Τώρα που η ιταλική πολιτική σκηνή διέπρεψε σε ακόµη µία περίσταση κωλοτούµπας, από εκείνες που της προσδίδουν τον ανεπανάληπτο χαρακτήρα µιας όπερας µπούφα, τώρα που οι ευρωσκεπτικιστές του Κινήµατος των Πέντε Αστέρων συµφώνησαν πανηγυρικά µε τους αντιευρωπαϊστές ακροδεξιούς της Λέγκας του Βορρά σε ένα προσωρινό κυβερνητικό πρόγραµµα και διαπραγµατεύονται την πιθανή σύσταση µιας νέας κυβέρνησης, δύο µήνες και πλέον µετά τις εκλογές της 4ης Μαρτίου, τώρα είναι η ώρα να αποτίσουµε πανευρωπαϊκά φόρο τιµής στον άνθρωπο που υπήρξε προφήτης αυτού του θαυµαστού καινούργιου κόσµου, τον οραµατιστή που πήρε από το χέρι τη Β’ Ιταλική Δηµοκρατία, την αναγεννηµένη από τις στάχτες της διαφθοράς του σκανδάλου «Καθαρά Χέρια»
το 1992, και την έφερε στο ανασφαλές λιµάνι του 21ου αιώνα. Τώρα είναι ο καιρός να αναγνωρίσουµε τον Σίλβιο Μπερλουσκόνι.
Η αλήθεια είναι πως τον είχαμε παρεξηγήσει τον Καβαλιέρε. Οσοι τον θεωρούσαν πολιτικό γελωτοποιό επέμεναν στο διαρκές τρεχαλητό του επί είκοσι χρόνια προκειμένου να ξεφύγει από τις 34 δίκες στις οποίες τον εγκάλεσε η ιταλική Δικαιοσύνη έως την τελική καταδίκη του για φοροδιαφυγή το 2013 και στα «μπούνγκα-μπούνγκα» πάρτι του με ευειδείς νεαρές πόρνες. Οσοι τον έπαιρναν στα σοβαρά προειδοποιούσαν για την απροκάλυπτη εισβολή των οικονομικών συμφερόντων στην πολιτική, για την άλωση της πολιτικής εξουσίας από ιδιώτες που θα τη νέμονταν προς όφελός τους. Και οι δύο πλευρές έκαναν λάθος. Στην πραγματικότητα ο Σίλβιο ήταν ο πολιτικός που ερχόταν κατευθείαν από το μέλλον –το πρότυπο του λαϊκιστή δημαγωγού που θα παρέκαμπτε τους κανόνες του δημόσιου διαλόγου, θα ανασκεύαζε τις προσβολές σε αστεία, θα κολάκευε την Ακρα Δεξιά και θα αλίευε ψήφους υποδαυλίζοντας τους φόβους της κοινωνίας.
Ο Μπερλουσκόνι έκανε καριέρα αποκαλώντας τους αντιπάλους του «κομμουνιστές» δεκαετίες αφότου είχαν εγκαταλείψει την πίστη τού Παλμίρο Τολιάτι και του Ενρίκο Μπερλινγκουέρ, χαρακτηρίζοντας «Σοβιετική Ενωση» την «Ενωση» της Κεντροαριστεράς του Ρομάνο Πρόντι, συμμαχώντας με το μεταφασιστικό κόμμα του Τζιανφράνκο Φίνι, επαινώντας τον Μπενίτο Μουσολίνι ως «καλό κυβερνήτη», ψηφίζοντας δρακόντειους αντιμεταναστευτικούς νόμους. Μπορούσε να προβαίνει σε σεξιστικά σχόλια και να τα παίρνει πίσω, να υποδύεται τον οιονεί φιλελεύθερο μεταρρυθμιστή τις καλές εποχές πριν από την κρίση και τον ευρωσκεπτικιστή στα χρόνια της ύφεσης μετά το 2011, να επαινεί δημοσίως την Ανγκελα Μέρκελ και να τη βρίζει ιδιωτικά, να διακηρύσσει τον πατριωτισμό του για την Ιταλία από το μπαλκόνι και να την αποκαλεί «σκατοχώρα» από το τηλέφωνο. Και φυσικά, όταν η «Repubblica» αποκάλυπτε το 2013 τις δύο τελευταίες αναφορές, μπορούσε να την κατατάσσει στις «εφημερίδες που σας εξαπατούν», την επωδό του πολύ προτού ο Τραμπ λανσάρει επιτυχώς την έκφραση «fake news».
