Το οικονομικό επιτελείο θα επιχειρήσει να τονώσει τον «ψυχολογικό παράγοντα»
«Φθινοπωρινή μπόρα» θα ξεσπάσει στην κυβέρνηση εν όψει της κατάρτισης του κρατικού προϋπολογισμού για το 2009, η ψήφιση του οποίου θα προσλάβει τη μορφή «δημοψηφίσματος» λόγω των μέτρων που θα προβλέπει. Η κατάρτιση του νέου προϋπολογισμού έχει εξελιχθεί σε εξαιρετικά δύσκολη υπόθεση μετά τον «εκτροχιασμό» των δαπανών του προϋπολογισμού του 2008 αλλά και την αδυναμία των φοροεισπρακτικών μηχανισμών να αυξήσουν τα έσοδα. Παράλληλα, ο νέος προϋπολογισμός θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη και τις επιπτώσεις της διεθνούς πιστωτικής κρίσης, που δεν έχουν ακόμη διαφανεί πλήρως στην ελληνική οικονομία. Κύριο μέλημα του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης είναι να διατηρηθεί το έλλειμμα κάτω του 3% προκειμένου να αποφύγει το «ράπισμα» μιας νέας επιτήρησης. Για να επιτευχθεί ο στόχος της διατήρησης του ελλείμματος κάτω του 3% θα πρέπει να αυξηθούν τα έσοδα και κατά συνέπεια να αυξηθούν πρωτίστως οι εισπράξεις από τους φόρους. Η «αγορά» όμως δεν σηκώνει άλλες φορολογικές επιβαρύνσεις λόγω της μείωσης του κύκλου εργασιών της και των δανειακών επιβαρύνσεων. Εάν όμως υπάρχουν έστω και ελάχιστα περιθώρια αύξησης των εσόδων τα όρια μείωσης των δαπανών εξαντλούνται, διότι όπως αναφέρουν κύκλοι του υπουργείου Οικονομίας «δυστυχώς για τη μείωση των δαπανών ενδιαφέρεται μόνον ο υπουργός Οικονομικών». Ούτως ή άλλως, από τον Σεπτέμβριο οι ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις του Δημοσίου προς τρίτους θα «παγώσουν» για 2-3 μήνες λόγω της οικονομικής δυστοκίας.
Κορυφαίος παράγοντας του υπουργείου Οικονομίας, απαντώντας πρόσφατα σε ερώτηση σχετική με το πώς εκτιμά την κατάσταση της διεθνούς οικονομίας και τις προοπτικές της, είπε χαρακτηριστικά: «Η κατάσταση είναι άσχημη και μπορεί να εξελιχθεί σε πολύ χειρότερη». Με τη δήλωση αυτή καθίσταται σαφές ότι η ηγεσία του υπουργείου Οικονομίας έχει πλήρη επίγνωση (δεν συνέβαινε πάντοτε το ίδιο) της κατάστασης που επικρατεί, των αβεβαιοτήτων και της ανασφάλειας. Παράλληλα όμως γνωρίζει ότι ο «ψυχολογικός παράγοντας» παίζει πρωτεύοντα ρόλο στη διαμόρφωση των κατάλληλων συνθηκών για τη λειτουργία της οικονομίας. Και για τον λόγο αυτόν θα επιχειρήσει την αντιστροφή του κλίματος.
Ωστόσο, ως τώρα τουλάχιστον, δεν υπάρχουν στοιχεία που να δημιουργούν αισιοδοξία, έστω και συγκρατημένη, για την πορεία της ελληνικής οικονομίας. Η κυβέρνηση είχε ήδη αναθεωρήσει «προς τα κάτω» τις προβλέψεις της για τα βασικά μεγέθη της οικονομίας τον περασμένο Απρίλιο, αλλά τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία δείχνουν ότι θα χρειασθεί και νέα αναθεώρηση των προβλέψεων.
