Συγκινητική είναι η ανταπόκριση και η ευαισθητοποίηση ανθρώπων από κάθε γωνιά της Ελλάδας αλλά και από Ελληνες του εξωτερικού στην εκστρατεία «Υιοθέτησε ένα Σχολείο» του Ινστιτούτου Prolepsis και του «Βήματος», με στόχο να μην πηγαίνει κανένα παιδί πεινασμένο στο σχολείο. Μέσα σε δύο μήνες έχουν ενταχθεί στο Πρόγραμμα Διατροφή, μέσω της εκστρατείας αλλά και με παράλληλες δράσεις στήριξης, επιπλέον 62 σχολεία με 4.375 μαθητές. Η καθηγήτρια κυρία Αθηνά Λινού, διευθύντρια του Εργαστηρίου Υγιεινής, Επιδημιολογίας και Ιατρικής Στατιστικής της Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών και πρόεδρος του Ινστιτούτου, μιλάει στο «Βήμα» για τις αυξανόμενες ανάγκες των μαθητών, τον διττό στόχο και τα αποτελέσματα του προγράμματος.
«Συνολικά, από το 2012 μέχρι σήμερα το Πρόγραμμα Διατροφή έχει προσφέρει με μέγα δωρητή το Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος περισσότερα από 11,5 εκατομμύρια γεύματα σε 480 σχολεία και περίπου 80.000 μαθητές σε όλη την Ελλάδα» αναφέρει. Την εφετινή σχολική χρονιά καλύπτονται 172 σχολεία με 13.675 μαθητές σε ευπαθείς περιοχές σε Αττική, Θεσσαλονίκη, Ημαθία, Θράκη και Στερεά Ελλάδα. Οπως επισημαίνει όμως η καθηγήτρια, «οι αιτήσεις που έχουν υποβληθεί από διευθυντές σχολείων για το τρέχον έτος έχουν ξεπεράσει κάθε προηγούμενο, καθώς υπερβαίνουν τις 2.070. Αριθμός που αντιστοιχεί στο 16% των δημοσίων σχολείων και αναλογεί σε περισσότερους από 260.000 μαθητές».
Κάθε ευρώ πιάνει τόπο


Σε αυτήν ακριβώς την αυξανόμενη ανάγκη, μέσα στο δύσκολο οικονομικό-κοινωνικό περιβάλλον, ανταποκρίνεται η εκστρατεία «Υιοθέτησε ένα σχολείο», που στοχεύει στη συγκέντρωση πόρων για την ένταξη περισσότερων σχολείων στο Πρόγραμμα. Ακόμη και η ελάχιστη συνδρομή των 4 ευρώ καλύπτει τη σίτιση ενός μαθητή για μία εβδομάδα. Με 120 ευρώ σιτίζεται ένα παιδί για μία σχολική χρονιά, ενώ με 12.000 ευρώ σιτίζονται 100 παιδιά για μία σχολική χρονιά.
Το αποτέλεσμα όμως της συνεισφοράς πολιτών, εταιρειών και οργανισμών, που αγκαλιάζουν το Πρόγραμμα Διατροφή στο μέτρο των δυνατοτήτων τους, μεγιστοποιείται χάρη στη στήριξη του Ιδρύματος «Σταύρος Νιάρχος». Οπως εξηγεί η κυρία Λινού, «μέσω της μεθόδου των συμπληρωματικών κονδυλίων (matching funds) το Ιδρυμα παρέχει ισόποσης αξίας δωρεά για κάθε ποσό που συγκεντρώνεται από άλλη πηγή, ώστε να ενταχθούν όσο το δυνατόν περισσότερα σχολεία».
Οι συνθήκες που επικρατούν σε πολλά σχολεία ευπαθών περιοχών όλης της επικράτειας χαρακτηρίζονται από τους ίδιους τους διευθυντές αρκετά δύσκολες. «Πολλοί μαθητές πηγαίνουν στο σχολείο χωρίς να έχουν λάβει πρωινό, ενώ αρκετοί καταναλώνουν φθηνά και ανθυγιεινά τρόφιμα και σνακ που απλώς ξεγελούν την πείνα, ενώ παράλληλα προκαλούν πολλά προβλήματα στην υγεία τους. Υπολογίζεται ότι για τα σχολεία που συμμετέχουν, περί το 53% των οικογενειών των μαθητών πλήττεται από επισιτιστική ανασφάλεια, ενώ το 21% βιώνει επισιτιστική ανασφάλεια με πείνα» περιγράφει.
Κουλτούρα ποιοτικής διατροφής


