Ηταν μέσα σε ένα δωμάτιο του ξενοδοχείου Regent στο Βερολίνο που είχα ξανασυναντήσει στο παρελθόν τον Ρίτσαρντ Γκιρ και αυτό είναι το πρώτο πράγμα που του επισημαίνω όταν τον βλέπω να μπαίνει πιθανότατα στο ίδιο δωμάτιο. «Αλήθεια; «Σικάγο», ε;». Παγώνω. Εχω ξεχάσει τον τίτλο της ταινίας για την οποία είχαμε συναντηθεί τότε. «Οχι, ήταν ένα δράμα… Παίζατε έναν γιατρό». Ο Γκιρ υποθέτει ότι ήταν ο «Δρ Τ και οι γυναίκες» του Ρόμπερτ Ολτμαν («Τι ωραία που είχαμε περάσει τότε»), όμως εγώ επιμένω πως όχι, αφού εκείνη η ταινία ήταν στο Φεστιβάλ της Βενετίας.
Και ξαφνικά μου ‘ρχεται. «Νύχτες στη Ροδάνθη» φωνάζω, και ο Γκιρ χαμογελά με νοσταλγία. «Α, οι «Νύχτες στη Ροδάνθη»… Καλή ταινία. Παρεξηγημένη. Ηταν μαζί και η καλή μου φίλη, η Νταϊάν Λέιν. Εχουν περάσει πια τα χρόνια, ε;». Τα χρόνια μπορεί να έχουν περάσει (στο κάτω κάτω, ο Γκιρ παίζει στο σινεμά από τα μέσα της δεκαετίας του 1970), όμως ο 67χρονος ηθοποιός «κρατιέται» θαυμάσια. Αθλητικός τύπος, φοράει τζιν παντελόνι, άσπρο μακό φανελάκι, τζιν ανοιχτό πουκάμισο και γυαλιά με «αόρατο» σκελετό. Πίνει τσάι και συχνά στρώνει την κατάλευκη κόμη του.
Στο Βερολίνο, αυτήν τη φορά συνάντησα τον Ρίτσαρντ Γκιρ για το «Δείπνο» του Ορεν Μόβερμαν, μια ταινία που προβλήθηκε εντός συναγωνισμού χωρίς όμως να κερδίσει κάτι. Ο Γκιρ εδώ υποδύεται έναν φτασμένο πολιτικό ο οποίος κατά τη διάρκεια ενός δείπνου σε ένα εστιατόριο υπερπολυτελείας προσπαθεί να συνεννοηθεί με τον νεότερο αδελφό του (Στιβ Κούγκαν) προκειμένου να αποφασίσουν τι θα κάνουν με τα παιδιά τους, τα οποία έχουν διαπράξει μια ανομολόγητα βίαιη πράξη. Η επικοινωνία τους δεν είναι εύκολη, όπως εύκολο δεν είναι να είσαι γονέας, κάτι που η ταινία επισημαίνει με οδηγό της το ομώνυμο μπεστ σέλερ του ολλανδού συγγραφέα Χέρμαν Κοχ, το οποίο στη χώρα μας κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μεταίχμιο και έχει ξαναμεταφερθεί στη μεγάλη οθόνη, δύο φορές μάλιστα (μία στα ολλανδικά και μία στα ιταλικά).
«Εχω στερέψει από ιδέες… Τα έχω πει όλα ήδη» λέει ο Γκιρ σαν να μονολογεί. «Γιατί να μη δώσετε εσείς συνέντευξη σε εμένα;». Γέλια πολλά και σιγά σιγά μπαίνουμε στην ταινία με έναν πολύ χαλαρό τρόπο, σαν να μη συμβαίνει και τίποτα. Τον ρωτώ πώς αντιμετώπισε ως γονέας ένα από τα θέματα που θίγει η πλοκή. «Α… ανατροφή εναντίον φύσης!» λέει αμέσως. «Είναι υποχρέωσή μας να δίνουμε τον καλύτερό μας εαυτό. Θυμάμαι ότι το συζητήσαμε αρκετά όταν γυρίζαμε την ταινία. Εχω γιο στην εφηβεία και θυμάμαι πολύ καλά πώς ήμουν εγώ ως έφηβος. Ολοι νομίζω θυμόμαστε. Εσείς; Ασφαλώς. Πολύ προκλητική περίοδος στη ζωή μας. Συναρπαστική περίοδος. Ολων των ειδών οι δυνάμεις αφήνονται ελεύθερες. Μια κουβέντα με τον γιο μου και τους φίλους του σήμερα είναι για εμένα ένας υπέροχος πειραματισμός, μια όμορφη περιπέτεια».
Για τον Ρίτσαρντ Γκιρ η εφηβεία είναι η περίοδος που «αποκτάς τη συνήθεια να λες «ναι!» στον κόσμο, «ναι!» στα καινούργια πράγματα. Είναι επίσης η περίοδος να ευδοκιμήσεις, να εγκαθιδρύσεις μια πρωταρχική αίσθηση μέσω της οποίας να ελέγχεις και βασικά να γνωρίζεις πού βρίσκεται το χείλος του γκρεμού. Να ξέρεις πού θα σε πάει η αίσθηση της περιπέτειας».
