Κανείς δεν διαθέτει μία συγκεκριμένη απάντηση σε μια πολύ απλή ερώτηση: τι θα κάνει ο Ντόναλντ Τραμπ αν, όπως είναι πιθανό, εκλεγεί πρόεδρος των ΗΠΑ; Η αμερικανική εφημερίδα «The New York Times» έθεσε αυτό το ερώτημα στον, κατά δήλωσή του, φίλο του Ντόναλντ Τραμπ, Αντριου Μπιλ, τραπεζίτη και, όπως και ο υποψήφιος των Ρεπουμπλικανών, δισεκατομμυριούχο. «Ολοι θέλουν να ακούσουν κάτι συγκεκριμένο» απάντησε o Μπιλ. Και συνέχισε: «Ολοι αυτοί οι πολιτικοί με τα συγκεκριμένα σχέδια μού φαίνονται τελείως ανόητοι. Δεν ξέρω πώς ο Τραμπ θα βελτιώσει την οικονομία, αλλά έτσι λειτουργεί ο πραγματικός κόσμος». Ευτυχώς, δεν υπάρχουν πολλοί άλλοι δισεκατομμυριούχοι που στηρίζουν τον Τραμπ.
Καθώς και ο ίδιος προβάλλει τον εαυτό του ως επιτυχημένο επιχειρηματία που γνωρίζει πώς να «ξανακάνει την Αμερική σπουδαία», προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι ελάχιστοι από τον επιχειρηματικό κόσμο έχουν πειστεί από το όραμά του. Μέχρι στιγμής, τον έχει στηρίξει η ασφαλιστική εταιρεία Aon, κάποιοι επιχειρηματίες και επενδυτές στην αγορά των ακινήτων που συνεργάζονταν μαζί του και, εντελώς παραδόξως, ο ιδρυτής της επιχείρησης online πληρωμών PayPal, Πίτερ Τιλ. Tον στηρίζουν άραγε οι οικονομολόγοι; Το μόνο όνομα ακαδημαϊκού οικονομολόγου που υπάρχει στις λίστες των υποστηρικτών του είναι εκείνο του καθηγητή του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας Πίτερ Ναβάρο. Ο ίδιος, βεβαίως, περιλαμβάνει στους υποστηρικτές του επιχειρηματίες, όπως για παράδειγμα ο Αυστραλός Ρούπερτ Μέρντοχ, οι οποίοι απλώς έχουν προβεί τελευταία σε εκκλήσεις υπέρ της ενότητας του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος και κάθε άλλο παρά έχουν στηρίξει την υποψηφιότητά του.

Νέα Υόρκη, Ημέρα Ανεξαρτησίας 1988. Ο Ντόναλντ Τραμπ – άρτι αφιχθείς στο κλαμπ των δισεκατομμυριούχων – και η πρώτη σύζυγός του, Ιβάνα Τραμπ, χαιρετούν τον φακό από τη θαλαμηγό τους «The Trump Princess» των 30 εκατ. δολαρίων. Πηγή: Kathy Willens/AP photo, Marty Lederhandler/AP photo

Γιατί, αλήθεια, ο Τραμπ δεν συγκεντρώνει τη στήριξη της επιχειρηματικής κοινότητας των ΗΠΑ; Οι απαντήσεις σε αυτή την ερώτηση μάλλον βρίσκονται στην επιχειρηματική διαδρομή του, η οποία σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να χαρακτηριστεί καινοτόμος, αξιοζήλευτη ή, έστω, ωφέλιμη για κάποιον άλλον πλην του εαυτού του. Η επιχειρηματική διαδρομή του, εκκωφαντική και τρικυμιώδης, ίσως προμηνύει και την πορεία της Αμερικής στην περίπτωση που γίνει πρόεδρος.

