Ο ζωγράφος Μπέκα έχει στήσει το κιόσκι του στην είσοδο της Παλιάς Πόλης. Η ζέστη μεγάλη και αναζητώντας λίγη σκιά ζωγραφίζει καθισμένος ανάμεσα σε δύο μεγάλα ταμπλό. «Εχω έρθει στην Ελλάδα και έζησα κάποιο διάστημα στη Θεσσαλονίκη. Το ξέρεις ότι αυτή είναι η πόλη όπου γεννήθηκε ο Ντούσαν Μπάγεβιτς; “Πρίγκιπα του Νερέτβα” τον αποκαλούν οι εφημερίδες σας».

Το Μόσταρ στο ιστορικό κέντρο του είναι μια πανέμορφη πόλη. Ξαφνικά, ενώ έχεις περάσει την άχαρη μοντέρνα πόλη με τα καταπράσινα πάρκα και τις παρακμιακές σοβιετικού τύπου πολυκατοικίες, γεμάτες σημάδια από θραύσματα βομβών και ριπών πολυβόλων, ενώ έχεις περάσει ερειπωμένα, μισογκρεμισμένα ιστορικά κτίρια που τα απομεινάρια τους φανερώνουν κάποια ιδιαίτερη αρχιτεκτονική, βρίσκεσαι σε έναν εντελώς ξεχωριστό τόπο. Σαν να μπήκες σε μια χρονομηχανή και να μεταφέρθηκες αιώνες πίσω στον χρόνο.

Περπατάς στο πλακόστρωτο και χαζεύεις σπίτια, μαγαζάκια, κήπους, καφενέδες, καλλιτέχνες, σουβενίρ ανάκατα με τις μυρωδάτες λεβάντες, μυρωδιές από κεμπάπ στα κάρβουνα, και ένα πολύχρωμο πλήθος: τουρίστες κάθε εθνικότητας με καυτά σορτς και αποκαλυπτικά ντεκολτέ, με καμπαρντίνες και ισλαμικές μαντίλες με ντάλα ήλιο, με βερμούδες και φανελάκια, κελεμπίες και αυστηρά κοστούμια. {{{ map }}}

Α! Και μια λεπτομέρεια: ρώτησαν, λέει, τον κόσμο ποιος είναι εκείνος που θαυμάζει και κατέληξαν στον Μπρους Λι. Ετσι στις 28 Νοεμβρίου 2005 το έργο του κροάτη γλύπτη Ιβάν Φιγιόλικ, το χρυσομπρούντζινο άγαλμα – πρώτο παγκοσμίως – του Μπρους Λι θα αποκαλυπτόταν αν δεν είχαν προφτάσει βάνδαλοι να καταστρέψουν τη βάση του. Κάποια στιγμή τοποθετήθηκε, αλλά μονίμως υπήρχαν προβλήματα από διαφωνούντες. Μπορείτε να το αναζητήσετε στο πάρκο Γκράντσκι και ίσως το δείτε!

Ο φύλακας της γέφυρας


Το όνομα Μόσταρ σημαίνει «αυτός που φυλάει τη γέφυρα», και πάντα η γέφυρα υπήρξε το κέντρο των δραστηριοτήτων της πόλης. Στο κέντρο της Ερζεγοβίνης, σε μια κοιλάδα περιτριγυρισμένη από ψηλά βουνά, το Μόσταρ, η 5η μεγαλύτερη πόλη, είναι το οικονομικό, πολιτικό και πολιτιστικό κέντρο της Ερζεγοβίνης σε στρατηγικό σημείο του ποταμού Νερέτβα που τη διασχίζει, και ήδη από την Αρχαιότητα την είχε αναγάγει σπουδαίο εμπορικό κέντρο. Σταυροδρόμι από την Αρχαιότητα, αρχαιολογικά ευρήματα έδειξαν ότι είχε ήδη κατοικηθεί κατά τους προϊστορικούς χρόνους. Τον 16ο αιώνα έγινε τμήμα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ενώ η γέφυρα έγινε σύμβολο ισχύος του σουλτάνου, καθώς ήταν απαραίτητη για τη διάσχιση του ποταμού από τις ορδές των στρατευμάτων. Η Βοσνία προσαρτήθηκε στην Αυστροουγγρική Αυτοκρατορία το 1878.