Ανεξάρτητα όμως από τους παράγοντες που καθιστούν σήμερα επιτακτική τη σίτιση εντός σχολείου, η ανάγκη για καθημερινή σίτιση των μαθητών είναι «διαχρονική και δεν πρέπει να συνδέεται με την κρίση», όπως χαρακτηριστικά επισημαίνει η καθηγήτρια. «Αποτελεί μέσο για την ανάπτυξη κουλτούρας στην ποιοτική διατροφή, προάγει την κοινωνική συνοχή, ενώ σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες είναι αναπόσπαστο κομμάτι της εκπαιδευτικής διαδικασίας». Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η διεύθυνση σχολείου στην αγγελία που ζητούσε από τους γονείς να φέρνουν τα παιδιά φρούτα από το σπίτι για να καταναλώνουν στο σχολείο ή άλλη περίπτωση όπου ο δάσκαλος διένειμε φρέσκο ζεστό γάλα σε όλα τα παιδιά κατά το πρώτο διάλειμμα.
Σε αυτές τις αρχές στηρίζεται ο διττός στόχος του Προγράμματος Διατροφή. Το δωρεάν, θρεπτικό και υγιεινό γεύμα, που λαμβάνουν όλοι οι μαθητές κάθε ενταγμένου σχολείου είναι σχεδιασμένο με τέτοιον τρόπο ώστε να καλύπτει περί το 1/3 των ημερήσιων αναγκών τους σε ενέργεια. Περιλαμβάνει καθημερινά μία πίτα (σπανακόπιτα, πρασόπιτα, τραχανόπιτα) ή σάντουιτς, ένα-δύο φρέσκα φρούτα εποχής και τέσσερις φορές την εβδομάδα γαλακτοκομικά (λευκό γάλα ή γιαούρτι με μέλι).
«Η κάλυψη της καθημερινής σίτισης των παιδιών στο σχολείο αποτελεί έμμεση οικονομική ενίσχυση για χιλιάδες οικογένειες. Επιπλέον, από την ανάλυση των ερωτηματολογίων που χορηγούνται σε όλους τους γονείς στην έναρξη και λήξη του Προγράμματος, καθώς και από τις συνεντεύξεις που έχουν διενεργηθεί με εκπαιδευτικούς, γονείς, μαθητές, προκύπτει ότι επηρεάζει το σωματικό βάρος τόσο των υπέρβαρων όσο και των ελλιποβαρών παιδιών οδηγώντας τα περισσότερα από αυτά σε φυσιολογικό βάρος» λέει η καθηγήτρια.
Επίσης, προκύπτει ότι το 73% των μαθητών που δεν κατανάλωναν φρούτα τα έχουν εντάξει στη διατροφή τους και 78% των μαθητών που δεν κατανάλωναν γάλα ή γιαούρτι, πλέον καταναλώνουν. «Οι εκπαιδευτικοί δηλώνουν ότι έχει βελτιωθεί η συγκέντρωση και η προσοχή των μαθητών στην τάξη, ενώ μέσω της συμμετοχής τους στη διανομή των γευμάτων καλλιεργείται η αυτοοργάνωση, η συλλογικότητα και η αλληλεγγύη στο σχολικό περιβάλλον» επισημαίνει.
Εκτός των άλλων, το γεγονός ότι όλοι ανεξαιρέτως οι μαθητές μοιράζονται το ίδιο γεύμα βοηθάει ώστε να αποφεύγονται φαινόμενα κοινωνικού στιγματισμού. Παράλληλα, το Πρόγραμμα ενισχύει τη σχέση οικογένειας – σχολείου, καθώς οι γονείς βλέπουν ότι υπάρχει κατανόηση και έμπρακτη στήριξη προς τους μαθητές και τις οικογένειές τους.

Οφέλη
Προώθηση της υγιεινής διατροφής

Ακόμη και τη δύσκολη αυτή περίοδο «η καθημερινή σίτιση στα σχολεία και η ταυτόχρονη προώθηση της υγιεινής διατροφής είναι ένα απόλυτα εφαρμόσιμο και εφικτό εγχείρημα». Ωστόσο, όπως υπογραμμίζει η κυρία Αθηνά Λινού, ο δρόμος που πρέπει να διανύσουμε μέχρι να κατανοηθεί σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο η ανάγκη και τα πολυάριθμα οφέλη της καθημερινής σίτισης στα σχολεία είναι πολύ μακρύς.
«Πολλοί, όταν διαβάζουν ή ακούν για το πρόβλημα της επισιτιστικής ανασφάλειας και της πείνας στα σχολεία, ανασύρουν στο μυαλό τους εικόνες από την Κατοχή. Η πραγματικότητα είναι πολύ διαφορετική, αλλά οι συνέπειες για τα παιδιά μας από μία κακής ποιότητας διατροφή είναι εξίσου σοβαρές. Πέρα από θέματα υγείας, μπορεί να οδηγήσει σε πνευματική γενοκτονία, η οποία επιβαρύνει επιλεκτικά τις πιο ευάλωτες κοινωνικοοικονομικά πληθυσμιακές ομάδες, με τεράστιες μακροπρόθεσμες συνέπειες για το μέλλον της χώρας» αναφέρει, επικαλούμενη τα στοιχεία που έχουν συλλεχθεί και αναλυθεί όσα χρόνια υλοποιείται το Πρόγραμμα. «Οφείλουμε να κάνουμε ό,τι είναι δυνατό για να βοηθήσουμε τα παιδιά να πετύχουν το μέγιστο που μπορούν στη μόρφωση και στην εκπαίδευσή τους, διατηρώντας την υγεία τους» καταλήγει.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