Λόγω της προσφυγικής κρίσης, η οποία «οικοδομείται» εδώ και τουλάχιστον δύο χρόνια, αυξάνονται οι προειδοποιήσεις ότι απειλείται η πολύτιμη Ζώνη Ελεύθερης Διακίνησης Ανθρώπων της Συνθήκης του Σένγκεν. Μια σχετική προειδοποίηση διατυπώθηκε πάλι πρόσφατα καθώς οι υπουργοί της Ευρωπαϊκής Ενωσης (ΕΕ) συζητούσαν για μια κατεπείγουσα συμφωνία με στόχο τον έλεγχο των συνόρων και την εγκατάσταση των προσφύγων. Αλλά σε εποχή περιορισμένης εμπιστοσύνης προς την ΕΕ θα ήταν άραγε στ’ αλήθεια τόσο κακός ο περιορισμός της ελεύθερης διακίνησης στο εσωτερικό των συνόρων της ζώνης Σένγκεν; Με μια λέξη, όχι.
Φυσικά, η ιδέα της εξάλειψης των συνόρων μέσα στην Ευρώπη έχει τεράστια συμβολική σημασία και κύρος.
Αλλά μερικές φορές πρέπει να θυσιάζουμε ακόμη και τις ιερές αγελάδες. Εχει έρθει αυτή η στιγμή. Η προσφυγική κρίση μπορεί να καταστήσει τη Σένγκεν απειλή για την αξιοπιστία της ΕΕ ως συλλογικής οντότητας και την ικανότητα των εθνικών κυβερνήσεων να διατηρούν τη τάξη. Οταν δημιουργήθηκε το 1985, η ζώνη Σένγκεν περιελάμβανε μόλις πέντε κράτη: το Βέλγιο, τη Γαλλία, το Λουξεμβούργο, την Ολλανδία και τη Δυτική Γερμανία. Ο αριθμός έκτοτε εκτοξεύτηκε στα 22 από τα 28 κράτη –με τέσσερα από όσα δεν συμμετέχουν (Βουλγαρία, Κροατία, Κύπρος και Ρουμανία) να ετοιμάζονται να συμπεριληφθούν μελλοντικά, συν τέσσερα κράτη εκτός ΕΕ (Νορβηγία, Ισλανδία, Ελβετία και Λίχτενσταϊν).

Δυσκολεύει ο έλεγχος της ευρωπαϊκής επικράτειας

Ολες αυτές οι χώρες δεν εφαρμόζουν ελέγχους στα κοινά τους σύνορα και έχουν υιοθετήσει μια κοινή πολιτική για τη βίζα των πολιτών από μη κράτη-μέλη. Είναι σίγουρα χρήσιμο να μπορείς να αντιμετωπίζεις μια πτήση από τη Ζυρίχη στο Οσλο ως εσωτερική, χωρίς πολύπλοκους ελέγχους διαβατηρίων στις αναχωρήσεις και στις αφίξεις. Είναι πολύ βολικό να μπορείς να πας με το αυτοκίνητό σου από το Βερολίνο ως τη Βαρκελώνη χωρίς να περιμένεις στην ουρά για τον συνοριακό έλεγχο. Αυτή η ευκολία είναι και ο λόγος που μόνο δύο κράτη-μέλη της ΕΕ (η Ιρλανδία και η Βρετανία) επέλεξαν να εξαιρεθούν από τη Συνθήκη Σένγκεν.
Αλλά η προσφυγική κρίση αποκάλυψε και την άλλη πλευρά της συμφωνίας. Συγκεκριμένα, τη δυσκολία ευρύτερου ελέγχου της εθνικής και ευρωπαϊκής επικράτειας χωρίς τους επιμέρους συνοριακούς ελέγχους. Και παρότι τα κράτη που δεν ανήκουν στη Σένγκεν έχουν καταφέρει να αποφύγουν την άμεση υποχρέωση συμμετοχής σε κάποιες κοινές πολιτικές (η Βρετανία, π.χ., δεν συμμετέχει στις ενέργειες της ΕΕ για διανομή και εγκατάσταση των προσφύγων), δεν είναι και προστατευμένα από τις προκλήσεις της προσφυγικής κρίσης. Αυτά, όπως και τα κράτη της Σένγκεν, δεν μπορούν να πουν με αξιοπιστία πόσοι πρόσφυγες βρίσκονται στο εσωτερικό τους, ποιοι είναι αυτοί οι άνθρωποι και πότε έφθασαν.

Ακροδεξιά ρητορεία και (αν)αξιόπιστες συμφωνίες

Η απώλεια ελέγχου των συνόρων έχει σημασία για δύο λόγους. Πρώτον, αν οι στατιστικές για τη μετανάστευση αμφισβητούνται, ακόμη και αν δεν λάβουμε υπόψη την παράνομη μετανάστευση, τα εθνικιστικά αντιμεταναστευτικά κόμματα μπορούν με μεγάλη ευκολία να υπερβάλλουν ως προς τον αριθμό των μεταναστών προκειμένου να προκαλέσουν φόβο στην κοινή γνώμη. Δεύτερον, αν οι πρόσφυγες στους οποίους έχει χορηγηθεί άσυλο μπορούν να πάνε σε όποια χώρα της Σένγκεν επιλέξουν, οι συμφωνίες για να διανεμηθούν σε διάφορες χώρες χάνουν την αξιοπιστία τους.
Είναι βέβαιον ότι η επίλυση της προσφυγικής κρίσης απαιτεί πολύ περισσότερα από το κλείσιμο των συνόρων και την τοποθέτηση συνοριοφυλάκων. Αλλά η προσωρινή διακοπή ή η κατάργηση της Συνθήκης του Σένγκεν θα ενίσχυε την αξιοπιστία των προσπαθειών των εθνικών κυβερνήσεων για διατήρηση της τάξης στο εσωτερικό και επομένως θα καθιστούσε τους πολίτες τους περισσότερο δεκτικούς για να παρέχουν βοήθεια στους πρόσφυγες.
Την ίδια στιγμή, αν μια τόσο δημοφιλής πολιτική αναιρείτο, θα αποδείκνυε ότι η ΕΕ δεν είναι εγκλωβισμένη σε μια ουτοπική ιδεολογία και ότι μπορεί να προσαρμόζεται στις συνθήκες που αλλάζουν με έναν προσεκτικό και ρεαλιστικό τρόπο. Reculer pour mieux sauter –ένα βήμα πίσω για ένα άλμα μπροστά -, αυτή είναι μια έντιμη και πολύ ευρωπαϊκή αρχή.

Ο κ. Bill Emmott, πρώην αρχισυντάκτης του «Economist», είναι παραγωγός του νέου ντοκιμαντέρ «The Great European Disaster Movie».

HeliosPlus