Η σύγχρονη ιστορία του Μόσταρ


Στο τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου το Μόσταρ ανήκει στη Βοσνία/Ερζεγοβίνη, τμήμα της σοσιαλιστικής Γιουγκοσλαβίας. Τότε η περιοχή μεταβάλλεται σε βιομηχανική, όπου χτίζονται πολλά εργοστάσια και ο πληθυσμός της δεκαπλασιάζεται και ανεβαίνει στις 100.000 κατοίκους. Στις δεκαετίες ΄70 και ΄80 ξεκινά η ανοικοδόμηση της Παλιάς Πόλης, με αποτέλεσμα το 1986 να κερδίσει το Βραβείο Αγά Χαν για την αρχιτεκτονική. Το 1992-3, μετά την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας της Βοσνίας/Ερζεγοβίνης, η πόλη υπέστη εννεάμηνη πολιορκία από τον σοσιαλιστικό γιουγκοσλαβικό στρατό, με αποτέλεσμα τα περισσότερα σημαντικά μνημεία να βομβαρδιστούν και να υποστούν καταστροφές. Σήμερα είναι η πόλη της νεολαίας, καθώς έχει δύο πανεπιστήμια, ενώ το 2005 η Παλιά Πόλη ανακηρύχθηκε από την UΝΕSCΟ Μνημείο Πολιτιστικής Κληρονομιάς.
Το τζαμί Ταμπάκικα και το τουρκικό χαμάμ
Πρόκειται για το μοναδικό τζαμί που δεν πήρε το όνομα του ιδρυτή του αλλά εκείνο της περιοχής όπου βρίσκεται: Ταμπάκικα. Στα 50 μέτρα μακριά από τη μεγάλη γέφυρα, με τον παραπόταμο Ραντομπόλγε να ρέει από κάτω, το τζαμί κοντά στον ταμπχανά, στα βυρσοδεψεία, σχεδιάστηκε για τις θρησκευτικές ανάγκες των βυρσοδεψών. Σε σημείο του ίδιου κτίσματος στεγάστηκε και κατάστημα τοπικών χειροτεχνημάτων, ενώ γύρω από το τζαμί έλαβαν θέση τα εργαστήρια των σιδηρουργών. Δύο στρώματα πέτρας απετέλεσαν τα θεμέλια, ενώ παλιά υπήρχε νερόμυλος με τροχό για να τον χρησιμοποιούν οι βυρσοδέψες. Το τζαμί Ταμπάκικα είναι ιδιαίτερης, μοναδικής θρησκευτικής αρχιτεκτονικής, ξεχωριστό ανάμεσα στα 36 τεμένη της πόλης. Το τουρκικό χαμάμ, στην ίδια γειτονιά, τα τουρκικά δημόσια λουτρά, χτίστηκε προς το τέλος του 16ου-17ου αιώνα σε κλασική οθωμανική αρχιτεκτονική. Είναι το μοναδικό όχι μόνο στο Μόσταρ αλλά και σε όλη την Ερζεγοβίνη. Απαραίτητο συμπλήρωμα της γειτονιάς μαζί με το τζαμί, τη Θεολογική Σχολή-μεντρεσέ, και τη δημόσια κουζίνα. Το Σεβτζάν Σεχατζίν Χαμάμ δεν έχει παράθυρα, προκειμένου να προστατεύει τους πελάτες από αδιάκριτα βλέμματα, ενώ το φως μπαίνει στα δωμάτια από σημεία όπου έχουν τοποθετηθεί γυαλιά πάνω στους τρούλους. Αποτελείται από τρία δωμάτια: τον κεντρικό προθάλαμο, τον μεσαίο χώρο (το χλιαρό δωμάτιο) και τα λουτρά (το ζεστό δωμάτιο). Με τη βοήθεια της Γαλλίας και της Τουρκίας το χαμάμ επισκευάστηκε και σήμερα λειτουργεί ως εκθεσιακός χώρος.


Η γέφυρα Κρίβα Κουπρίγια
Κοντά στη Στάρι Μοστ, στη δεξιά όχθη του Νερέτβα, βρίσκεται το μικρό γεφυράκι Κρίβα Κουπρίγια. Λέγεται ότι είναι παλαιότερο από τη Στάρι Μοστ και ότι χτίστηκε το 1558. Το ποτάμι Ραντομπόλγε ρέει κάτω από τη γέφυρα και ενώνεται με τον Νερέτβα λίγα μέτρα πιο κάτω στη Στάρι Μοστ. Κατά τη διάρκεια του πολέμου υπέστη πολλές καταστροφές και ξαναχτίστηκε την ίδια περίοδο με τη Στάρι Μοστ.

