Για έλλειμμα δημοκρατίας, διαφθορά, υπανάπτυξη, θεωρίες συνωμοσίας και διεθνή απομόνωση της κυβέρνησης Γκρουέφσκι, την οποία ουσιαστικά στηρίζει μόνο η Ρωσία, κάνει λόγο μιλώντας στο «Βήμα» ο δρ Ιωάννης Αρμακόλας, επίκουρος καθηγητής στο Τμήμα Βαλκανικών, Σλαβικών και Ανατολικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας και επικεφαλής του Προγράμματος Νοτιοανατολικής Ευρώπης στο ΕΛΙΑΜΕΠ.
Πώς ερμηνεύετε τα γεγονότα στο Κουμάνοβο;
«Δεν είναι καθόλου σαφές τι ακριβώς συνέβη. Πρώτα απ’ όλα ήταν μια φοβερή τραγωδία με 22 νεκρούς. Πέρα από αυτό το τραγικό αποτέλεσμα, όμως, τίθενται ερωτήματα για τη φύση των γεγονότων, τη χρονική στιγμή στην οποία συνέβησαν και πολλά άλλα. Πολλοί από τη σλαβομακεδονική αντιπολίτευση και το σύνολο σχεδόν του αλβανικού χώρου θεωρούν ότι πρόκειται για κάποιου είδους προβοκάτσια της κυβέρνησης για να ξεφύγει από την ιδιαίτερα δύσκολη συγκυρία στην οποία βρίσκεται. Αυτό βέβαια δεν αποκλείει την πιθανότητα ύπαρξης ένοπλων αλβανικών ομάδων στην περιοχή. Αλλά πολλοί αναρωτιούνται γιατί μια τέτοια ομάδα να αναλάβει τέτοια ενέργεια σε μια στιγμή όπου το σύστημα εξουσίας Γκρουέφσκι απειλείται με κατάρρευση. Προφανώς βέβαια τα περί προβοκάτσιας δεν μπορούν να αποδειχθούν εύκολα. Απλώς τα αναφέρω για να γίνει αντιληπτό το κλίμα που επικρατεί σε πΓΔΜ, Κόσοβο και Αλβανία».
Υπάρχει κίνδυνος για εμφύλιο μεταξύ Αλβανών και Σλαβομακεδόνων;
«Η διεθνοτική ένταση κλιμακώνεται επικίνδυνα τα τελευταία χρόνια και όπου υπάρχει ένταση υπάρχει κίνδυνος ανάφλεξης. Πολλοί Σλαβομακεδόνες θεωρούν ότι εξαναγκάζονται να «μοιραστούν» το κράτος τους. Οι Αλβανοί αισθάνονται πολιτικά και οικονομικά περιθωριοποιημένοι, ενώ διαμαρτύρονται για την απομάκρυνση του στόχου ένταξης σε ΝΑΤΟ και ΕΕ λόγω της σύγκρουσης με την Ελλάδα για το θέμα του ονόματος.
Τα υπάρχοντα αλβανικά κόμματα συμμετέχουν στη νομή της πολιτικής και οικονομικής εξουσίας και αυτό συμβάλλει στη σταδιακή απονομιμοποίησή τους στα μάτια των Αλβανών. Η αποξένωση του απλού Αλβανού από την πολιτική διαδικασία μπορεί μακροπρόθεσμα να έχει διαλυτικές συνέπειες για τη διεθνοτική ειρήνη. Σε αυτή τη στιγμή πάντως οι περισσότεροι παράγοντες στο εσωτερικό και στην ευρύτερη περιοχή δεν έχουν συμφέρον από μια σύγκρουση. Μόνο η κυβερνώσα ελίτ του VMRO ίσως «μπει στον πειρασμό» να δει με «καλό μάτι» την περαιτέρω διεθνοτική ένταση αν αντιληφθεί ότι χάνει την απόλυτη κυριαρχία της στη χώρα».
Η διακυβέρνηση Γκρουέφσκι πού έχει οδηγήσει τη χώρα;
«Η κυβέρνηση Γκρουέφσκι έχει ακολουθήσει μια καταστροφική πολιτική που έχει οδηγήσει σε αδιέξοδο σε όλα τα επίπεδα. Στο εσωτερικό υπάρχει απόλυτη κυριαρχία της ηγετικής ομάδας του VMRO που ελέγχει πλήρως τη διοίκηση και την οικονομία αναπαράγοντας τα φαινόμενα υπανάπτυξης και διαφθοράς, τα οποία έχουν οδηγήσει σε οικονομικό αδιέξοδο και αυξανόμενη ανεργία και φτώχεια τον πληθυσμό. Υπάρχει μεγάλο έλλειμμα δημοκρατίας, η κυβέρνηση επιδεικνύει αυξανόμενο αυταρχισμό και έχει καταφέρει να ελέγξει τα μέσα ενημέρωσης και, λιγότερο επιτυχημένα, την κοινωνία πολιτών.
