Οταν ο Χριστόφορος Κολόμβος ανακάλυψε την περιοχή αυτή της Καραϊβικής το μακρινό 1502, μαγεμένος από τα κάλλη και τις φυσικές ομορφιές της, δεν χρειάστηκε ιδιαίτερο χρόνο για να βρει την ιδανική ονομασία: Costa Rica, δηλαδή «Πλούσια Ακτή»! Αιώνες τώρα η πανέμορφη περιοχή της αμερικανικής ηπείρου διαφημίζεται για τις τροπικές παραλίες της, όπως ο κόλπος του Παπαγκάιο, οι κάτασπρες παραλίες της Πλάγια Ταμπόρ και της Πουνταρένα. Στις μέρες του 20ού Μουντιάλ στην ιστορία του ποδοσφαίρου, εκπλήσσει με άλλες χάρες της και θαυμάζεται για το κατόρθωμά της να βρεθεί στους «16» του Παγκοσμίου Κυπέλλου. Εκεί που πλέον θα αντιμετωπίσει τους εκπροσώπους μιας άλλης πανέμορφης χώρας, τους Ελληνες.

Το έχει ξανακάνει
Το είχε καταφέρει ξανά και στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1990, όταν υπό τις οδηγίες του προπονητή που δικαίως φέρει το προσωνύμιο «η αλεπού των Μουντιάλ» Μπόρα Μιλουτίνοβιτς νίκησε στη φάση των ομίλων τη Σκωτία και τη Σουηδία εξασφαλίζοντας τη συμμετοχή της στους «16» της διοργάνωσης, όπου και αποκλείστηκε από την ενωμένη τότε Τσεχοσλοβακία. Ασφαλώς το ίδιο ευελπιστεί ότι θα καταφέρει και η Ελλάδα, σε μια αναμέτρηση που θα στείλει μία εκ των δύο ομάδων στα προημιτελικά του Μουντιάλ. Και αλήθεια, ποιος θα μπορούσε έστω να σκεφθεί ότι η Ελλάδα ή η Κόστα Ρίκα θα έφτανε στους «8» της διοργάνωσης όταν αυτό βρισκόταν ακόμη στην αφετηρία του;
Αν για την μπαρουτοκαπνισμένη πλέον σε μεγάλες διοργανώσεις Ελλάδα αυτή ήταν μια καλή αφορμή για να ξεχυθούν στους δρόμους οι ταλαιπωρημένοι από άλλες καταστάσεις (και εκλιπαρούντες για μια νότα αισιοδοξίας και αφορμή για να χαμογελάσουν) πολίτες της χώρας, στην Κόστα Ρίκα θα έπρεπε να αισθάνονται ήδη κάτοχοι του τροπαίου έχοντας επιβληθεί ως οι κορυφαίοι ενός ομίλου με επτά Παγκόσμια Κύπελλα! Η ομάδα που ουδείς υπολόγιζε κατάφερε να αφήσει πίσω της την τετράκις παγκόσμια πρωταθλήτρια Ιταλία και τις Αγγλία και Ουρουγουάη, οι οποίες μετρούν μαζί ακόμη τρεις κατακτήσεις. Επίτευγμα το οποίο καταδεικνύει και τη δυναμική της, καθώς προκρίθηκε ως αήττητη, έχοντας μάλιστα επικρατήσει της Σκουάντρα Ατζούρα και της Σελέστε, η οποία και την ακολούθησε ως δεύτερη στην επόμενη φάση.
Το ότι «δεν δικαιούμαστε να υποτιμήσουμε την Κόστα Ρίκα», όπως εκστόμισε ο Φερνάντος Σάντος εν όψει του αποψινού νοκ-άουτ αγώνα, είναι μάλλον το αυτονόητο. Το δύσκολο και συνάμα ζητούμενο είναι να εκπονηθεί το κατάλληλο πλάνο προκειμένου η Ελλάδα να τα καταφέρει σε όσα η Ιταλία, η Ουρουγουγάη και η Αγγλία απέτυχαν. Διότι απέναντί της δεν θα βρει την Ακτή Ελεφαντοστού των αρκετών σημαντικών και καταξιωμένων στο διεθνές στερέωμα παικτών με τη συνολική δυσαρμονία που τους χαρακτήριζε, αλλά μια κανονική ομάδα, με συγκεκριμένες αρχές στο παιχνίδι της και έναν ανελέητο ρυθμό να τη διακρίνει. Τρέχει πολύ (ήδη εν συνόλω το κοντέρ της έχει καταγράψει είκοσι περισσότερα χιλιόμετρα από όσα εκείνο της Ελλάδας), πιέζει σε όλους τους χώρους, διακρίνεται από τάξη και πειθαρχία τόσο όταν αμύνεται όσο και όταν ψάχνει το γκολ, ενώ δέχεται δύσκολα τέρμα, αν κρίνει κανείς από το μόλις ένα παθητικό στον αποκαλούμενο και ως «ο όμιλος του θανάτου».
Η Κόστα Ρίκα είναι η ομάδα του προπονητή της. Εν προκειμένω, ενός γυρολόγου των πάγκων, του 61χρονου Κολομβιανού Χόρχε Λουίς Πίντο, ο οποίος άλλαξε 19 φορές επαγγελματική στέγη ώσπου να βρει εκείνη που του ταίριαζε καλύτερα και να στεριώσει για περισσότερα από τρία χρόνια (ήδη διανύει το τέταρτο έτος ως τεχνικός της εθνικής ομάδας) στον ίδιο πάγκο. Είναι ένας ιδιαίτερα συναισθηματικός και παρορμητικός τύπος, ο οποίος ζει όλα τα ματς με ιδιαίτερη ένταση αλλά και ξέρει πώς να επιδρά με ευεργετικό τρόπο στην ψυχολογία των ποδοσφαιριστών του. «Είναι ο πατέρας μας, τον αγαπάμε και τον σεβόμαστε. Μας έκανε να πιστέψουμε ότι μπορούμε να πετύχουμε πολύ περισσότερα από όσα και οι ίδιοι νομίζαμε. Αυτό είναι πολύ σημαντικό στο ποδόσφαιρο, το να υπάρχει ο προπονητής που να γνωρίζει πώς να ανεβάσει τον αθλητή» λέει για τον Πίντο ο Τζόελ Κάμπελ, εκ των αστέρων της Κόστα Ρίκα σε αυτό το Μουντιάλ και παίκτης ο οποίος θαυμάστηκε για τις αρετές του ως ποδοσφαιριστής του Ολυμπιακού (και δανεικός από την Αρσεναλ).
Απρόβλεπτη ομάδα


Ο Κάμπελ και ο Μπράιαν Ρουίς (σκόρερ του νικητήριου 1-0 επί της Ιταλίας) είναι οι δύο παίκτες που πρέπει να προσεχθούν ιδιαίτερα από την ελληνική άμυνα, καθώς οι τεχνικές δεξιότητές τους και ο τρόπος με τον οποίο εκμεταλλεύονται τον χώρο τούς καθιστούν εκτός από ιδιαίτερα ικανούς και εξαιρετικά απρόβλεπτους στην τελική προσπάθεια. Πάντως συνολικά η Κόστα Ρίκα θαυμάστηκε στα πρώτα τρία ματς της στο Μουντιάλ για την αρμονική λειτουργία της σε όλους τους χώρους, τις σωστές αποστάσεις των γραμμών της αλλά και την προσπάθειά της να τρέξει σε κάθε ματς περισσότερο από τον αντίπαλό της.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