Παίρνει επιτέλους σύνταξη ένας από τους πιο αιμοσταγείς Ιππότες της Αποκαλύψεως, το περιβόητο ναπάλμ, η φοβερή ουσία που έκαψε κόσμο και κοσμάκη από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ως τον πόλεμο της Βοσνίας, από το Τόκιο ως το Σαράγεβο, με θύματα περισσότερα από εκείνα που είχαν οι ατομικές βόμβες.


Οι βόμβες ναπάλμ καταργούνται και στις ΗΠΑ άρχισε κιόλας η καταστροφή τους ­ δυστυχώς μετ’ εμποδίων. Διότι τα φορτία βομβών του ολέθρου, που ξεκίνησαν από την τεράστια βάση του Σαν Ντιέγκο (Καλιφόρνια) για να αποτεφρωθούν σε ειδικά κρεματόρια που υπάρχουν μόνο στο Σικάγο, επέστρεψαν πίσω στη βάση τους λόγω διαμαρτυριών των οικολόγων που σταμάτησαν την αμαξοστοιχία με δυναμική διαδήλωση στο Κάνσας. Υπό το φως των εξελίξεων αυτών, η εταιρεία της Ιντιάνα που είχε αναλάβει την καταστροφή των βομβών μετέβαλε τη γνώμη της και προτίμησε να ακυρώσει το συμβόλαιο που είχε υπογράψει με το ναυτικό.


Παρά τις αντιξοότητες πάντως, η αντίστροφη μέτρηση για τις βόμβες ναπάλμ έχει αρχίσει. Ενας μικρός αφοπλισμός, και μάλιστα τις ημέρες του Πάσχα, με ιδιαίτερα συμβολική σημασία. Το ναπάλμ ξεκίνησε ως θαύμα της Χημείας για να εξελιχθεί σε εφιάλτη της ανθρωπότητας, ισάξιο σχεδόν της ατομικής βόμβας που εμφανίστηκε στο διάστημα ανάμεσα στα χημικά αέρια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και στον πυρηνικό όλεθρο. Πρόκειται για ζελατινοειδές κοκτέιλ βενζίνης, βενζενίου, αλάτων αλουμινίου και ισχυρότατου πλαστικού που χρειάζεται να φτάσει στις τρεις χιλιάδες βαθμούς Κελσίου για να διασπασθεί. Οταν όμως φτάσει το σημείο καύσεως, δημιουργεί τεράστιες θερμοκρασίες και μια ανίκητη φωτιά που καταβροχθίζει δάση και πόλεις ολόκληρες, λιώνοντας τα πάντα στο πέρασμα της.


Και, τελικά, αυτό το κάτι που μένει σε αυτούς που από μακριά γνώρισαν κάποτε το ναπάλμ (γιατί από κοντά δεν αφήνει περιθώρια για αναμνήσεις) είναι αυτή η αφόρητη μπόχα της βενζίνης που κολλάει στα ρουθούνια. Το λέει ακόμη και ο Ρόμπερτ Ντυβάλ, ο ανεκδιήγητος αυτός ήρωας της ταινίας «Αποκάλυψη τώρα»: «Το ναπάλμ στο ξημέρωμα έχει τη μυρωδιά της νίκης!..». Τσίκνα από ψησταριά ανθρώπινης σάρκας.


Από το 1973, χρονιά της οριστικής αποχώρησης των Αμερικανών από την Ινδοκίνα, δεν κατασκευάστηκε ούτε ένα λίτρο ναπάλμ. Στις αποθήκες της βάσης του Σαν Ντιέγκο, ωστόσο, οι πεζοναύτες είχαν αποθηκεύσει σε βαρέλια 35.000 τόνους, ποσότητα αρκετή για να κάψει το Λος Αντζελες, τη Νέα Υόρκη και τη Ρώμη. Η διατήρηση του θανάσιμου αυτού φορτίου στοίχιζε στο Πεντάγωνο 800.000 δολάρια ετησίως ­ και εκτός αυτού είχαν αρχίσει να παρουσιάζονται οι πρώτες διαρροές. Για να επισκευαστούν και να στεγανοποιηθούν απόλυτα οι αποθήκες χρειάζονταν εκατομμύρια δολάρια. Και δεδομένου ότι ο Ψυχρός Πόλεμος έχει οριστικά τοποθετηθεί στο χρονοντούλαπο της Ιστορίας, η αμερικανική κυβέρνηση έκρινε ότι δεν είναι σκόπιμο πλέον να διατηρείται τέτοιο υλικό, αφού μάλιστα έχει χαρακτηριστεί και ανήθικο, μαζί με τα χημικά αέρια και τα βιολογικά. Ολα αυτά θεωρούνται απαράδεκτα σήμερα και επιβάλλεται η καταστροφή τους.