Το Τζαμί του Πασά


Στα 100 μέτρα βόρεια της Στάρι Μοστ, πάνω από τη βραχώδη αριστερή όχθη του Νερέτβα, βρίσκεται το Τζαμί του Πασά ή αλλιώς το Κιόσκι του Μεχμέτ. Χτισμένο το 1617, χαρακτηρίζεται από τον μοναδικό μεγάλο τρούλο και πρόκειται για ένα από τα μεγαλύτερα τεμένη, ενώ στο προαύλιό του βρίσκεται το ταφικό μνημείο του δερβίση Ισάκ. Το τζαμί του Πασά καταστράφηκε επίσης στη διάρκεια του πολέμου, όμως είναι το μόνο τέμενος που κράτησε το αυθεντικό χρώμα και τη διακόσμηση στους τοίχους, ενώ και ο μιναρές του είναι επισκέψιμος.
Το περίφημο τζαμί Καραντιόζ Μπεκ
Στο κέντρο της πόλης ανάμεσα στα μοντέρνα κτίρια βρίσκεται το μεγαλύτερο και ωραιότερο ίσως τέμενος της Ερζεγοβίνης, το τζαμί Καραντιόζ Μπεκ που χτίστηκε το 1557. Ο Μεχμέτ Μπεκ Καραντιόζ, ο μεγαλύτερος νομοθέτης της χώρας, ίδρυσε αυτό το τέμενος που συνοδευόταν από Θεολογική Σχολή-μεντρεσέ, βιβλιοθήκη, 50 εργαστήρια χειροτεχνών και κουζίνα-συσσίτιο για τους φτωχούς, σε σχέδια του διάσημου αρχιτέκτονα Κοτζά Μινάρ Σινάν. Στο προαύλιο υπάρχει σιντριβάνι με καθαρό νερό για να καθαρίζονται οι πιστοί, ενώ τριγύρω περιβάλλεται από ψηλά σκιερά δέντρα. Σήμερα η Θεολογική Σχολή έχει μεταφερθεί στην αριστερή όχθη της Παλιάς Γέφυρας.

Η παλιά γέφυρα Στάρι Μοστ… και οι πύργοι Τάρα και Χαλεμπίγια
Τον 16ο αιώνα ο σουλτάνος Σουλεϊμάν ο Μεγαλοπρεπής ανέθεσε στον αρχιτέκτονα Χαϊρουντίν την κατασκευή μιας νέας γέφυρας αντικαθιστώντας την παλιά ξύλινη που υπήρχε. Ο Μιμάρ Χαϊρουντίν ήρθε από την Κωνσταντινούπολη και ήταν μαθητής του διάσημου αρχιτέκτονα Σινάν. Στις 24 Οκτωβρίου 1557 ξεκίνησε η κατασκευή της γέφυρας, η οποία τελείωσε εννέα χρόνια αργότερα. Σύμφωνα με τον θρύλο, ο Χαϊρουντίν ποτέ δεν είδε τη γέφυρα τελειωμένη καθώς το έσκασε λίγο πριν από τα εγκαίνια, αφού ο Σουλτάνος τον είχε απειλήσει ότι θα του πάρει το κεφάλι έτσι και δεν σταθεί η καμάρα. Τετρακόσιοι πενήντα έξι τετράγωνοι λίθοι χρειάστηκαν για την κατασκευή, που ελήφθησαν από ένα κοντινό λατομείο στον Νότο και ονομάζονται «τενελίγια». Οι πετράδες προέρχονταν από κοντινές περιοχές και φημίζονταν για τη μαστοριά τους. Το ύψος της καμάρας από το ποτάμι είναι 20 μέτρα και το μήκος της γέφυρας 29 μέτρα. Επιπλέον, πάνω στη γέφυρα σμιλεύθηκαν δύο κανάλια ώστε να φεύγουν τα νερά της βροχής. Η γέφυρα πήρε πολλά ονόματα, όπως «Η γέφυρα του Σουλτάνου», «Η Νέα», «Η Μεγάλη», και καταστράφηκε από βομβαρδισμούς στις 9 Νοεμβρίου του 1993, κατά τον πόλεμο της Βοσνίας/Ερζεγοβίνης. Μετά τον πόλεμο μια ομάδα δημιουργήθηκε για να ξαναχτιστεί η γέφυρα, ενώ ποτέ άλλοτε δεν είχε γίνει αναστήλωση του οθωμανικού μνημείου. Προσέξτε επίσης μια λεπτομέρεια: το χρώμα της καμάρας αλλάζει ανάλογα με το φως και την ώρα της ημέρας. Λέγεται ότι στα εγκαίνια της γέφυρας το 1566 έγιναν λαμπροί εορτασμοί που περιελάμβαναν και βουτηχτές που πηδούσαν στα νερά του ποταμού από διάφορα σημεία της γέφυρας. Η παράδοση αυτή συνεχίζεται ως σήμερα και είναι ένα από τα πιο εντυπωσιακά «σπορ» στο μικρό Μόσταρ, κατά τη διάρκεια του καλοκαιρινού φεστιβάλ.