Ως προς τον διαρκή λόγο, την αδιαφορία για το περιεχόμενό του και την αέναη ανασκευή του ο Καβαλιέρε έχει κυρίως αλλοδαπούς κληρονόμους. Αν ο ηγέτης του Brexit Νάιτζελ Φάρατζ και ο πρόεδρος Ντόναλντ δεν έχουν μελετήσει διεξοδικά το ύφος του, το προσεγγίζουν διαισθητικά. Ως προς την αφειδή υποσχεσιολογία, την άκρατη απαρίθμηση μέτρων, την επινόηση μαγικών λύσεων και την ευλύγιστη απόδοση ευθυνών αποκλειστικά στους άλλους ο τρις πρωθυπουργός της Ιταλίας έχει τοπικά τέκνα. Ο Ματέο Σαλβίνι της Λέγκας του Βορρά και ο Λουίτζι ντι Μάιο του Κινήματος των Πέντε Αστέρων συνιστούν άξιους διαδόχους του. Μπορεί ο 45χρονος Σαλβίνι να προβάλλει έντεχνα τη δυναμικότητα ενός σαραντάρη έναντι του 81χρονου Σίλβιο και ο 32χρονος Ντι Μάιο να έθεσε βέτο ως προς τη στήριξη μιας δυνητικής κυβέρνησης από τον Μπερλουσκόνι για να τονίσει την απόστασή του από τη διαφθορά, όμως ο τρόπος τού πολιτεύεσθαι που ακολουθούν, καιροσκοπικός, προσχηματικός, δημαγωγικός, δείχνει ότι έχουν αφομοιώσει τα διδάγματα του γηραιού ηγέτη.
Καθώς από τις 12 Μαΐου η απαγόρευση εκλογής σε πολιτικό αξίωμα που του είχε επιβληθεί μαζί με την καταδίκη του το 2013 άρθηκε από δικαστήριο του Μιλάνου, ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι μπορεί να προσβλέπει σε μία ακόμη επιστροφή –αυτή τη φορά στον ρόλο του ρυθμιστή. Αλλωστε, Λέγκα και Πέντε Αστέρια συνάπτουν αυτή τη στιγμή περισσότερο μια λυκοφιλία παρά μία ουσιαστική συμμαχία: ήδη στις 14 Μαΐου ζήτησαν περισσότερο χρόνο από τον πρόεδρο Σέρτζιο Ματαρέλα για να γεφυρώσουν τις διαφωνίες τους –και εν πάση περιπτώσει στην Ιταλία οι κυβερνήσεις δεν φημίζονται για τη σταθερότητά τους. Οι δημοσκοπήσεις για νέες εκλογές δείχνουν τα αντισυστημικά κόμματα ανεβασμένα, αλλά τον ίδιο σχετικά σταθερό. Η Αριστερά βρίσκεται εκτός παιχνιδιού και, τέλος πάντων, σε μια προεκλογική εκστρατεία όλα μπορούν να συμβούν, ακόμη και να καταλήξει ο Καβαλιέρε Kingmaker.
Στο κάτω-κάτω, ο Μπερλουσκόνι δεν έχει χάσει κανένα από τα ελαττώµατά του –και τα ελαττώµατά του ήταν που τον έκαναν συµπαθή στο κοινό. Λίγο απατεώνας, λίγο καταφερτζής, λίγο ψευτογόης, λίγο µπερµπάντης, ο Σίλβιο κάλυψε µε αυτά την απόσταση που δηµιουργούσε από τον µέσο Ιταλό ο πλούτος του –και ό,τι απέµεινε το γεφύρωσε η ενασχόλησή του µε το ποδόσφαιρο. Βέβαια, πλέον έχει πουλήσει την οµάδα του και αυτόν τον καιρό η Μίλαν παραπαίει, αλλά –ποιος ξέρει; –ίσως χρειαστεί κι αυτή έναν σωτήρα από τους κινέζους επενδυτές που την αγόρασαν πέρυσι. Μένει πάντα το ερώτηµα τού τι ακριβώς θα πρεσβεύει ιδεολογικά ο ηλικιωµένος Μπερλουσκόνι στο τρέχον αγνώριστο πολιτικό τοπίο, όπου ο µανδύας της ηγεσίας της Δεξιάς φαίνεται να έχει περάσει σε άλλον. Οχι ότι πρόκειται για αξεπέραστο πρόβληµα, µια και η ιδεολογία γι’ αυτόν ήταν πάντοτε περισσότερο ζήτηµα αδρών γραµµών παρά λεπτών αποχρώσεων. «Οι µόνοι καλοί πολιτικοί είναι εκείνοι που απαλλάσσουν εµάς τους επιχειρηµατίες από τους κοµµουνιστές και τον κρατικό παρεµβατισµό» έγραφε στην «Giornale» στα νιάτα του, το 1978.
* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 20 Μαϊου 2018.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