Σύμφωνοι, η ποιοτική υπεροπλία του ερυθρόλευκου ρόστερ στην Ελλάδα δεν αμφισβητείται (ή μήπως θα έχει διαφορετική άποψη εφέτος ο Παναθηναϊκός;), ωστόσο αν το ζητούμενο για τον Ολυμπιακό είναι μία ευρωπαϊκή πορεία τουλάχιστον ανάλογη με την περυσινή _ όταν απέδωσε ομολογουμένως καλό ποδόσφαιρο και απέσπασε σπουδαία αποτελέσματα στους ομίλους του Τσάμπιονς Λιγκ _, τότε η σύγκριση της ομάδας του κ. Ερνέστο Βαλβέρδε με αυτή που ως σήμερα παρουσιάζει ο κ. Λεονάρντο Ζαρντίμ προκαλεί… μελαγχολία.

Ασφαλώς και είναι πολύ νωρίς για να κριθεί το έργο ενός μη γνώστη της ελληνικής πραγματικότητας προπονητή ο οποίος «χτίζει» μία καινούργια ομάδα με πολλά νέα πρόσωπα και δίχως να έχει στη διάθεσή του τις πιο έντονες κι εν πολλοίς ποιοτικές ποδοσφαιρικές προσωπικότητες της περυσινής ομάδας, τον σουηδό στόπερ Ολοφ Μέλμπεργκ και τον βέλγο επιθετικό Κέβιν Μιραλάς. Ωστόσο η πίεση που δέχεται ο πορτογάλος προπονητής του Ολυμπιακού από τον ερυθρόλευκο οπαδικό Τύπο είναι πολύ μεγάλη και το ως σήμερα αποτέλεσμα εντός των αγωνιστικών χώρων αντιστρόφως ανάλογο: πολύ μικρό!

Το φιλικό ματς (ήττα με 0-3) απέναντι στην ισχυρή Νάπολι _ η οποία ωστόσο αγωνίστηκε χωρίς τα δύο μεγάλα περυσινά αστέρια της τον Ουρουγουανό Εντσον Καβάνι που αντιμετωπίζει πρόβλημα τραυματισμού και τον αργεντινό φορ Εζεκίελ Λαβέτσι ο οποίος πήρε μεταγραφή στην Παρί σεν Ζερμέν _ κατέδειξε όλες τις αδυναμίες του Ολυμπιακού. Τόσο αμυντικά, καθώς σου έδινε την εντύπωση ότι μπορούσε να δεχθεί γκολ ανά πάσα στιγμή, όσο και δημιουργικά αφού απουσίαζαν εντελώς η φαντασία και οι αυτοματισμοί της περυσινής σεζόν.

Αυτό που καταλογίζεται _ επαναλαμβάνουμε κυρίως από τον φίλα προσκείμενο στον Ολυμπιακό αλλά και γενικότερα από τον αθλητικό Τύπο_ στον κ. Ζαρντίμ είναι η έλλειψη ξεκάθαρου αγωνιστικού πλάνου αλλά και η μη ανάθεση συγκεκριμένων ρόλων στους ποδοσφαιριστές του. Εν πολλοίς ως σήμερα, οι Ερυθρόλευκοι μοιάζουν να παίζουν άναρχα και δεν χαρακτηρίζονται από ομοιογένεια.

Στον αντίποδα, ο κ. Ζαρντίμ δικαιολογείται διότι σημαντικά κενά τα οποία δημιουργήθηκαν με τις αποχωρήσεις ποδοσφαιριστών δεν έχουν καλυφθεί επαρκώς. Το περυσινό κεντρικό αμυντικό δίδυμο αποτελούμενο από τους Αβραάμ Παπαδόπουλο και Μέλμπεργκ έκανε θραύση. Ο πρώτος θα επιστρέψει στην ενεργό δράση το νέο έτος, ο δεύτερος αποχώρησε από την ομάδα. Και ως σήμερα με εξαίρεση τον Δημήτρη Σιόβα που δείχνει σταθερότητα, οι Τάσος Παπάζογλου και Κώστας Μανωλάς δεν έχουν πείσει τον προπονητή για την επάρκειά τους να καλύψουν τα κενά, ενώ ο Χιλιανός Πάμπλο Κοντρέρας αποκτήθηκε μόλις πριν από τρεις ημέρες.

Στην άλλη άκρη του γηπέδου, η τρύπα που αφήνει πίσω του ο Μιραλάς είναι αναμφισβήτητα πολύ μεγάλη και δεν μπορεί να καλυφθεί εκ των έσω, ασχέτως αν οι Ραφίκ Τζιμπούρ, Κώστας Μήτρογλου, Μάρκο Πάντελιτς και Ντιόγο συνθέτουν μία τετράδα επιθετικών που θα ζήλευε οποιαδήποτε άλλη ελληνική ομάδα. Ωστόσο ο Βέλγος ήταν για τον Ολυμπιακό το κάτι διαφορετικό, αυτός που μπορούσε με μία ενέργεια να αλλάξει τη ροή ενός αγώνα, που διέθετε την ποιότητα να κάνει μεγάλα ματς ευρωπαϊκών απαιτήσεων.

Επιπροσθέτως ο Ζαρντίμ δεν έχει κατασταλάξει ακόμα στα πρόσωπα της μεσαίας γραμμής καθώς οι νεοαποκτηθέντες Πάουλο Μάσαδο και Λεάντρο Γκρέκο δείχνουν καλά στοιχεία, ωστόσο ακόμα βρίσκονται σε περίοδο προσαρμογής και προσπαθούν να μπουν στο νόημα, ο 36χρονος Αριελ Ιμπαγάσα έχει επιπλέον έναν χρόνο στις πλάτες του και χρειάζεται ειδική μεταχείριση, ενώ από τους υπάρχοντες μέσους, ως ανασταλτικοί χαφ μετά την αποχώρηση των Ζαν Μακούν και Πάμπλο Ορμπάιθ, δείχνουν ικανοί να ανταποκριθούν μόνο οι Γιάννης Μανιάτης και Φρανσουά Μοδέστο.

Σε κάθε περίπτωση, ο Ολυμπιακός χρειάζεται πολλή δουλειά και ακόμα περισσότερη υπομονή προκειμένου να «χτίσει» ομάδα ανάλογη με την περυσινή, εφόσον υποθέσουμε ότι αυτό μπορεί να καταστεί εφικτό. Και δυστυχώς για τον κ. Ζαρντίμ, βρίσκεται στην Ελλάδα και σε μία ομάδα για την οποία (καλώς ή κακώς) η κατάκτηση τίλων στην Ελλάδα θεωρείται κεκτημένο, οπότε το ζητούμενα είναι οι καλές πορείες στην Ευρώπη και το όμορφο ποδόσφαιρο.