Εξαρθρώθηκε από την Υποδιεύθυνση Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος και Εμπορίας Ανθρώπων της Ασφάλειας Αττικής μία από τις μεγαλύτερες εγκληματικές οργανώσεις που δραστηριοποιείτο στην διευκόλυνση της παράνομης εισόδου αλλοδαπών στην Ελλάδα, αλλά και στην έξοδό τους, με τελικό προορισμό χώρες της κεντρικής Ευρώπης.

Συνελήφθησαν δώδεκα αλλοδαποί-μέλη της οργάνωσης, εκ των οποίων οι εννέα είναι υπήκοοι Πακιστάν, ένας υπήκοος Αιγύπτου, ένας Ιράκ και μία γυναίκα, υπήκοος Συρίας.

Κατά την έρευνα διαπιστώθηκε ότι δρούσαν από το Μάιο του 2015, με σκοπό τη διευκόλυνση της παράνομης εισόδου και εξόδου, προς και από το ελληνικό έδαφος αλλοδαπών.

Συγκεκριμένα, τα μέλη του κυκλώματος «συγκρότησαν έξι συνεργαζόμενες υποομάδες, οι οποίες έχοντας ως επίκεντρο την ομάδα που αναλάμβανε τις πλαστογραφίες, οικοδόμησαν ένα πολύπλοκο μηχανισμό, μέσω του οποίου προέβαιναν στις εγκληματικές τους δραστηριότητες», σύμφωνα με ανακοίνωση της ΕΛ.ΑΣ.

Τέσσερις τρόποι δράσης

Ανάλογα με τον τρόπο που διακινούσαν τα άτομα, ακολουθούσαν διαφορετική μεθοδολογία. Ο πρώτος τρόπος δράσης ήταν η διευκόλυνση παράνομης εξόδου αλλοδαπών μέσω αεροδρομίων, ο δεύτερος η παράνομη έξοδος αλλοδαπών μέσω χερσαίων και θαλάσσιων συνόρων, ο τρίτος η υποδοχή ατόμων που εισέρχονταν παράνομα από την Τουρκία στην Κω, και ο τέταρτος η παράνομη είσοδος από την Τουρκία στην Ελλάδα μέσω θαλάσσης.

Πιο συγκεκριμένα για τον 1ο τρόπο δράσης η προώθηση των αλλοδαπών σε χώρες της κεντρικής Ευρώπης, μέσω διαφόρων αεροδρομίων, πραγματοποιούνταν με τη χρήση πλαστών εγγράφων τα οποία καταρτίζονταν εξ’ αρχής πλαστά, είτε προέρχονταν από νόθευση γνήσιων. Ο κάθε αλλοδαπός, για να ξεκινήσει η διαδικασία, όφειλε να καταθέσει σε κάποιο κατάστημα «εγγυητήριο», χρηματικό ποσό που κυμαινόταν από 2.200 έως 3.000 ευρώ.

Ο 2ος τρόπος δράσης ήταν η παράνομη έξοδος αλλοδαπών μέσω χερσαίων και θαλάσσιων συνόρων. Ειδικότερα η διακίνηση των αλλοδαπών γινόταν με λεωφορεία των ΚΤΕΛ ή με τρένο. Πριν την μετάβαση τους ήταν απαραίτητο να ικανοποιούνται οι προϋποθέσεις κατάθεσης του απαιτούμενου χρηματικού ποσού σε κάποιο κατάστημα «εγγυητήριο» και η κατοχή εγγράφου που να δικαιολογεί την παραμονή τους στην ελληνική επικράτεια, έστω και προσωρινά. Σε περίπτωση απουσίας τέτοιου εγγράφου, οι πλαστογράφοι του δικτύου μεριμνούσαν για την κατάρτιση πλαστού. Στην περίπτωση της θαλάσσιας μετακίνησης, μεταφέρονταν με φουσκωτό σκάφος από τα παράλια της Δυτικής Ελλάδας, προς τα ανατολικά παράλια της Ιταλίας.