Οι σχέσεις με την αντιπολίτευση είναι στο ναδίρ και το πολιτικό σύστημα βρίσκεται σε βαθιά κρίση. Η αντιπολίτευση απέχει από το κοινοβούλιο, ενώ ο κυβερνητικός εταίρος, το αλβανικό DUI, δεν αναγνωρίζει την εκλογή του Προέδρου της χώρας. Η κυβέρνηση Γκρουέφσκι είχε καταφέρει για μεγάλο χρονικό διάστημα να πείσει στο εσωτερικό ότι το «μπλοκάρισμα» από την Αθήνα της διαδικασίας ένταξης σε ΝΑΤΟ και ΕΕ ευθύνεται για όλα τα δεινά της χώρας, ενώ επενδύει πολιτικά στην καλλιέργεια του σλαβομακεδονικού εθνικισμού.
Τους τελευταίους μήνες έχει κλιμακωθεί η πολιτική κρίση με «οσμή» μυστικών υπηρεσιών. Η αντιπολίτευση έχει αποκαλύψει την υπόθεση μαζικών υποκλοπών υπό την καθοδήγηση της ηγετικής ομάδας Γκρουέφσκι. Η κυβέρνηση κατηγορεί την αντιπολίτευση για συνεργασία με ξένες μυστικές υπηρεσίες και μιλάει για «δάκτυλο» Αθήνας, οργανώσεων του Σόρος και άλλες θεωρίες συνωμοσίας. Η αντιπολίτευση, έχοντας ως ισχυρά στοιχεία τις απομαγνητοφωνήσεις των υποκλοπών, κατηγορεί την κυβέρνηση για έλεγχο της Δικαιοσύνης και της αστυνομίας, εκλογική νοθεία, διαπλοκή πολιτικής εξουσίας και οργανωμένου εγκλήματος, εκμετάλλευση των διεθνοτικών διαφορών και πολλά άλλα.
Η κυβέρνηση Γκρουέφσκι είναι απομονωμένη στο εσωτερικό και στο εξωτερικό. ΗΠΑ και ΕΕ την πιέζουν αφόρητα. Ουσιαστικά μόνο η Ρωσία στηρίζει την κυβέρνηση των Σκοπίων».
Σε αυτό το πλαίσιο υπάρχει πιθανότητα να δεχθεί η Ελλάδα εκ νέου πιέσεις για το ζήτημα της ένταξης της πΓΔΜ σε ΕΕ και ΝΑΤΟ;
«Η Ελλάδα έχει στο παρελθόν δεχθεί σφοδρή κριτική για το ουσιαστικό «μπλοκάρισμα» της διαδικασίας ένταξης της πΓΔΜ στους δύο οργανισμούς. Τα γεγονότα δίνουν τώρα στην Ελλάδα την ευκαιρία να υποστηρίξει τη θέση της ότι ο χαρακτήρας του συστήματος εξουσίας και η άσκηση πολιτικής στη γειτονική χώρα αποτελούν τον βασικό ανασταλτικό παράγοντα στις σχέσεις της με τους δυτικούς θεσμούς. Αυτό δεν σημαίνει ότι η Ελλάδα δεν θα δεχθεί νέες πιέσεις στο επόμενο διάστημα.
Θεωρώ λιγότερο πιθανό να ανακινηθεί το ζήτημα ενόσω διαρκεί η κρίση. Αλλά μια εύλογη λύση που προτείνεται από διεθνείς παρατηρητές είναι η παραίτηση Γκρουέφσκι και η συγκρότηση κυβέρνησης εθνικής ενότητας με σκοπό την ανασυγκρότηση της χώρας και την επιστροφή της στο μονοπάτι ένταξης σε ΕΕ και ΝΑΤΟ. Αν αυτό συμβεί, θα είναι μια θετική εξέλιξη γιατί θα αποκλιμακώσει την κρίση. Αλλά τότε η Ελλάδα θα δυσκολευτεί ιδιαίτερα να απορρίψει κινήσεις καλής θελήσεως από την πλευρά της προς τη νέα πολιτική κατάσταση στα Σκόπια».