Δύο φρουριακοί πύργοι χτίστηκαν σε κάθε πλευρά της γέφυρας, και οι δύο με πολύ χοντρούς τοίχους και χωρίς παράθυρα: ο πύργος Χαλεμπίγια δεξιά και ο πύργος Τάρα στην αριστερή πλευρά σε ημικυκλική φόρμα που σήμερα στεγάζει το Μουσείο της Παλιάς Γέφυρας. Ο πύργος Χαλεμπίγια χρησιμοποιήθηκε ως στρατώνας και παρατηρητήριο στις πολεμίστρες και στο υπόγειο είχε φυλακή, ενώ ο πύργος Τάρα που οικοδομήθηκε κατά τον 17ο αιώνα ήταν η αποθήκη πυρομαχικών. Στην παλιά κατασκευή του 15ου αιώνα υπήρχε ο πύργος Ερσεγκούσα για να προστατεύει την ξύλινη γέφυρα κατασκευασμένη κατά τη βασιλεία του Ερτσέκ Στγεπάν Βουκτσίκ Κόσακα.


Τα παλιά οθωμανικά σπίτια και τα μέγαρα της αυστροουγγρικής περιόδου
Την περίοδο της τουρκικής κυριαρχίας κατασκευάστηκαν αρκετά κτίσματα και χάρη στη γέφυρα εύποροι έμποροι ξεκίνησαν να χτίζουν στις δύο πλευρές του ποταμού, στην αρχή κατοικίες ξύλινες, απλές εξωτερικά ώστε να μην τραβούν ζηλόφθονα βλέμματα αλλά πλούσιες στο εσωτερικό τους. Ακολουθώντας την οθωμανική αρχιτεκτονική με ψηλούς τοίχους, ξυλόγλυπτα ταβάνια, τοιχογραφίες και πλούσια έπιπλα εποχής και αντικείμενα τόσο διακοσμητικά όσο και καθημερινής χρήσης. Μια από αυτές, η οικία Μπισέβικ (1635), ξεχωρίζει από τις δύο τεράστιες εξωτερικές κολόνες που στηρίζουν το σπίτι στον πυθμένα του ποταμού. Η οικογένεια Μπισέβικ, μια από τις πιο γνωστές της πόλης, συντήρησε την οικία που περιλαμβάνει εσωτερικό και εξωτερικό διάκοσμο τυπικού οθωμανικού στυλ, καθώς και μια σειρά έπιπλα και αντικείμενα καθημερινής χρήσης, μοναδικά στο είδος τους. Τυπικής οθωμανικής αρχιτεκτονικής επίσης είναι η οικία Κατζτάτζ, χτισμένη στα τέλη του 18ου αιώνα, με ψηλούς τοίχους ώστε να προστατεύονται οι γυναίκες από τα αδιάκριτα βλέμματα, αλλά και ιδιαίτερο χώρο για το χαρέμι. Στην οικία Μουσλιμπέγκοβιτς, του 19ου αιώνα, ιδιοκτησία εμπόρων και μεγαλοκτηματιών, θα θαυμάσετε την ωραία διακόσμηση στις εσωτερικές αυλές, με σιντριβάνια, λουλούδια και οπωροφόρα δέντρα, ενώ στο εσωτερικό αξίζει να προσέξετε τους τάπητες και τα παλιά βιβλία. Την αυστροουγγρική περίοδο οι αρχιτέκτονες προσπάθησαν να συνδυάσουν την ανατολίτικη με την αυστροουγγρική αρχιτεκτονική και έτσι δημιουργήθηκαν κάποια εντυπωσιακά μέγαρα, όπως το Στάρα Γκιμνάζιγια, του 1898, το Γκράντσκα Μπάνια, του 1914- τα δημόσια λουτρά, σχεδιασμένα από τον αρχιτέκτονα Ρούντολφ Τόνις σε ψευδο-μορέσκ στυλ.

