Εδώ και περίπου 120 χρόνια στη Βομβάη τοπικοί κούριερ φαγητού παραδίδουν σε καθημερινή βάση ζεστά γεύματα στα γραφεία των εργαζομένων, προερχόμενα όχι μόνο από εστιατόρια, αλλά και από την κουζίνα των νοικοκυρών που θέλουν να στείλουν κολατσιό στους συζύγους τους. Μάλιστα, έρευνα του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ μελέτησε το συγκεκριμένο σύστημα παράδοσης και απέδειξε ότι μόνο ένα στο ένα εκατομμύριο πακέτα μπορεί να φτάσει στα λάθος χέρια.

Από εκεί, λοιπόν, από μια τέτοια λανθασμένη παράδοση, ξεκινά η ιστορία αυτής της πανέμορφης ταινίας. Δύο μοναχικοί άνθρωποι θα αναπτύξουν επαφή διά αλληλογραφίας, όταν το φαγητό που προοριζόταν για τον σύζυγο της μαγείρισσας (Νιμράτ Καούρ) καταλήξει στο γραφείο ενός δημοσίου υπαλλήλου (Ιρφάν Καν), ο οποίος ενθουσιάζεται τόσο πολύ από τις γεύσεις, που δίνει συγχαρητήρια στο εστιατόριο από το οποίο υποτίθεται ότι παίρνει τις παραγγελίες του. Για κάποιον λόγο η παρεξήγηση θα συνεχιστεί και έτσι αρχίζει να δημιουργείται ανάμεσα στη μαγείρισσα και στον υπάλληλο μια σχέση διά αλληλογραφίας.

Ενας από τους λόγους για τους οποίους εκτίμησα το ινδικό «The Lunchbox» περισσότερο από το αμερικανικό «Chef» είναι ότι στο πρώτο η μαγειρική λειτουργεί οργανικά στη δραματουργία της ταινίας, ενώ στο δεύτερο έχεις την αίσθηση ότι η μαγειρική υπάρχει απλώς και μόνο για να πεινάσει ο θεατής, όπως και γίνεται. Στο «Lunchbox» κανείς δεν κάνει επίδειξη και, κυρίως, δεν το κάνει ο σκηνοθέτης Ριτές Μπάτρα, που χτίζει μια τρυφερή, εύθραυστη και αξιομνημόνευτη ιστορία αγάπης, με αφορμή μια παρεξήγηση στην οποία το φαγητό έχει παίξει έναν αθόρυβο, αλλά ουσιαστικά πολύ σημαντικό ρόλο.

*Δημοσιεύθηκε στο BΗΜΑ GOURMET την Κυριακή 14 Σεπτεμβρίου 2014.