Φαντασιωνόμουν τη στιγμή που θα γεννούσα ως μια εκκωφαντική εκτόξευση αυτού που αποκαλούμε ευτυχία. Αλλά και τις επόμενες στιγμές με το μωρό στην αγκαλιά ευτυχισμένες τις φανταζόμουν. Δικαιωματικά. Πώς θα μπορούσε αλλιώς; Τα γεγονότα διέψευσαν τις προσδοκίες μου έτσι όπως μόνο η ζωή μπορεί και ξέρει να κάνει καλά. Αναπάντεχα. Τελικά κράτησα την κόρη μου αγκαλιά ύστερα από 40 μέρες δίπλα από τη θερμοκοιτίδα της και για λίγα μόνο λεπτά. Για αυτά τα κλάσματα του δευτερολέπτου κατάφερα να πλημμυρίσω από χαρά.

 

Όταν αισίως ήρθε στο σπίτι μας πίστευα ότι θα ξαναζούσα αυτές τις στιγμές ξανά και ξανά και μάλιστα σε χορταστικές δόσεις – καμία νοσοκόμα δεν θα μας διέκοπτε επειδή το επισκεπτήριο θα είχε τελειώσει. Δεν μου συνέβη. Και αυτή τη φορά δεν μου έφταιγε η ζωή, αλλά εγώ. Το άγχος μου είχε διαβρώσει σχεδόν κάθε λεπτό της συνύπαρξής μας. Το δικαιολόγησα. Ως μητέρα πρόωρου παιδιού δεν είχα περάσει και λίγα, για να περιμένω από τον εαυτό μου να πετάξει μονομιάς από πάνω του τη λύπη και την αγωνία και να φορέσει από τη μια μέρα στην άλλη το χαμόγελο της πλήρωσης. Ήμουν όμως σίγουρη ότι όλες οι υπόλοιπες μητέρες που είχαν γεννήσει στην ώρα τους και είχαν κρατήσει τα μωρά τους από τότε και για όλες τις επόμενες στιγμές στην αγκαλιά τους βίωναν αυτή την απόλυτη ευτυχία που εγώ οραματιζόμουν. Αποφάσισα λοιπόν να περιμένω τη σειρά μου. Λίγο ακόμη και θα βουτούσα στη λίμνη του τελειότερου συναισθήματος.

 

Για να περάσουν ωστόσο πιο ευχάριστα οι ώρες της αναμονής και όσο εκείνη κοιμόταν σα να μην είχε συμβεί τίποτε στην κούνια της, σκέφτηκα να τηλεφωνήσω σε μερικές φίλες μου που είχαν ζήσει τη μητρότητα. Κάτι παραπάνω θα ήξεραν αυτές από χαρά. Και τότε ήρθε η τρίτη διάψευση. Η μία μου εκμυστηρεύτηκε ότι πήρε αντικαταθλιπτικά και διέκοψε τον θηλασμό επειδή δεν άντεχε να ακούει το παιδί της να κλαίει και να μην καταλαβαίνει τι θέλει. Η άλλη ότι αν δεν έβγαινε μία ώρα από το σπίτι κάθε μέρα, δεν θα είχε αντέξει τη νέα της ζωή. Κάποια ότι αναγκάστηκε να θηλάσει με μάσκα προκειμένου να μην κολλήσει το μωρό ίωση και αυτό την είχε στιγματίσει και μία άλλη ότι ερχόταν σε  απόγνωση κάθε φορά που η κόρη της έκανε εμετό. Ενας πολύ δικός μου άνθρωπος παραδέχτηκε ότι τα δύο πρώτα χρόνια της μητρότητας υπέφερε, διότι θεωρούσε ότι το παιδί του ήταν σοβαρά άρρωστο και δεν είχε διαγνωστεί. Οι ιστορίες δεν σταματούσαν. Και δεν μου τις έλεγαν για να με παρηγορήσουν. Η φίλη μου με την οποία γεννήσαμε με διαφορά μίας ημέρας έφτασε να με αποκαλεί τυχερή επειδή η κόρη μου κοιμάται και τρώει καλά, ενώ η δική της όχι. Και μία άλλη που χρειάστηκε να υποβάλλει τον νεογέννητο γιο της σε εξετάσεις 40 μέρες από τη γέννησή του κόντεψε να τρελαθεί. Και να μην σχολιάσω το βασανιστικό για χιλιάδες γονείς ερώτημα «πόσο τρώει;», το οποίο συμμερίστηκε μέχρι και ο μπαμπάς της, όταν αναγκάστηκε να μείνει μαζί μας full day τις ημέρες της καλοκαιρινής του άδειας.

 

Τα περί επιλόχειας κατάθλιψης τα είχα διαβάσει και τα περίμενα. Εκείνο όμως που δεν μπορούσα να φανταστώ ήταν το διαρκές άγχος που σε συνοδεύει από τη στιγμή που γίνεσαι γονιός και το οποίο – θεωρώ ότι – δεν έχει να κάνει με γυναικείες ορμόνες. Τόσο πιο ισχυρό από οποιοδήποτε άλλο αρνητικό συναίσθημα έχεις βιώσει και τόσο ισοπεδωτικό που σε κάνει να ξεχνάς ποιος είσαι. Με τις μέρες συνηθίζεις να το ανέχεσαι. Ερχονται άλλωστε δειλά-δειλά και εκείνες οι χαρούμενες στιγμές που περίμενες. Όχι εκκωφαντικά. Ούτε σαν χείμαρρος. Απλώς σαν το χαμόγελο ενός παιδιού. Όμως αυτό είναι κάτι παραπάνω από «απλώς». Είναι εκείνο που σου θυμίζει γιατί μπήκες σε όλη αυτή τη διαδικασία. Εκείνο για το οποίο αξίζει να θυσιάσεις την ανεμελιά σου και να πάρεις αγκαλιά μαζί με το παιδί σου και την αγωνία που το συνοδεύει. Λίγους μήνες μετά τη γέννηση της κόρης μου έχω πειστεί ότι όσες δηλώνουν απερίγραπτα ευτυχείς είτε λένε ψέματα είτε κάτι δεν έχουν καταλάβει ακόμη. Ούτε εγώ έχω καταλάβει πολλά. Είμαι σίγουρη. Υποθέτω όμως ότι αξίζει να περιμένω.