Ο Πύργος του Ρολογιού (Σάατ Κούλα)
O πύργος της οδού Μπαγιάτοβα, πάνω από τα σκαλιά, λέγεται ότι χτίστηκε το 1630, χωρίς να υπάρχουν σαφείς αναφορές. Αναφορά γίνεται για την ύπαρξη του πύργου το 1636, σε μια επιστολή του Ιμπραήμ Σαρίκ. Η Φατίμα Σαρίκ, η γυναίκα του Ιμπραήμ, ήταν εκείνη που έχτισε τον Πύργο του Ρολογιού, ύψους 15 μέτρων. Κατά τη διάρκεια του πολέμου υπέστη πολλές καταστροφές και αναστηλώθηκε το 1999.

Η παλιά αγορά Κουγιουντζιλούκ
Στην αριστερή όχθη του Νερέτβα βρίσκεται η παλιά αγορά Κουγιουντζιλούκ, το πιο παλιό κομμάτι της πόλης, που κρατάει την ίδια αρχιτεκτονική και τα εργαστήρια των χειροτεχνών της οθωμανικής περιόδου. Από τον 16ο αιώνα χρονολογείται αυτή η αγορά, και σήμερα βέβαια αρκετά από τα παλιά εργαστήρια έδωσαν τη θέση τους και σε παραδοσιακά εστιατόρια και καφενεία. Αν και στην οθωμανική περίοδο υπήρχαν περισσότερα από 500 εργαστήρια, όπου ξεχώριζαν οι χαλκωματάδες και τα υφαντουργεία των χαλιών, σήμερα τα περισσότερα φιλοξενούν καταστήματα τουριστικά αλλά και γκαλερί νέων ζωγράφων. Ανάμεσα στα λογής-λογής εμπορεύματα θα βρείτε και αρκετά ενθύμια του πολέμου, όπως στρατιωτικά καπέλα, αλλά και παλιές φωτογραφίες του Τίτο.

Το μοναστήρι των Φραγκισκανών
Με εκκλησία αφιερωμένη στους Αγίους Πέτρο και Παύλο, το μοναστήρι όπως και ο καθολικισμός έχει μακρά ιστορία στην περιοχή, αν και οι καθολικοί έπρεπε να κρύβονται στην καθημερινότητά τους και να ακολουθούν τον κώδικα ενδυμασίας των μουσουλμάνων φορώντας ακόμη και φέσι προκειμένου να μη δίνουν στόχο στους άλλους. Το μοναστήρι των Φραγκισκανών είναι ένα από τα τελευταία μνημεία που κατασκευάστηκαν στο Μόσταρ προς στο τέλος της οθωμανικής περιόδου το 1866. Το μοναστήρι διαθέτει εξαιρετική βιβλιοθήκη με 50.000 τόμους, καθώς και αρχεία με 536 χειρόγραφα σε διάφορες γλώσσες. Το 1894 χτίστηκε νέο μοναστήρι που θεωρήθηκε το πιο συμπαγές κτίσμα της πόλης, το οποίο όμως επίσης καταστράφηκε στη διάρκεια του πολέμου, αλλά σήμερα έχει πλήρως αποκατασταθεί.
ΠΡΟΣΒΑΣΗ
Στο Μόσταρ μπορείτε να μεταβείτε αεροπορικώς από το Ντουμπρόβνικ στο οποίο θα φτάσετε μέσω της Croatia Αirlines,που πετάει απευθείας από Αθήνα,ή με πτήση τσάρτερ της εταιρείας Αstra από Θεσσαλονίκη.Η πόλη συνδέεται αεροπορικά και με το Σαράγεβο αλλά και τη μεσαιωνική πόλη της Κροατίας,Σπλιτ.Με το Ντουμπρόβνικ και το Σπλιτ συνδέεται επίσης ακτοπλοϊκώς,αλλά μπορείτε να πάτε και οδικώς με υπεραστικό λεωφορείο με συχνά δρομολόγια.Στην Παλιά Πόλη μετακινείστε με τα πόδια,ενώ στη νέα πόλη για τις μετακινήσεις σας χρησιμοποιείτε λεωφορείο ή ταξί που θα πάρετε από τους κατά τόπους σταθμούς.
ΔΙΑΜΟΝΗ
Στο «Μotel Εmen» (Οnescukova 32, τηλ.: +387 0 36581120),από τα πιο σύγχρονα,με ιδιαίτερο μοντέρνο στυλ,στην είσοδο της Παλιάς Πόλης.Κοντά στο παλιό μικρό γεφυράκι σε όμορφο κήπο σε σπιτική ατμόσφαιρα το «Κriva Cuprija» (Οnescukova 23,τηλ.: +387 0 36580095).Στο κέντρο της Παλιάς Πόλης,σε όμορφο κήπο και η «Ρansion Βotticelli» (Μuje Βjelavca 6, τηλ.: +387 0 63890658).