Υπάρχει ο κίνδυνος να διασπαστεί η πΓΔΜ μακροπρόθεσμα;
«Ο κίνδυνος αυτός είναι μικρός αλλά υπαρκτός. Ενα τέτοιο γεγονός θα είναι ιδιαίτερα αρνητικό για την ελληνική ασφάλεια και θα σηματοδοτήσει την ευρύτερη αποσταθεροποίηση της περιοχής. Η Ελλάδα οφείλει να συμβάλει στις ενέργειες ΕΕ και ΝΑΤΟ για την αποτροπή τέτοιων αρνητικών εξελίξεων».
Ο αλβανικός εθνικισμός κερδίζει έδαφος τελευταίως; Μπορεί να οδηγήσει σε αρνητικές εξελίξεις, όπως η αμφισβήτηση συνόρων;
«Θίγετε ένα θέμα που δυστυχώς δεν μπορεί να αναλυθεί εν συντομία. Ο αλβανικός χώρος είναι σύνθετος και ρευστός. Υπάρχει μια δυναμική γεγονότων που αλλάζει συνεχώς την υφιστάμενη κατάσταση. Σε επίπεδο αλβανικών πληθυσμών σε μένα είναι ξεκάθαρο ότι υπάρχει μια διαδικασία γοργής κοινωνικής, οικονομικής, ιδεολογικής και πολιτιστικής ολοκλήρωσης «από τα κάτω». Οι αλβανικοί πληθυσμοί έρχονται ολοένα και πιο κοντά μεταξύ τους μέσα από διαδικασίες που ούτε απαραίτητα πολιτικές είναι ούτε ελεγχόμενες.
Αυτό το φαινόμενο δεν είναι απαραίτητο να οδηγήσει σε πολιτικά προβλήματα, αλλά είναι γεγονός ότι δημιουργεί μια νέα πολιτική κατάσταση. Υπάρχει, δηλαδή, μια πίεση προς την πολιτική τάξη, ιδιαίτερα στην Αλβανία και στο Κόσοβο, να διατυπώνουν θέσεις και να αναπτύσσουν πολιτικές που έχουν ως σημείο αναφοράς τα συμφέροντα όλων των Αλβανών και όχι του κάθε κράτους ξεχωριστά.
Σε επίπεδο πολιτικών ελίτ με μία μόνο εξαίρεση, το κίνημα «Αυτοδιάθεση» στο Κόσοβο, κανένα μεγάλο αλβανικό κόμμα στις περιοχές όπου διαβιούν οι Αλβανοί (Αλβανία, Κόσοβο, Σερβία, πΓΔΜ, Μαυροβούνιο) δεν υποστηρίζει την αλλαγή των συνόρων. Κατά καιρούς όμως αλβανοί πολιτικοί (ο Μπερίσα το 2012, o Ράμα πρόσφατα) έχουν σε δηλώσεις τους «παίξει» με την ιδέα της αλλαγής των συνόρων και της ένωσης των αλβανικών περιοχών, είτε για ψηφοθηρικούς λόγους είτε για να βελτιώσουν το «πατριωτικό» τους προφίλ είτε γιατί απλά υπάρχει πλέον αυτή η «προσδοκία» που προανέφερα.
Το σημαντικό είναι ότι τόσο οι απλοί Αλβανοί όσο και οι πολιτικές τους ελίτ επιθυμούν σφόδρα την ένταξη όλων των χωρών της περιοχής στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ. Αυτή είναι μια αισιόδοξη πραγματικότητα. Αν οι αλβανικές πολιτικές ελίτ είχαν σκοπό την αποσταθεροποίηση, θα απέφευγαν την ολοένα και ισχυρότερη διεθνοπολιτική θεσμική τους «δέσμευση» που απορρέει από την ένταξή στους εν λόγω οργανισμούς. Αρα για την αποφυγή αρνητικών εξελίξεων είναι προς το συμφέρον της Ελλάδας να συνεχίσει να ενισχύει τη διαδικασία ένταξης των Δυτικών Βαλκανίων στους δυτικούς θεσμούς, να αποτραπεί η προοπτική του να δοθεί σε αυτά τα κράτη απλώς μια «ειδική σχέση» και συγχρόνως να εργασθεί προς την κατεύθυνση της αποδυνάμωσης των εθνικιστικών τάσεων μεταξύ των αλβανικών πληθυσμών και προς την εμπέδωση της δημοκρατίας και της περιφερειακής συνεργασίας».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