Σχετικά με το τρίτο τρόπο δράσης δηλαδή την «υποδοχή» αλλοδαπών που εισέρχονταν παράνομα από την Τουρκία στην Κω σημειώνεται στην ανακοίνωση της ΕΛ.ΑΣ. ότι στην περίπτωση αυτήν, ορισμένα μέλη του δικτύου, μετέβησαν στην Κω και συγκρότησαν μια υποομάδα, η οποία εντόπιζε διακινούμενους, που δεν είχαν ακόμη ταυτοποιηθεί από τις ελληνικές Αρχές και τους προμήθευε με πλαστά Υπηρεσιακά Σημειώματα ή πλαστά Δελτία Αιτήσαντος Ασύλου. Με τον τρόπο αυτό επιτυγχάνονταν η αποχώρηση των διακινούμενων από το νησί.

Ο 4ος τρόπος δράσης ήταν η διευκόλυνση παράνομης εισόδου αλλοδαπών από την Τουρκία στην Ελλάδα μέσω θαλάσσης ενώ αντιστοίχως με τον προηγούμενο τρόπο δράσης, τα μέλη της ίδιας υποομάδας, τόσο κατά την παραμονή τους στην Κω, όσο και μετά την επάνοδο τους στην Αθήνα, δρώντας από κοινού με άγνωστους δράστες οι οποίοι διέμεναν στα τούρκικα παράλια, διευκόλυναν τη μετάβαση των υπό διακίνηση αλλοδαπών από την Κωνσταντινούπολη στην Αλικαρνασσό και από εκεί, με τη χρήση φουσκωτών σκαφών, στα νησιά του ανατολικού Αιγαίου.

Χαρακτηριστικό του τρόπου δράσης τους, σύμφωνα με αξιωματικούς της ΕΛΑΣ, ήταν το γεγονός ότι εφοδίαζαν τα φουσκωτά σκάφη με μικρή ποσότητα καυσίμων, προκειμένου να ακινητοποιηθούν μεσοπέλαγα και να εντοπισθούν από τις Ελληνικές Λιμενικές Αρχές οι οποίες θα τα οδηγούσαν με ασφάλεια στην Κω.

Ένα ακόμη χαρακτηριστικό του τρόπου δράσης τους, ήταν το γεγονός ότι μετά την είσοδό των διακινούμενων στην Ελλάδα και μέχρι να συνεχιστεί το ταξίδι τους, παρέμεναν «φυλακισμένοι» για να αποτραπεί πιθανή επικοινωνία με μέλη έτερου δικτύου.

Πλαστά διαβατήρια άριστης ποιότητας

Όσον αφορά τα πλαστά ταξιδιωτικά έγγραφα που χρησιμοποιούσαν οι διακινούμενοι, οι πλαστογράφοι του δικτύου είτε νόθευαν γνήσια ταξιδιωτικά έγγραφα, με αντικατάσταση της φωτογραφίας του πραγματικού κατόχου με τη φωτογραφία του διακινούμενου αλλοδαπού, είτε κατάρτιζαν εξ υπαρχής πλαστά διαβατήρια τρίτων χωρών όπως Πακιστάν, Συρίας. Ο εξοπλισμός που χρησιμοποιούσαν ήταν τελευταίας τεχνολογίας και τα ταξιδιωτικά έγγραφα που κατάρτιζαν υψηλής πιστότητας.

Σύμφωνα με πληροφορίες τα πλαστά διαβατήρια ήταν άριστης ποιότητας και μάλιστα ζητούσαν από τους πρόσφυγες που τα χρησιμοποιούσαν να μη τα χάσουν αλλά να τα επιστρέψουν πίσω για να χρησιμοποιηθούν από άλλους κρατώντας τους ως «εγγύηση» 1.000 ευρώ.

Από έρευνες που ακολούθησαν, εντοπίσθηκαν εντός διαμερισμάτων τρία πλήρως εξοπλισμένα εργαστήρια κατάρτισης πλαστών εγγράφων και κατασχέθηκε ο όλος υλικοτεχνικός εξοπλισμός. Βρέθηκαν επίσης και κατασχέθηκαν εκατοντάδες πλαστά διαβατήρια, ταυτότητες και άλλα δημόσια έγγραφα.

Οι συλληφθέντες, με τη σε βάρος τους σχηματισθείσα δικογραφία, οδηγήθηκαν στον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών, ενώ οι έρευνες για τον εντοπισμό των συνεργών τους συνεχίζεται.