουμε πολλά για το παρελθόν του, είναι ωστόσο εμφανές ότι κάτι τον βασανίζει αφάνταστα. Τα μάτια του διαρκώς ανήσυχα, ο ιδρώτας ποτίζει το πρόσωπό του, οι ενοχές- για τι άραγε;- τον πνίγουν. Στην πρώτη ταινία του ο ισπανός σκηνοθέτης Ράφα Κορτέζ αναδεικνύεται σε καλό μαθητή του Ρομπέρ Μπρεσόν – αν και οφείλει πολλά στον πρωταγωνιστή και συν-σεναριογράφο της ταινίας, γερμανό ηθοποιό Αλεξ Μπρέντεμουλ (φωτογραφία).

«Ωρα μηδέν» («L΄heure zero») του Πασκάλ Τομά
Ακαδημαϊκής δομής μεταφορά στον κινηματογράφο ενός μυθιστορήματος της Αγκαθα Κρίστι, προσαρμοσμένου στην Βρετάνη των ημερών μας, όπου ένας παριζιάνος αστυνόμος ( Φρανσουά Μορέλ ) προσπαθεί να ρίξει φως στο μυστήριο του θανάτου μιας γηραιάς κυρίας ( Ντανιέλ Νταριέ ). Σίγουρα έχουν γίνει καλύτερες μεταφορές μυθιστορημάτων της συγγραφέως, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η ιστορία δεν παρακολουθείται με ενδιαφέρον. Βασικά αυτό που της λείπει είναι η ατμόσφαιρα, ενώ εκνευρίζει το κάπως υπερβολικό παίξιμο των ηθοποιών, από τους οποίους η μόνη που ξεχωρίζει είναι η Λορά Σμετ (φωτογραφία) σε ρόλο κακομαθημένου παλιοκόριτσου. «Η αποστολή» («Female agents») του Ζαν Πολ Σαλόμ
Βασισμένη σε αληθινά γεγονότα, καλοφτιαγμένη πολεμική περιπέτεια της παλιάς σχολής. Διαδραματίζεται την άνοιξη του 1944 σε Γαλλία και Αγγλία, λίγο πριν από την απόβαση των Συμμάχων στη Νορμανδία. Πέντε Γαλλίδες της Αντίστασης αναλαμβάνουν τη διάσωση ενός βρετανού πράκτορα που βρίσκεται στα χέρια των Γερμανών και γνωρίζει σημαντικά στοιχεία για τα σχέδια των συμμάχων. Το φιλμ θέλει να βρει χώρο ανάπτυξης για όλες τις ηρωίδες, αν και τον πρώτο λόγο έχει η ηγέτις της ομάδας, μια αποφασιστική εκτελεστής την οποία υποδύεται η Σοφί Μαρσό (φωτογραφία). Υψηλά στάνταρ παραγωγής, ασταμάτητη δράση και διαρκείς ανατροπές: ικανοποιεί χωρίς ποτέ να ενθουσιάζει. «Σίγουρα ίσως» («Definitely maybe») του Ανταμ Μπρουκς
Μια δεκάχρονη ( Αμπιγκέιλ Μπρέσλιν ) ζητεί από τον μπαμπά της ( Ράιαν Ρέινολντς ) να μάθει πώς ήρθε στον κόσμο και εκείνος της διηγείται παραμύθια(;) από την εποχή της σύλληψής της, όταν εκείνος εργαζόταν στην προεκλογική καμπάνια του Μπιλ Κλίντον. Τα βλέπουμε σε φλας μπακ και αναρωτιόμαστε… ποια είναι η μαμά; Η φιλόδοξη δημοσιογράφος ( Ρέιτσελ Γουάιζ, με τον Ρέινολντς στη φωτογραφία); Η αγαπημένη από τα κολεγιακά χρόνια ( Ελίζαμπεθ Μπανκς ); Ή μήπως η καλύτερη φίλη ( Ισλα Φίσερ ); Με έναν σμπάρο τρεις ερωτικές ιστορίες που φέρνουν κάτι από «Μamma mia!»- μόνο που εδώ αναζητείται η μαμά και όχι ο μπαμπάς.

ΕΠΑΝΑΠΡΟΒΟΛΗ
«Μπανάνες» («Βananas», 1971) του Γούντι Αλεν. Ημισουρεαλιστική σάτιρα της πρώτης (αμιγώς κωμικής) περιόδου του σκηνοθέτη της, ο οποίος υποδύεται έναν αμερικανό «δοκιμαστή μηχανισμών» που άθελά του θα βρεθεί μπλεγμένος στον συναρπαστικό κόσμο των πολιτικών εξεγέρσεων της Λατινικής Αμερικής. Ερωτεύεται μια ακτιβίστρια ( Λουίζ Λάσερ, με τον Αλεν στη φωτογραφία) και σύντομα αποφασίζει να πάρει και ο ίδιος μέρος στην επανάσταση. Αξέχαστη η σκηνή όπου ο κωμικός μιμείται τον Φιντέλ Κάστρο, αλλά στο σύνολό της όχι από τις ταινίες για τις οποίες αξίζει να θυμόμαστε τον Αλεν.

ΕΠΙΣΗΣ ΣΤΙΣ ΑΙΘΟΥΣΕΣ
«Γνωρίζοντας τον Ντέιβ» («Μeet Dave») του Μπράιαν Ρόμπινς. Το σώμα του Εντι Μέρφι (φωτογραφία) εδώ είναι ένα τεράστιο διαστημόπλοιο, το οποίο ελέγχουν μικροσκοπικοί εξωγήινοι με τη μορφή ανθρώπων που βρίσκονται στη Γη αναζητώντας τρόπους για να σώσουν τον πλανήτη τους. Κυβερνήτης τους ο ίδιος ο Μέρφι, που καθοδηγεί ανάλογα τον γίγαντα με τη μορφή του, ενώ έρχεται σε επαφή με τους ανθρώπους. Μετά το καλλιτεχνικό διάλειμμά του στο «Dreamgirls» που τον οδήγησε για πρώτη φορά στις υποψηφιότητες των Οσκαρ, ο Εντι Μέρφι επανήλθε δριμύτερος στο… κρύο χιούμορ των ασήμαντων κωμωδιών στις οποίες συνηθίζει να παίζει (και δεν μας είχε λείψει καθόλου). Το φιλμ μάς ζητεί να τον γνωρίσουμε, αλλά εμείς το μόνο που θέλουμε είναι να φύγουμε.

«Τα ερείπια» («Ruins») του Κάρτερ Σμιθ. Μια τετραμελής παρέα φίλων εγκλωβίζεται στα ερείπια αρχαίου ναού των Μάγια στο Μεξικό, όπου απειλείται θανάσιμα από μεταφυσικά φαινόμενα. Β-movie τρόμου για γερά νεύρα καθώς ο τρόμος εδώ προέρχεται από τα έγκατα της Γης και η απειλή έχει τη «μορφή» φυτών που εισχωρούν στην ανθρώπινη σάρκα και ωθούν τους μολυσμένους στην αυτοκαταστροφή. Ωστόσο η επιμονή του σκηνοθέτη στα «αυτοξεκοιλιάσματα» των ηρώων μάς προκάλεσε αναγούλα.