Αρχίζοντας από τα βασικά, o 70χρονος σήμερα υποψήφιος των Ρεπουμπλικανών συνέχισε την οικογενειακή παράδοση και ασχολήθηκε με την κτηματομεσιτική επιχείρηση του πατέρα του. Δραστηριοποιήθηκε ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του ’80 στην αγορά του Μανχάταν. Σήμερα, αν και δώδεκα κτίρια φέρουν τον λογότυπο Τραμπ στη 15η πιο ακριβή περιοχή στον κόσμο, τα περισσότερα τα εκμεταλλεύεται η εταιρεία του χωρίς να είναι ιδιοκτήτρια. Ποτέ δεν έχει συμπεριληφθεί στη λίστα με τους πιο σημαντικούς παράγοντες της αγοράς ακινήτων του Μανχάταν που δημοσιεύει τακτικά η επιθεώρηση «The Real Deal». Αντιστοίχως, η θέση του Τραμπ στην αγορά των καζίνων είναι ανύπαρκτη, καθώς, ύστερα από πολλές χρεοκοπίες, σήμερα δεν είναι ιδιοκτήτης κανενός καζίνου, ενώ κατέχει εννέα ξενοδοχεία, με τρία ακόμη να αναμένεται να ανοίξουν το επόμενο διάστημα.
Η εταιρεία τηλεοπτικών παραγωγών του, με τη διόλου αναπάντεχη ονομασία «Trump Productions», η οποία διαχειρίστηκε τη συμμετοχή του στο ριάλιτι σόου «Ο υποψήφιος», υπήρξε πράγματι κερδοφόρα, αλλά πέρα από το brand «Trump» διαγράφει μια μάλλον αδιάφορη πορεία. Ο ίδιος έχει κάνει το όνομά του λογότυπο σε μπριζόλες, κοστούμια, εμφιαλωμένο νερό, γραβάτες, κρασί και αρώματα. Φυσικά, η πορεία όλων αυτών των προϊόντων δεν ήταν η πλέον επιτυχημένη. Ο έτερος δισεκατομμυριούχος επενδυτής Μαρκ Κιούμπαν τον είχε ρωτήσει κάποτε: «Τι στο καλό κάνεις; Ψάχνεις τόσο απελπισμένα για λεφτά;».
Και βεβαίως, υπάρχει η περίπτωση του Trump University. Πρόκειται για μια παντελώς αποτυχημένη επιχειρηματική απόπειρα του Τραμπ να λειτουργήσει ένα «κερδοσκοπικό», καθώς το χαρακτήρισε, εκπαιδευτικό ίδρυμα. Το Trump University παρέδιδε μαθήματα σε επίδοξους επιχειρηματίες της αγοράς ακινήτων και είχε υιοθετήσει μια εξαιρετικά επιθετική τακτική πωλήσεων προς επίδοξους φοιτητές. Πέντε χρόνια, πολλές μηνύσεις και λιγοστούς φοιτητές αργότερα, το ίδρυμα διέκοψε τη λειτουργία του.

Γουόλ Στριτ, Ιούνιος 1995. Ο πληθωρικός μεσίτης ακινήτων ποζάρει έξω από το Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης με αφορμή την έναρξη διαπραγμάτευσης της μετοχής του Trump Plaza Casino. Πηγή: Kathy Willens/AP photo, Marty Lederhandler/AP photo

Ενα άλλο, επίσης σοβαρό ερώτημα, πέρα από την επιχειρηματική του δραστηριότητα, είναι η περιουσία του. Αυτή έχει αποτελέσει αρκετές φορές αντικείμενο έριδας, κυρίως του ιδίου με δημοσιογράφους που την αποτιμούν χαμηλότερα από όσο εκείνος πιστεύει. Τον λένε φτωχό. Πιο χαρακτηριστική είναι η οπερετικών διαστάσεων κόντρα του με το οικονομικό περιοδικό «Forbes» εξαιτίας της ετήσιας λίστας Forbes 400 που δημοσιεύει κάθε Οκτώβριο με τους πιο πλούσιους Αμερικανούς.