ΦΑΓΗΤΟ
Η κουζίνα της Ερζεγοβίνης μοιάζει πολύ με την τουρκική.Φυσικά το κλίμα ευνοεί στην παραγωγή λαχανικών και φρούτων,όπως ροδάκινα, πεπόνια, ρόδια, καρπούζια, σταφύλια, ενώ ονομαστές είναι και οι ποικιλίες τυριών, όπως το σακούλας,το «λίβνο»,το καπνιστό κ.ά.Πολύ νόστιμο είναι και το «προυστ» που μοιάζει με το προσούτο.Ανάμεσα στις τοπικές νοστιμιές δοκιμάστε τη «Σούπα του Μπέη» με κοτόπουλο, ρυζάκι και διάφορα λαχανικά,τα γνωστά μας γιαπράκια με κιμά και αμπελόφυλλα ή «λαζόβα» όταν γίνονται με κομμάτια κρέατος,το «γυριστό» μπουρέκι,που είναι πίτα στριφτή με κιμά και κρεμμύδια,την «κρομπιρούσα»,που είναι πίτα με πατάτες και περιλαμβάνει και κρέας δύο ειδών: μοσχάρι και αρνί,την πολέντα- μια ζεστή κρέμα από αλεύρι που σερβίρεται με τυρί.Γνωστές γεύσεις ο μουσακάς με μελιτζάνες και τα σουβλάκια σε καλαμάκι ή ψητά στα κάρβουνα,αλλά και τα ψητά ψάρια.Πιείτε ρακί (ρακίγια που λένε οι ντόπιοι), «βλατίνα», που είναι μια αυτόχθονη ποικιλία σταφυλιών που δίνει το περίφημο κόκκινο ξηρό κρασί υψηλής ποιότητας με σκούρο βαθύ χρώμα και άρωμα και παλαιώνεται σε ξύλινα βαρέλια για τουλάχιστον πέντε χρόνια και ταιριάζει με κυνήγι και κρέας ψητό.Δοκιμάστε επίσης το κρασί «τσιάβκα»,με φρουτένιο άρωμα και γεύση,που είναι και η φίρμα της Ερζεγοβίνης.Με διάφανο κρυσταλλένιο κίτρινο χρώμα,ταιριάζει με αρνί, μοσχάρι, ψάρια και καπνιστά τυριά.Τελειώστε με γλυκό μπακλαβά και καφέ στο μπρίκι με γλυκό λουκουμάκι.Το εστιατόριο «Sadrvan» βρίσκεται στον κεντρικό δρόμο του ιστορικού κέντρου και σερβίρει παραδοσιακή κουζίνα, όπως και το «Μlinar».Καλή ιταλική κουζίνα θα απολαύσετε στο εστιατόριο του ξενοδοχείου Εmen στην είσοδο της Παλιάς Πόλης.

Ευχαριστούμε τον κ.Νίκο Φουρναράκη και το ταξιδιωτικό γραφείο Colonial Travel για την πραγματοποίηση του ταξιδιού.


ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