Ο Γκιρ εξηγεί ότι ακόμη και σήμερα προσπαθεί να ανακαλύψει πού βρίσκεται αυτό το όριο του γκρεμού, αν και γνωρίζει ότι το peak αυτής της αναζήτησης λαμβάνει χώρα στην περίοδο της εφηβείας, τότε που «ο εγκέφαλος αρχίζει να δομείται και να παρακολουθεί. Κι εμείς οι γονείς πρέπει να παρακολουθούμε μαζί τους με πραγματική αγάπη και ειλικρινές ενδιαφέρον, αλλά και με διαύγεια. Πώς αναπτύσσονται τα παιδιά μας; Υπό ποιες συνθήκες; Ποιες καταστάσεις βιώνουν; Πώς τα ίδια τα παιδιά θα μπορούσαν να συνοψίσουν τι συμβαίνει στον εγκέφαλό τους; Τι θέλουν να γίνουν;».
Ο ίδιος δεν ξέρει αν έχει επιτύχει ως γονέας, πάντως «ο γιος μου δεν έχει προς το παρόν πέσει στον γκρεμό» λέει. «Αλλά έχει φτάσει κοντά». Και εκεί το σταματά, δεν είναι σε διάθεση να μπει σε περισσότερες λεπτομέρειες. «Μου αρέσει το γεγονός ότι είναι περιπετειώδης χαρακτήρας, ξέρω πολύ καλά, όμως, ότι είναι και ένα υπεύθυνο παιδί. Προσφάτως απέκτησε δίπλωμα οδήγησης. Δεν τον φοβάμαι. Ξέρω ότι είναι προσεκτικός και φερέγγυος».
Ανέκαθεν πολιτικοποιημένο άτομο, ο Ρίτσαρντ Γκιρ νιώθει πως παρότι καθόμαστε στο τραπέζι με αφορμή μια ταινία του, τα πολιτικά πράγματα είναι εξίσου σημαντικά. «Διανύουμε μια πολύ χαοτική περίοδο. Ο μπαμπάκας δεν είναι πια μπαμπάκας. Ο Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών δεν είναι πλέον το σταθερό πρόσωπο εμπιστοσύνης. Αντιθέτως, έχει οδηγήσει την υφήλιο στο χάος. Η Γερμανία είναι η χώρα στην οποία πρέπει να εστιάσουμε σε ό,τι αφορά τη σταθερότητα –η πρώτη φορά που συμβαίνει κάτι τέτοιο από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και μετά. Αυτήν τη στιγμή η Γερμανία είναι η πιο λογική, ηθικά σκεπτόμενη και έξυπνη χώρα στον πλανήτη».
Γιατί, όμως, η Γερμανία και όχι η Γαλλία ή η Ολλανδία ή η Ιαπωνία; «Οπως όλοι γνωρίζουμε, η Ευρώπη, όπως η Αμερική, αυτήν την εποχή μαστίζεται από ακροδεξιές δυνάμεις. Η Γερμανία, όμως, όχι. Δείτε πώς χειρίζεται το ζήτημα των μεταναστών. Υπερασπίζεται την ηθικά σωστή πλευρά του ζητήματος. Με μια σταθερή, χαμηλών τόνων, προσεκτική ηγέτιδα, την Ανγκελα Μέρκελ, την οποία βρίσκω αξιοθαύμαστη. Νομίζω ότι η Μέρκελ αυτήν την περίοδο μας οδηγεί εκτός του ναρκοπεδίου».
Ο Γκιρ είχε ήδη συναντήσει την καγκελάριο της Γερμανίας πριν από αυτήν τη συνέντευξη: «Είναι μια πολύ φυσιολογική γυναίκα» είπε. «Καλή ακροάτρια, αξιαγάπητη, άτομο υψηλής ποιότητας, διαυγής στο μυαλό και στα μάτια. Τη θαύμαζα από μακριά προτού τη γνωρίσω και τη θαυμάζω ακόμη περισσότερο σήμερα που την έχω γνωρίσει. Είμαι βέβαιος ότι καθένας που θα τη συναντούσε θα ένιωθε υπέροχα μιλώντας μαζί της».
Σε αντίθεση με τη Μέρκελ, ο Ρίτσαρντ Γκιρ δεν μπορεί να βρει λέξη για να χαρακτηρίσει τον Ντόναλντ Τραμπ: «Εχω μείνει άφωνος με όσα κάνει. Eίναι ο ορισμός της σύγχυσης εγκεφάλου και η απόλυτη απογοήτευση ακόμη και για το ίδιο το κόμμα του, τους Ρεπουμπλικανούς. Ο Τραμπ είναι μια εθνική ντροπή. Με κάνει πραγματικά να ντρέπομαι για τη χώρα μου».
Αν για κάτι νιώθει υπερήφανος ως Αμερικανός, αυτή είναι η «άμεση αντίδραση των ανθρώπων απέναντι σε κάθε πλευρά της σκοτεινής άποψης του Ντόναλντ Τραμπ για τον πλανήτη. Αντιλαμβάνεσαι ότι υπάρχουν πάρα πολλοί που δεν ανέχονται αυτήν την εγωιστική, ναρκισσιστική οπτική που έχει για τον κόσμο. Ειδικά οι γυναίκες. Αντιδρούν τόσο άμεσα και αυθόρμητα, που το θεωρώ υπέροχο. Και δεν αντιδρούν βίαια, αλλά με άποψη για ένα καλύτερο αύριο, έχουν την ελπίδα και την αισιοδοξία στο πλευρό τους. Αυτό που βλέπω να κάνουν οι απλές, ανώνυμες γυναίκες στον δρόμο είναι πολύ πιο σημαντικό από οποιαδήποτε πολιτική κίνηση οποιουδήποτε καλλιτέχνη».

Η ταινία «Το δείπνο» προβάλλεται σε διανομή Tanweer, την οποία και ευχαριστούμε για αυτήν τη συνέντευξη.

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 28 Μαϊου 2017.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