Ωστόσο, όπως έγραψε προσφάτως το περιοδικό, «από τους 1.538 μεγιστάνες που έχουν εμφανιστεί από το 1982 στη λίστα, ο Ντόναλντ Τραμπ είναι εκείνος που έχει τη μεγαλύτερη εμμονή με την εκτίμηση του περιοδικού για την περιουσία του». Η πρώτη φορά που η οικονομική έκδοση υπολόγισε την αξία του σε πάνω από 1 δισεκατομμύριο δολάρια ήταν το 1988, παρότι ο ίδιος τότε ισχυριζόταν ότι «άξιζε» 3,74 δισεκατομμύρια. Το 1990 ήταν ίσως η χειρότερη χρονιά του Τραμπ. Η αξία της περιουσίας του έπεσε μέσα σε έναν χρόνο κατά 1,2 δισεκατομμύρια δολάρια. Φανταστείτε να ήταν τότε πρόεδρος.
Το 2015 ο Ντόναλντ Τραμπ βρισκόταν στο νούμερο 121 της κατάταξης, με περιουσία που αποτιμήθηκε σε 4,5 δισεκατομμύρια δολάρια (στην παγκόσμια λίστα του 2016 κατέχει τη θέση 336 με το ίδιο ποσό). Ο Τραμπ θεωρεί ότι σήμερα «αξίζει» περισσότερο από τα διπλάσια από όσα τού αποδίδει το «Forbes»: 10 δισ. δολάρια. Και πέρυσι, όπως κάθε χρόνο, κατέφθασε στο περιοδικό ένας φάκελος που έγραφε με πελώρια ασημένια γράμματα «TRUMP», εσωκλείοντας τα παράπονα του μεγιστάνα υποψήφιου προέδρου. «Σύντομα μάθαμε ότι το νούμερο που εκείνος υποστηρίζει είναι περίπου τριπλάσιο του πραγματικού αριθμού» έχει δηλώσει ο Χάρολντ Σένεκερ, μέλος της αρχικής συντακτικής ομάδας της λίστας Forbes 400.
Μικρή σημασία έχει για τον μέσο ψηφοφόρο αν ένας δισεκατομμυριούχος έχει περιουσία ύψους τεσσάρων, οκτώ ή δέκα δισεκατομμυρίων. Ομως η διαφορά αυτή επί της ουσίας συνιστά διαφορά ετών φωτός στα οικονομικά: δέκα δισεκατομμύρια σημαίνει περίπου 80 θέσεις πιο ψηλά στη λίστα του «Forbes». Δέκα δισεκατομμύρια είναι περίπου το ήμισυ ενός επταετούς ΕΣΠΑ.
Δεν είναι, όμως, μόνο το «Forbes» που «υποεκτιμά» την περιουσία του Τραμπ. Το 2005 ο δημοσιογράφος Τίμοθι Ο’ Μπράιεν εξέδωσε το βιβλίο «TrumpNation –The Art of Being the Donald», το οποίο υποστήριζε ότι η συνολική αξία της περιουσίας του Τραμπ ήταν μόλις 250 εκατομμύρια δολάρια (έναντι 2,7 δισ. που υπολόγιζε το «Forbes» και 7,8 δισ. σύμφωνα με τον ίδιο τον Τραμπ). Ο Τραμπ μήνυσε τον Ο’ Μπράιεν ζητώντας 5 δισ. για τη βλάβη που υπέστη. Παρόλο που η μεθοδολογία του Ο’ Μπράιεν αποδείχτηκε λανθασμένη στο δικαστήριο, ο ίδιος φυσικά αθωώθηκε.
Το πώς ο Ντόναλντ Τραμπ διοικεί τις επιχειρήσεις του αντανακλά ίσως με τον καλύτερο τρόπο το πιο τρομακτικό πρόσωπο της Αμερικής σήμερα. Τρόμος, αδιαφορία, μια συνεχής διαδικασία άσφαιρων μαχών έναντι της πραγματικής δουλειάς και, βεβαίως, μια άνευ προηγουμένου θεοποίηση του χρήματος, του επιδεικτικού χρήματος, του χρήματος που «φωνάζει από μακριά». Θα καταφέρει αυτός ο αδιανόητος άνθρωπος να ηγηθεί της υπερδύναμης; Θα βρεθεί να πρωτοστατεί στη μάχη κατά της ανισότητας; Αυτό το σενάριο, παρόλο που έχει ενδιαφέρον, δεν είναι σε καμία περίπτωση αισιόδοξο. Και όπως ήρθαν τα πράγματα, αφορά πολύ περισσότερους από τον αμερικανικό λαό.

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 26 Ιουνίου 2016

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