Διάβρωση ανταγωνιστικότητας
Πριν από λίγα εικοσιτετράωρα η Τράπεζα της Ελλάδος ανακοίνωσε ότι το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών αυξήθηκε τον Μάιο του 2007 σε σχέση με τον Μάιο του 2006 κατά 1.183 εκατ. ευρώ και ότι διαμορφώθηκε σε 3.293 εκατ. ευρώ, κυρίως λόγω της αύξησης του εμπορικού ελλείμματος, του περιορισμού του πλεονάσματος του ισοζυγίου τρεχουσών μεταβιβάσεων και της διεύρυνσης του ελλείμματος του ισοζυγίου των εισοδημάτων. Δηλαδή σε σχέση με πέρυσι η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας χειροτέρεψε αντί να βελτιωθεί. Τα αντίστοιχα στοιχεία του πενταμήνου Ιανουαρίου- Μαΐου 2008 δεν αφήνουν περιθώρια αισιοδοξίας. Το διάστημα αυτό, σε σχέση με το αντίστοιχο πεντάμηνο του 2007, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών αυξήθηκε κατά 1.907
εκατ. ευρώ και διαμορφώθηκε σε 16.178 εκατ. ευρώ, ποσό εξαιρετικά υψηλό για τις αντοχές της ελληνικής οικονομίας. Εξάλλου το εμπορικό έλλειμμα διευρύνεται συνεχώς παρά τη σχετική αύξηση των εξαγωγών. Παράλληλα το πεντάμηνο Ιανουαρίου- Μαΐου 2008 οι άμεσες επενδύσεις εμφάνισαν καθαρή εισροή «μόλις» 1.670 εκατ. ευρώ.
Εντονη όμως ανησυχία προκαλεί και το γεγονός ότι το δημόσιο χρέος έχει αυξηθεί πέραν κάθε δυσμενούς πρόβλεψης. Το χρέος (περίπου 250 δισ. ευρώ) αγγίζει τον ετήσιο στόχο, αποστερώντας έτσι πόρους που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για επενδύσεις ή κοινωνικούς σκοπούς. Η ανάπτυξη
Δυσοίωνες είναι και οι (αναθεωρημένες) προβλέψεις για τον ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, αν και θα εξακολουθήσει να είναι υψηλότερος του μέσου όρου της ευρωζώνης. Πέρυσι τον Δεκέμβριο η κυβέρνηση προέβλεπε ρυθμό ανάπτυξης 4% παρά τα «κακά μαντάτα» για τη διεθνή οικονομία. Βέβαια στις ίδιες αισιόδοξες προβλέψεις προέβαινε και το Συμβούλιο Υπουργών Οικονομίας της ΕΕ και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Τα δύο αυτά θεσμικά όργανα δεν πήραν έγκαιρα τα μηνύματα από τον «έξω κόσμο». Εν πάση περιπτώσει η πρόβλεψη του Δεκεμβρίου 2007 για 4% έγινε 3,6% τον περασμένο Απρίλιο ενώ τον Σεπτέμβριο αναμένεται νέα πρόβλεψη για 3,0%-3,2%.
Και οι προβλέψεις όμως για τον πληθωρισμό είναι ήδη ξεπερασμένες. Η αρχική πρόβλεψη (Δεκέμβριος 2007) ανέφερε 2,8% (μέσος ετήσιος πληθωρισμός), στη συνέχεια αναθεωρήθηκε σε 3,5% και βεβαίως τώρα ομιλούν για 4,2%-4,4%. Ούτως ή άλλως, τους δύο τελευταίους μήνες (Μάιο και Ιούνιο) ο πληθωρισμός κινείται σε επίπεδο ρεκόρ δεκαετίας (4,9%) και έπεται συνέχεια. Κατά πάσα πιθανότητα θα ξεπεράσει το 5% τον Ιούλιο.
Σε όλα τα ανωτέρω αν προσθέσουμε και το γεγονός ότι τα έσοδα είναι χαμηλότερα από τον κυβερνητικό στόχο (λόγω και οικονομικής δυσπραγίας) ενώ οι δαπάνες ξεπερνούν τα όρια που έχει θέσει το υπουργείο Οικονομικών η κατάσταση της ελληνικής οικονομίας φαίνεται να διέρχεται «κρίση»- μολονότι στο υπουργείο αναφέρονται σε ύφεση.
Πάντως, σε ένα τέτοιο κλίμα είναι δύσκολο να περάσει το μήνυμα «αντέξαμε» τη διεθνή δυσμενή οικονομική συγκυρία.